Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Ο Γύφτος επέμεινε να μείνη όρθιος, και τότε ο ξένος ηναγκάσθη να μετέλθη έκτακτόν τι μέσον, να σύρη αυτόν εκ της χειρίδος, ίνα τον βιάση. Ο Γύφτος δεν ηδύνατο ν' αντιστή επί πλέον, και υπήκουσεν. — Ελέγαμεν λοιπόν, μάστορη; είπεν ο ξένος με καθαράν φωνήν. — Τι διατάττει ο άρχων, είπεν ο Γύφτος με φωνήν υποτρέμουσαν — Να μην έχης κανένα δισταγμόν, είπεν ο άρχων. — Τι θέλει ο άρχων;
Άραγε και αντίθετον είναι τούτο προς αυτό πού λέγομεν τώρα; Δηλαδή δεν κάμνει άραγε εκείνον που πίνει αυτό πρώτον μεν περισσότερον ιλαρόν από ό,τι ήτο προηγουμένως ο ίδιος και όσον περισσότερον δοκιμάζει από αυτό, τόσον περισσοτέρας ελπίδας δεν αποκτά και πεποίθησιν εις την δύναμίν του; Εις το τέλος μάλιστα δεν φορτώνεται ο τοιούτος απόλυτον παρουσιαστικότητα και ελευθερίαν ως να είναι σοφός, και απόλυτον αφοβίαν, ώστε και να ειπή οτιδήποτε χωρίς δισταγμόν, και ομοίως να διατάξη;
Παρεκτός δε τούτου, του εφαίνετο και ως, τρόπον τινά, προδοσία το να ανακοινώση εις αυτόν τα απόρρητα της καρδίας του, αφού άπαξ εις άλλην ψυχήν τα ενεπιστεύθη. Ο Κ. Πλατέας παρετήρησε τον δισταγμόν, αλλά τον απέδωκεν εις την συγκίνησιν του φίλου του. Μετά τινα σιωπήν, βλέπων ότι η εξομολόγησις δεν ήρχετο αφ' εαυτής, ηθέλησε να την προκαλέση δι' ερωτήσεων.
Ο Δαρείος ενόησε και την επιστήμην του και τον δισταγμόν του· διέταξε λοιπόν τους αγαγόντας αυτόν να φέρωσιν εις το δωμάτιον μάστιγας και κέντρα. Τότε εφανέρωσεν εαυτόν και είπεν ότι καλώς μεν δεν εγνώριζεν αλλ' ότι διαμείνας πλησίον ιατρού είχεν ασκηθή ολίγον εις την τέχνην.
Αλλά βλέπων όλους ημάς περιέργους και ανυπομόνους να τον ακούσωμεν, ενίκησε τον δισταγμόν του, ανεκάθισεν επί της καθέκλας του, εσήκωσεν από της κεφαλής το καλυμμαύχιόν του, το απέθεσεν επί της τραπέζης, έτριψε δις ή τρις το μέτωπον με την δεξιάν παλάμην του, και στηρίξας το ήρεμον βλέμμα κατά σειράν επί τους οφθαλμούς όλων ημών, ήρχισεν ως εξής την διήγησίν του: — Γνωρίζετε όλοι τα Παλαιά Αλώνια εδώ έξω, προς βορράν του χωρίου.
Η Πηγή εφάνη σκεπτομένη· έπειτα δε με μικρόν δισταγμόν είπε: — Να του μιλήσω κεγώ; Ντρέπομαι, μα θα του το πω ... Ο Μανώλης ανετινάχθη, με λαμποκόπημα χαράς εις τα μάτια. — Ναι, να του πης πως δε μας εγνοιάζει μας κιάν δεν είνε τελειωμένο το σπίτι ... Η Πηγή τον προσέβλεψεν απορούσα. — Ώστε να τελειώση το σπίτι, ας κατοικήσωμε στον οντά μας, εξηκολούθησεν ο Μανώλης.
Ήρκει ότι περιέδεσε με το μανδύλιόν του το τραύμα της δυστήνου κόρης, ήρκει ότι είπεν ένα καλόν λόγον προς υπεράσπισιν αυτής, και ηδύνατο ευλόγως να νομίζη ότι εξεπλήρωσε το χρέος του. Του λοιπού ας εμερίμνα αυτή περί εαυτής. Η γραία ιδούσα τον δισταγμόν του ξένου, ενόησεν ότι έπρεπε να επιμείνη όπως κερδίση την δίκην.
Η Αϊμά εσίγησεν. Αλλ' όμως το βλέμμα αυτής εξέφραζεν απορίαν. — Και δύναμαι ν' αποδείξω τούτο. Ζήτησόν μου τι επιθυμείς, και θα ίδης αν είμαι πρόθυμος να σοι το παραχωρήσω. Η Αϊμά δεν ετόλμα να λαλήση. Ο φιλόσοφος έβλεπε τον δισταγμόν της διά μέσου των βλεφαρίδων της, αίτινες εσκέπαζον τους τεταπεινωμένους αυτής οφθαλμούς. — Είνε αδύνατον να μη επιθυμής τι, επανέλαβεν ο Πλήθων.
Νέος ήτο κ' έβραζε το αίμα του· και αν δεν κάνουν οι νέοι τρέλλες, ποιοι θα τις κάνουν, οι γέροι; Και το κάτω κάτω μήπως αυτές η τρέλλες της νεότητος δεν ήσαν το ωραιότερον μέρος της ζωής; Διά τούτο είχε και ένα άλλον δισταγμόν. Δεν ήθελε να βάλη τον Μανώλην τόσον γλίγωρα στα βάσανα της ζωής χωρίς να τον αφήση να χαρή και αυτός την νεότητά του ένα ή δύο έτη.
Ναι, ω αγαπημένοι μου, θέλω σας δώσει την ευχαρίστησιν, επειδή και δείχνετε τόσην επιθυμίαν να τα μάθετε, μα σας περικαλώ να ενθυμηθήτε το ό,τι σας είπα, ήγουν πως να μην αμφιβάλλετε εις τα όσα θέλω σας διηγηθή επειδή και θέλετε λάβει δισταγμόν εις κάποια πράγματα παράξενα, που έχω να σας διηγηθώ. &Ιστορία των εξαισίων συμβεβηκότων του Αμπουλβάρη, του μεγάλου περιηγητού. Ταξείδιον Α'.&
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν