United States or New Zealand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκείνος, όστις είχε κρούσει την θύραν, εφαίνετο ότι εκτύπα άλλο τόσον η καρδία του, και δεν ήτο πρόθυμος να επαναλάβη τον κτύπον δευτέραν και τρίτην φοράν. Εν τούτοις μετά δύο λεπτά δεύτερος κτύπος ηκούσθη, ακόμη μαλακώτερος. Εις τον κτύπον τούτον απήντησεν άλλος κρότος, γνώριμος εις όλων τας ακοάς. Η Σοφία έσυρε την σκανδάλην του πιστολιού της και ανεσήκωσε τον λύκον.

Πελώριον κύμα έπληξε τους οφθαλμούς αυτού, και επήνεγκε πνιγμόν εις τον λάρυγγα αυτού. Το σώμα του ήσπαιρεν. Ολίγου δειν επνίγετο. Ο τρομερός εκείνος κτύπος τον αφύπνισεν. Ησθάνθη ότι ήτο όλος βεβρεγμένος, και ήτο πραγματικώς. Αλλ' η υγρότης αύτη προήλθεν εκ του ιδρώτος της αγωνίας, και ο πνιγμός εκ των δακρύων της θλίψεως και των λυγμών, οίτινες διέσειον το στέρνον αυτού.

Εκεί υπάρχει κτύπος και αντίκτυπος, το κακόν κείται επί του κακού. Εκεί η παρέχουσα τα προς το ζην γη κρύπτει τον υιόν του Αγαμέμνονος. Λάβε αυτόν και θα νικήσης τους Τεγεάτας

Διά να διασκεδάζη δε την θλίψιν του εύρισκεν αφορμάς να μεταβαίνη εικοσάκις της ημέρας εις τον ποταμόν, όπου ήτο βέβαιος πάντοτε ότι θα έβλεπε γυναίκας να πλύνουν, με τα ενδύματα υψηλά ανασυρμένα. Τον ειδοποίει άλλως ο κτύπος των κοπάνων. Όταν ήκουε το κτύπημα εκείνο, ανεσκίρτα ως ο πολεμικός ίππος εις το άκουσμα σαλπίσματος.

Ο δε πέμπτος είχε παραλυθή ήδη, διότι ο κτύπος ον έλαβε κατά κεφαλής ήτο λίαν σφοδρός. Ιδών ο Μάχτος τα κινήματα ταύτα, δεν έχασε τα ίχνη της Αϊμάς, και έδραμε πνευστιών κατόπιν αυτής. Ο δε Γύφτος μετά του Βούγκου δεν εβράδυναν ν' ακολουθήσωσιν αυτούς.

Αλλά και εάν παν πράγμα συγχρόνως ακούη και έχη ακούσει, και αν γενικώς το παρόν αίσθημα συνενούται με το πρότερον αυτού και δεν υπάρχη γένεσις αυτών διαδοχική , αλλ' όμως δεν έχουσι την πορείαν ταύτην ούτως, όπως και ο ήχος όστις, αφού ήδη έγεινε ο κτύπος, δεν έφθασεν ακόμη εις την ακοήν.

Συ δε, άναξ Μενέλαε, ετοίμαζε τα της τελετής του γάμου, και ας ηχήσουν οι αυλοί εις το στρατόπεδον και ο έρρυθμος κτύπος των ποδών, διά το χαρμόσυνον αυτό της κόρης γεγονός. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αρκούσι ταύτα. Τώρα είσελθε εις την σκηνήν και ας διευθετήση τα λοιπά η καλή τύχη. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Οίμοι!

Κτύπος δεν ηκούσθη πλέον. Φωνή κλαυθμηρά, συριγμός βραχνός, ως ο του συρίζοντος βορρά, όστις κατά την αυτήν ώραν εις το παράθυρόν μου εμαίνετο, απήντησεν εις την ερώτησίν μου, και ρίγος καθ' ολόκληρον το σώμα μου ησθάνθην, και αι τρίχες της κεφαλής μου ωρθώθησαν, και εις τας φλέβας μου εσταμάτησε παγωμένον το αίμα.

Είνε, κύριοι, μεγάλη κακοήθεια και φρίκη Να αρπάζουν οι εγγλέζοι ένα μέρος, που ανήκει Κατά φύσιν, κατά θέσιν, κατά μήκος, κατά πλάτος, Από την αρχήν του κόσμου εις το ιδικόν μας κράτος. Τούτο είνε ένας κτύπος στων συνέδρων την τιμή, Είνε αίσχος, είνε φαύλον, είνε... είνε... ας να μη!

Ήτο κτύπος, όστις αντήχησεν εις την κεκλεισμένην θύραν μου, κτύπος μυστηριώδης, όστις έφθασε πενθίμως μέχρι των ώτων μου· ήτον ήχος, μακρότερος από έν απλούν τ ο κ, και μυστηριωδέστερος ακόμη, όστις εύρεν ευθέως την οδόν της ψυχής μου, και κάτι αφύπνισεν εν αυτή, και κάτι διήγειρεν εν τω πνεύματί μου. — Τοκ. . . τοκ. . . τοκ!. . . Επανελήφθη και εκ δευτέρου.