United States or Italy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εστοχάσθηκα από την θεωρίαν του, και από την μεγαλοπρέπειάν του, ότι αυτός θα ήτον ο αυθέντης εκείνου του παλατίου, και άρχισα να φοβούμαι μήπως του κακοφανή, που εμβήκα εκεί χωρίς το θέλημά του. Αυτός απερνώντας από σιμά μου εσταμάτησε, και μου είπεν· Ω νέε, δεν είσαι εσύ από την Μπάσραν; Ναι, του απεκρίθηκα αυθέντη.

Βάν' ασημένιον αργαλειό κ' υφάδια μεταξένια, Βάν' σαΐταις μάλαμμα και φιλτισένια χτένια, Κι' αγάλια-αγάλια ύφαινε και ψιλοτραγουδούσε. Από το βρόντο τ' αργαλειού κι' απ' τον ηχό της κόρης Ο ήλιος εσταμάτησε, δεν πάει να βασιλέψη.

Κι αφού ετέλειωσε το ερωτικό μάθημα, ο Δάφνης έχοντας ακόμη ποιμενικό μυαλό, ξεκίνησε τρεχάλα για τη Χλόη να της κάνη αμέσως ίσα είχε μάθει, σαν να φοβότανε μήπως αργώντας τα ξεχάση· μα η Λυκαίνιο αφού τον εσταμάτησε, τέτοια του είπε: — Ακόμη και τούτα πρέπει να σε μάθω, Δάφνη.

Επειδή είχε ζήση έως τώρα με τα ζώα, δεν τα εφοβείτο· τους ανθρώπους όμως εφοβείτο διότι δεν τους εγνώριζεν. Όταν ο Μανώλης επέστρεφεν, ο ήλιος είχεν υψωθή πολύ και το καύμα της ημέρας είχεν αρχίση. Εις το επάνω μέρος των Λιβαδιών εκίνησε την περιέργειάν του και τον εσταμάτησε μια βουκολική σκηνή.

Και καταριέται η εργατειά κ' οι ξενοδουλευτάδες Κ' έρχονται και φωνάζουνε και λεν του βασιληά τους, Ή να γιατρέψη το κακό που εγείνηκετη χώρα Κι' ο ήλιος εσταμάτησε, ή θε να τον σκοτώσουν. Ο βασιληάς στέλνει ρωτά μια μάγισσα μεγάλη. — Μάγισσα, ποιο είνε το κακό, που εγείνηκετη χώρα, Κι' ο ήλιος εσταμάτισε, δεν πάει να βασιλέψη; — Κάνα κακό δεν έγεινετη χώρα, βασιληά μου.

Εκατάλαβα, είπεν ο Σωκράτης, αλλ' ίσως βέβαια επιτρέπεται και πρέπει να ευχηθή κανείς εις τους θεούς η αλλαγή της κατοικίας απ' εδώ εις τα εκεί να γείνη ευτυχής· το οποίον και εγώ εύχομαι λοιπόν και άμποτε να γείνη κατ' αυτόν τον τρόπον. Και άμα είπεν αυτούς τους λόγους εσταμάτησε και το έπιεν όλον με πολλήν ευκολίαν και ηρεμίαν.

Ο Χριστός εν πνεύματι τρυφερότητος εσταμάτησε προ της εκφράσεως, «ημέραν ανταποδόσεως του Θεού ημών», και τελευταίας απήγγειλε τας λέξεις, «κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν». Είτα ετύλιξε πάλιν τον κύλινδρον και τον απέδωκεν εις τον βιβλιοφύλακα, και, ως έθιστο μεταξύ των Ιουδαίων, εκάθισε να εκφωνήση την διδαχήν Του.

Όποιος ακούει τους θεούς, κ' αυτοί τον πάρ' ακούουν. Είπε· κ' εσταμάτησε το χέρι το βαρύ τουτην ασημένια τη λαβή· κι' οπίσωτο θηκάρι Το μέγα σπαθί έσπρωξε· κ' εις της θεάς Αθήνας Τον λόγον δεν απείθησε. Τότε λοιπόν κ' εκείνητον Όλυμπον ανέβηκεν, εις του αιγιδοφόρου Του Δία τα βασίλεια, προς τους θεούς τους άλλους.

Τότε λοιπόν ας εξετάσωμεν τους αδελφούς του, τον Ποσειδώνα και τον Πλούτωνα και το άλλο όνομα τούτου. Ερμογένης. Πολύ καλά. Σωκράτης. Και λοιπόν το όνομα του Ποσειδώνος μου φαίνεται ότι εδόθη από εκείνον ο οποίος το ωνόμασε πρώτος, διότι αυτόν, ενώ εβάδιζε, τον εσταμάτησε η φύσις της θαλάσσης, και δεν τον άφησε να προχωρήση, παρά έγινε δι' αυτόν ωσάν &δεσμός& των &ποδών& του.

Είχεν αληθές πάθος διά την ρητορικήν τέχνην και δεν άφινεν ευκαιρίαν από του να κάμη επίδειξιν αυτής. Την στιγμήν αυτήν φίλος του ρήτορος, καθήμενος παρά το πλευρόν του, έβαλε το χέρι επί του ώμου του και του εσφύριξε μερικάς λέξεις εις το αυτί. Αμέσως ο πρώτος εσταμάτησε συντόμως και επανέπεσεν επί του καθίσματός του. — Και έπειτα, είπε τότε ο διακόψας τον ρήτορα, ήταν και ο Μπουγιάρ, η σβούρα.