United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το όλον χρώμα του σώματος πρέπει να είνε όμοιον προς εκείνο το οποίον ο ποιητής της Ιλιάδος απέδωκεν εις τον Μενέλαον, παρομοιάσας τους μηρούς αυτού με ελεφαντοκόκαλον ελαφρώς πορφυρωμένον. Ο ίδιος ας ζωγραφίση και τους οφθαλμούς και ας την κάμη βοώπιν. Θα τον βοηθήση δε εις το έργον και ο Θηβαίος ποιητής, διά να την κάμη ιοβλέφαρον.

Και εξ όσων λέγει δεν φαίνεται να εννοή παρά την ευτυχίαν των παρασίτων. Και δεν έβαλεν εις του τυχόντος ανθρώπου το στόμα τους λόγους τούτους, αλλά τους απέδωκεν εις τον φρονιμώτατον των Ελλήνων.

Επειδή όμως ο Βουλπιώτης, όστις υπετίθετο ως όργανον αυτής, έλαβεν υποδοχήν από τον Μαυροκορδάτον αντί της ανηκούσης εις τοιούτον αμάρτημα ποινής, έδωκεν αιτίαν να πιθανολογήσωσιν ότι απέδωκεν εις τον Καραϊσκάκην κατά ζήτησιν των εχθρών αυτού σκοπούς, τους οποίους εκείνος δεν είχε διόλου κατά νουν.

Ο δε παραίτιος της δευτέρας ταύτης πτώσεως όνος, δυστυχέστερος γενόμενος και αυτού του Αδάμ ουδέ να χωνεύση επρόφθασε τον απηγορευμένον καρπόν, αλλά καταληφθείς υπό φοβερών σπασμών απέδωκεν ευθύς το πονηρόν του πνεύμα.

Απ' εναντίας, καταστήσας τον εχθρόν του φίλον επιστήθιον διά των περιποιήσεων και συμβουλών του, απέδωκεν αυτόν εις την πατρίδα πολίτην ενάρετον και σωφρονέστατον. Ιδού αμνησικακία, ιδού αρετή!

Είθε η ευχή του Αγίου Πατρός να είνε μεθ' ημών. Αμήν». Αφού ανέγνω ο Σκούντας την ανωτέρω επιστολήν, την απέδωκεν εις τον Τρανταχτήν, όστις εμειδία πονηρώς. — Τώρα ναι, σε πιστεύω. Διότι, δεν γίνεται να είνε πλαστόν αυτό το γράμμα, τι διάβολο! — Δεν πιστεύω να με κάμης και πλαστογράφον, είπεν ο Τρανταχτής, υποκρινόμενος ότι δυσαρεστείται. — Και ποίαι είνε αυταί, οπού λέγει; — Ποίαι;

Εγονυπέτησε πλησίον της και θέσας ελαφράν την χείρα επί του λατρευτού μετώπου της, είπεν: — «Ο Χριστός σε έσωσε και σε απέδωκεν εις εμέ! Λίγειά μου». Τα χείλη της Λιγείας εκινήθησαν εκ νέου εις ένα ακατανόητον ψίθυρον. Τα βλέφαρά της εκλείσθησαν και εβυθίσθη εις βαθύν ύπνον, τον οποίον ανέμενεν ο Θεοκλής και τον οποίον εθεώρει ως εξαίρετον σημείον.

Και απέφυγε μεν το πήλινον αγγείον ο Μανώλης, αλλά δεν κατώρθωσε ν' αποφύγη και το περιεχόμενόν του, το οποίον τον κατέβρεξε. — Μια σου και μια μου, Μαρούλι, είπε γελών με αγαθότητα. Την είχε καταβρέξη αυτός όταν της έσπασε το σταμνί· τώρα του το απέδωκεν αυτή και ήσαν εξωφλημένοι.

Ο Χριστός εν πνεύματι τρυφερότητος εσταμάτησε προ της εκφράσεως, «ημέραν ανταποδόσεως του Θεού ημών», και τελευταίας απήγγειλε τας λέξεις, «κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν». Είτα ετύλιξε πάλιν τον κύλινδρον και τον απέδωκεν εις τον βιβλιοφύλακα, και, ως έθιστο μεταξύ των Ιουδαίων, εκάθισε να εκφωνήση την διδαχήν Του.

Παρεκτός δε τούτου, του εφαίνετο και ως, τρόπον τινά, προδοσία το να ανακοινώση εις αυτόν τα απόρρητα της καρδίας του, αφού άπαξ εις άλλην ψυχήν τα ενεπιστεύθη. Ο Κ. Πλατέας παρετήρησε τον δισταγμόν, αλλά τον απέδωκεν εις την συγκίνησιν του φίλου του. Μετά τινα σιωπήν, βλέπων ότι η εξομολόγησις δεν ήρχετο αφ' εαυτής, ηθέλησε να την προκαλέση δι' ερωτήσεων.