United States or Kazakhstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτως ο Σατανάς παρασύρει εις την παγίδα της αμαρτίας τον άνθρωπον. Και η στρυφνή γειτόνισσα παρ' ολίγον με την θνητήν παρατήρησίν της, παρ' ολίγον να ρίψη εις τα δίκτυα της αμαρτίας την ενάρετον Γερακούλαν, ης το στόμα ουδέποτε έπαυσε να επικαλήται τον Κύριον, και ης η καρδία ουδέποτε έπαυσε να ελπίζη εις τον Θεόν.

Λοιπόν ας επινοήσωμεν τον εξής τρόπον προς καταρτισμόν αυτών· έκαστον έτος με τας θερινάς τροπάς του ηλίου πρέπει να συγκαλήται ολόκληρος η πόλις εις τον ναόν του Ηλίου και του Απόλλωνος, διά να εκλέξουν χάριν του θεού μεταξύ των τρεις άνδρας όποιον έκαστος θεωρεί καθ' όλα ενάρετον εκτός του ατόμου του, με ηλικίαν όχι κατωτέραν των πενήντα ετών.

Τίνες λοιπόν άλλοι παρά σεις, οι οποίοι προς βλάβην εκείνων επεδεικνύετε αρετήν, είναι δικαιότερον να μισώνται υφ' όλων των Ελλήνων; Και όσα μεν παρέσχετε άλλοτε από ενάρετον πρόθεσιν, όπως διατείνεσθε, απεδείξατε σήμερον ότι δεν ήσαν σύμφωνα με τον αληθινόν σας χαρακτήρα, όσα δε ήθελεν ο φυσικός σας χαρακτήρ εφανερώθησαν κατά την αληθή των όψιν, διότι ηκολουθήσατε τους Αθηναίους εις την οδόν της αδικίας.

Αι ψυχαί των δικαίων μάς επισκέπτονται ως αι ψυχαί των αγίων. Ο παπά-Φλαβιανός ο ηγούμενος του Καινούργιου Μοναστηριού μου διηγήθη πολλά και παράδοξα. Και όλα αληθινά! Ο Άγιος Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης είχεν υποτακτικόν τον ενάρετον και υπήκοον Βασίλειον, όστις απέθανεν.

Τουτέστι, προέγνω ο Θεός ότι θα αμαρτήση τις, και τον προώρισεν εις κόλασιν· προέγνω ότι θα μετανοήση, τον προώρισεν εις σωτηρίαν· προέγνω ότι θα ζήση ενάρετον βίον, τον προώρισεν εις βασιλείαν αιώνιον. Αλλ' όμως ουχί διότι προέγνω ο Θεός και προώρισε, διά τούτο θα αμαρτήση τις ή θα αγαθοποιήση, αλλά διότι θα αμαρτήση ή θα πολιτευθή εναρέτως, διά τούτο προέγνω και προώρισεν ο Θεός.

Ο Νόμος σου ο αυστηρός ας κόψη ολίγον πριν της ώρας των τα γέρικά μου χρόνια. ΠΡΙΓΚΗΨ Δι' άνθρωπον ενάρετον και άγιον σε είχα. Τι άλλο έχει να ειπή ο δούλος του Ρωμαίου; ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Εις τον αυθέντην μου εγώ της Ιουλιέτας είπα τον θάνατον. Την Μάντουαν παραίτησεν αμέσως κ' ήλθεν εδώ βιαστικός, 'ς αυτόν εδώ τον τάφον.

Και τότε μοναχός μου, την ώραν που επρόσμενα η νέα να ξυπνήση, ήλθα απ' τον τάφον μυστικά να την ελευθερώσω, κ' εις το κελλί εσκόπευα να την κρατώ κρυμμένην, έως να στείλω μήνυμα και πάλιν ‘ς τον Ρωμαίον. Αλλ' όταν έφθασα εδώ, λεπτά ολίγα μόλις πριν να την εύρω ξυπνητήν, τους ηύρα και τους δύο, τον Πάρην τον ενάρετον και τον πιστόν Ρωμαίον, αποθαμμένους καταγής.

ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Αποτείνομαι προς τους τρεις γερουσιαστάς του μεγάλου τούτου κόσμου, τους αντιπροσώπους των θεών. — Δεν εννοώ διατί ο πατήρ μου, έχων υιόν και φίλους, θα εστερείτο εκδικητών, αφού ο Ιούλιος Καίσαρ, ούτινος το φάσμα ενεφανίσθη εις Φιλίππους εις τον ενάρετον Βρούτον, σας είδεν εκεί πολεμούντας υπέρ αυτού.

Απ' εναντίας, καταστήσας τον εχθρόν του φίλον επιστήθιον διά των περιποιήσεων και συμβουλών του, απέδωκεν αυτόν εις την πατρίδα πολίτην ενάρετον και σωφρονέστατον. Ιδού αμνησικακία, ιδού αρετή!

Πολλάκις μ' ήλθεν όρεξις να τουφεκίσω απ'το παράθυρον την αμαρτωλήν όρνιθα διά ν'απαλλάξω την ενάρετον από τα βάσανα της εγκαταλείψεως και της ζηλείας, αλλά μ' επρόλαβεν η θεία δίκη. Από το πολύ ίσως τσιμποφίλημα εξύπνησεν ένα πρωί η παραλυμένη κόττα με ορνιθοκόρυζαν ή, ως την λέγουν οι Χίοι, τσίφναν, κακήν αρρώστειαν δι' όλα τα πτερωτά.