United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ζήτω! μυριόστομον βροντά εν τη αιθούση, και τα μολυβδοκόνδυλα των γραμματέων καταπίπτουσιν όλα συγχρόνως επί των δελτίων, και ο υποψήφιος, λιπόθυμος σχεδόν εκ της χαράς, καταφιλεί την άπλυτον μορφήν τον μικρού ταχυδρόμου, και αμείβει γενναίως την χαρμόσυνον είδησιν.

Δεν ξεύρεις, μάννα, έλεγε και η Κυρατσούλα έπειτα εις την μητέρα της. Πρωί πρωί ο Νικολάκης του Παπά-Νικόλα πού να ήτανε; — Τι; Εμουρμούρισεν η γραία. — Τίποτε· είπεν η κόρη και εκοκκίνισεν άλλην μίαν φοράν. Το αθώον αυτό συνάντημα κατέληξεν εις αρραβώνας. Ω! είθε όλα τα αθώα συναντήματα ν' απολήγωσιν ούτως εις την πλέον χαρμόσυνον ευτυχίαν. Μετ' ολίγον καιρόν εωρτάσθησαν και οι γάμοι.

Είδες πως δεν πρέπει ο Χριστιανός ποτέ να απελπίζεται; Έλεγε με την πανηγυρικήν του φωνήν, χαρμόσυνον ωσάν την ψαλμωδίαν του την αλησμόνητον. Γύρω του περιίσταντο με σεβασμόν η κοντούλα η Ξενιώ πανευδαίμων με την μητέρα της και ο Μοναχάκης με δακρυσμένους τους οφθαλμούς του από την χαράν.

Αυτός πρώτος πάλιν ανέπνεε τα πρώτα αρώματα του λευκού αστερίνου άνθους, ανοίξαντος πλέον, κ' εκόμιζε την χαρμόσυνον είδησιν εις το χωρίον κρατών συνάμα και μικρόν κλωνίον διηνθισμένον, ως ζωγραφιστόν, μάλλον εύελπις και από την περιστεράν εκείνην της Κιβωτού. — Ανοίξανε η εληές!

Νικολάκη δεν το λέγανε αυτό το παιδί; — Ναι. Μα τώρα έγεινε καπετάν Νικολάκης. Η κόρη εδώ μόλις εκράτησε την φωνήν της να μη εκραγή εις χαρμόσυνον ανακραύγασμα. — Λοιπόν το νόστιμον είνε τούτο, επανέλαβεν ο πρώτος ναύτης, επιτηδευόμενος τον ταξειδεύσαντα εις Αγγλίαν και επιδεικνύων τα αγγλικά του, τα οποία δεν επροχώρουν πλέον των δύο αυτών λέξεων.

Αύτη με όλην την πτωχίαν διετήρησε τον φαιδρότατον χαρακτήρα της δροσερόν και χαρμόσυνον, τρέχουσα εις τα κτήματά της με τας θυγατέρας της, χωρίς η παραμικρά κατήφεια να επισκιάση την λάμψιν των μαύρων της οφθαλμών.

Συ δε, άναξ Μενέλαε, ετοίμαζε τα της τελετής του γάμου, και ας ηχήσουν οι αυλοί εις το στρατόπεδον και ο έρρυθμος κτύπος των ποδών, διά το χαρμόσυνον αυτό της κόρης γεγονός. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αρκούσι ταύτα. Τώρα είσελθε εις την σκηνήν και ας διευθετήση τα λοιπά η καλή τύχη. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Οίμοι!

Το χαρμόσυνον της εορτής ηύξανεν αναμφιβόλως εκ της περιστάσεως ότι αύτη είπετο μόνον τέσσαρας ημέρας μετά τας σεβασμίας και παρηγόρους τελετάς της μεγάλης ημέρας του Ιλασμού, καθ' ην εγίνετο πάνδημος αγνισμός υπέρ των αμαρτιών του λαού.

Η Γερακούλα, αν και αι αναμνήσεις της από της θαλάσσης ήσαν τόσον πικραί, με χαράν ωσαύτως το ήκουσε το χαρμόσυνον άγγελμα, θεωρήσασα τούτο ως άνωθεν προωρισμένον υπό της θείας προνοίας, δεν εσυλλογίσθη καν τας θλίψεις και την αβεβαιότητα του θαλασσινού βίου. Άλλως, τι εν τω κόσμω είνε βεβαιότερον;

Έπειτα από εκεί ο οδηγός μου με έφερεν εις ένα κάμπον πολλά χαρμόσυνον ο οποίος ήτο γεμάτος από ωραιότατα κορίτσια, που εσύγχισαν τον νουν μου τα κάλλη τους· μερικά από ταύτα ετραγωδούσαν· άλλα ελαλούσαν διάφορα όργανα και άλλα εχόρευαν κάθε λογής χορούς· και τόσον ευφράνθη η καρδία μου να τα βλέπω και να ακούω, που τέλος πάντων ολίγον έλειψε να τρελλανθώ.