United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά κατά τινα πόλεμον, ο οποίος προήλθεν εξ αποστασίας, διωχθέντων των Καμαριναίων υπό των Συρακουσών, ο τύραννος της Γέλας Ιπποκράτης έλαβε την χώραν των Καμαριναίων αντί λύτρων διά τους Συρακουσίους αιχμαλώτους, και γενόμενος αυτός οικιστής εκατοίκισε την Καμάριναν. Και πάλιν ύστερον ερημωθείσα αυτή υπό του Γέλωνος εκατοικήθη εκ τρίτου υπό Γελώων.

Εκ δε της αμβλύτητος της ουράς προήλθεν η ιδέα ότι δικέφαλον είναι το ερπετόν τούτο. Εμποιεί τρόμον η ζοφερά αυτού χροιά, και καθίσταται λίαν επικίνδυνον ως εκ της μικρότητος αυτού.

Εγώ είμαι φτωχός άνθρωπος, επανέλαβεν ο Τρέκλας. Ο ανωτέρω διάλογος εποικίλλετο υπό των υλακών του Χόμο, όστις δεν έδειξε δειλίαν εις την περίστασιν ταύτην. Ως εννοεί ο αναγνώστης, το δύσκολον της συνεννοήσεως των δύο τούτων ανθρώπων προήλθεν εκ του αμοιβαίου φόβου, ον είχον προς αλλήλους. Ο μεν ξένος εφοβείτο υπέρ του σκοπού του, ο δε Τρέκλας υπέρ του δέρματός του.

Λοιπόν εφάνην εγώ άνανδρος και απεδειλίασα προβλέπων τους κινδύνους εις τους οποίους θα εξετιθέμην; Δεν θα τολμήση κανείς να είπη τίποτε τοιούτον περί εμού. Λοιπόν ας μείνωμεν εις το δεδομένον τούτο και ας υποθέσωμεν ότι μόνον ηθέλησα και απεφάσισα ταύτα και ότι ουδέν καλόν αποτέλεσμα προήλθεν, αλλά μόνον διότι είχα τοιαύτην προαίρεσιν, αξιώ να λάβω αμοιβήν ως ευεργέτης της πόλεως.

Πελώριον κύμα έπληξε τους οφθαλμούς αυτού, και επήνεγκε πνιγμόν εις τον λάρυγγα αυτού. Το σώμα του ήσπαιρεν. Ολίγου δειν επνίγετο. Ο τρομερός εκείνος κτύπος τον αφύπνισεν. Ησθάνθη ότι ήτο όλος βεβρεγμένος, και ήτο πραγματικώς. Αλλ' η υγρότης αύτη προήλθεν εκ του ιδρώτος της αγωνίας, και ο πνιγμός εκ των δακρύων της θλίψεως και των λυγμών, οίτινες διέσειον το στέρνον αυτού.

Η Αϊμά είχε τελειώσει το άντλημα και ητοιμάζετο να άρη την λάγηνον επ' ώμων. Αγνοείται αν το ερύθημα, όπερ έβαπτε τας παρειάς της, προήλθεν εκ του κόπου και εκ της σωματικής κινήσεως, ην έκαμε κύψασα προς την γην όπως αναλάβη την βαρείαν στάμνον. Την στιγμήν εκείνην εξέλεξεν η τολμηροτέρα των τεσσάρων γυναικών, όπως τη δώση το τελευταίον κτύπημα.

Η δευτέρα αύτη σκέψις προήλθεν εκ της επιθυμίας ην είχεν όπως κρύψη τα χρήματα χωρίς να τον ίδη η γυνή, εντός της καλύβης, κατά την στιγμήν ταύτην, καθ' ην αύτη ήτο ηναγκασμένη να κρατήση συντροφίαν εις τον ξένον. Όσον διά τους δύο νεαρούς Γύφτους, ούτοι ευρίσκοντο εισέτι εν τη καλύβη. Ο γέρος εισελθών είπε προς αυτούς·Σύρτε να ιδήτε ένα παράξενο πράγμα έξω. — Τι παράξενο; είπεν ο Μάχτος.

Οι δε ενδιαφερόμενοι φωνάζουν εξ όλων των μερών και αγανακτούν και ζητούν την διεκπεραίωσιν των υποθέσεων και κατηγορούν εμέ διά την βραδύτητα, διότι αγνοούν ότι η εκκρεμότης δεν προήλθεν εξ ολιγωρίας, αλλ' εκ της ευτυχίας την οποίαν νομίζουν ότι απολαμβάνομεν, καθότι ευτυχίαν αποκαλούν τας ασχολίας.

Βλέπεις εκ ποίας σχολής προήλθεν ο ημέτερος άνθρωπος.

Ο θόρυβος ούτος προήλθεν εκ του τελευταίου βαναύσου κινήματος του Γύφτου, όστις ηγωνίζετο ν' αποσπάση την Αϊμάν εκ της κλίνης της, εκ της αντιστάσεως αυτής και εκ της παρεμβάσεως του Μάχτου. Ο νέος ηναγκάσθη να κρατήση τας δυο χείρας του πατρός του όπως απαλλάξη την Αϊμάν εκ της ενοχλήσεως.