United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


Περί τα τέλη σχεδόν της εργασίας ταύτης, ότε οι εισερχόμενοι καθίσταντο αραιότεροι, ενεφανίσθη εις την θύραν άνθρωπός τις, εις ου την παρουσίαν εξεπλάγη ο Πλήθων. — Τι είνε, Θεόδωρε; ηρώτησεν. Ο Θεόδωρος έκαμε νεύμα προς τον Πλήθωνα, και πλησιάσας εις την έδραν εφ' ης ούτος εκάθητο, τω εψιθύρισε λέξεις τινάς εις το ους. — Εκείνη ήλθε. — Πού; — Εις το ΣπήλαιονΠώς;

Αλλ’ αίφνης εις την είσοδον της αιθούσης ενεφανίσθη μορφή τις ουδέν έχουσα κοινόν προς τα περικυκλούντα με απαίσια φαντάσματα, αλλά ζωηρά, ευπροσήγορος, φιλομειδής, αγαθωτάτη και ανήκουσα εις τον αξιότιμον κ. Όθωνα Ίνχιον, διδάκτορα της ιατρικής, μέλος διαφόρων ακαδημιών, ιππότην του Αγ.

Έκλαιεν η μητέρα του. Ότε μετά τινας ημέρας, έξαφνα, ενεφανίσθη μίαν πρωίαν εις τον αιγιαλόν του Κάστρου μία ωραία σκαμπαβία. Ο νεαρός Μανώλης, ο οποίος την εκυβέρνα, την προσώρμισε κάτω-κάτω, παράμερα, προς την Παναγίαντα Ηλιόβολα, όπου άρχισε να την επιδιορθώνη.

Αλλ' η Μαργή δεν είχεν επιστρέψη ακόμη από το Πετρούνι. Μόνον η χήρα ενεφανίσθη και εύρε τρόπον νανταλλάξη ολίγας λέξεις ταπεινοφώνως με τον Μανώλην. Η Σαϊτονικολίνα είχεν εξέλθη προς αναζήτησίν του και μετ' ολίγον τον συνήντησε καθ' οδόν αλλ' εις μάτην επροσπάθησε να τον παραλάβη εις το σπίτι, όπου θα συνηθροίζετο όλη η οικογένεια. Ο Μανώλης εδείπνησεν εις του Αστρονόμου.

Οι δύο άλλοι γέροντες λησταί φθάσαντες προ αυτού είχον ήδη έτοιμον την λέμβον εν τη θαλάσση κατά τας διαταγάς του αρχιληστού, όστις ενεφανίσθη και αυτός μετ' ολίγον, ασθμαίνων. Κατά την βεβιασμένην από του Μοναστηρίου αναχώρησιν, υποπτεύσας ο αρχιληστής ότι θα επροδόθη υπό του δραπετεύσαντος θυρωρού, επανήρχετο εις Κεχρεάν μετά πολλών προφυλάξεων.

Ο γέρων Φούρβης ήνοιξε την θύραν και ενεφανίσθη με το υποκάμισον εις το διάκονον αυτής. — Ποίος είσαι; Ποιος σ' έστειλε; Τι θέλεις; — Να μου ανοίξης την πόρτα. — Σου την άνοιξα. — Την πόρτα του μοναστηρίου. — Διά να φύγης; — Βέβαια. — Και διά πού; Ο διάβολος σ' έβαλε, τέτοιαν ώρα; — Να μου ανοίξης, επέμενεν ο ξένος. — Βέβαια, δεν είσαι εις τα λογικά σου, είπεν ο μπάρμπα Φούρβης.

Αλλά μίαν ημέραν οι τεχνίται και οι έμποροι της Πλατειάς Στράτας συνεφώνησαν να μη τον πειράξουν, διά να ίδουν τι θα συνέβαινε. Την επιούσαν ενεφανίσθη ο τρελλός εις την Πλατειάν Στράταν, διήλθεν όλην την οδόν, αλλ' ουδείς τον επείραξεν, ουδείς εφάνη προσέξας εις την διάβασίν του. Αντί δε ν' απέλθη ευχαριστημένος, εστράφη προς τα οπίσω και εκ νέου διέτρεξε την οδόν.

ΚΑΙΣΑΡ. Σου έγραψα ότε εκραιπάλας εν Αλεξανδρεία, αλλά συ θέσας τας επιστολάς εις τον κόλπον σου, απέπεμψες τον απεσταλμένον μου μετά σαρκαστικών επιπλήξεων. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ενεφανίσθη αιφνιδίως ενώπιόν μου πριν ή ακόμη αγγελθή.

Και ταύτα μεν συνέβησαν εις την Ήλιδα. Όταν δε έφθασα εις την Ολυμπίαν, ο οπισθόδομος ήτο πλήρης από τους κατηγορούντας τον Πρωτέα ή επαινούντας την πρόθεσίν του, ούτως ώστε και εις συμπλοκήν έφθασαν πολλοί εξ αυτών, έως ου ενεφανίσθη αυτός ο Πρωτεύς συνοδευόμενος από μεγάλου πλήθους, μετά τον αγώνα των κηρύκων, και ωμίλησε περί του εαυτού του, και διηγήθη τον βίον του και τους κινδύνους τους οποίους διέτρεξε και όσα υπέφερε χάριν της φιλοσοφίας.

Μήπως αυτή είχεν ομολογήση προς τον αδελφόν της τας προτάσεις του και ούτω ο απαίσιος εκείνος, καλώς πληροφορημένος, τους παρηκολούθει και ενεφανίσθη εις τον κήπον την στιγμήν ακριβώς κατά την οποίαν απεφάσισε να εκτελέση την απόφασίν του; Η σκέψις αύτη δεν εβράδυνε να μεταβληθή εις πεποίθησιν εις τον απλοϊκόν και εξημμένον εγκέφαλόν του και όλην του την αγανάκτησιν και την εκδίκησιν έστρεψε και κατά των δύο αδελφών αδιακρίτως.