United States or Vietnam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καίτοι ξένη, δεν δύναμαι να μη λυπηθώ διά την δυστυχίαν του ξένου τούτου βασιλέως. ΜΕΝΕΛΑΟΣ Αδελφέ, δος μοι να σφίγξω την χείρα σου ! ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ιδού, λάβε την. Είσαι συ ο ευτυχής κ' εγώ ο άθλιος.

Κ' ευθύς ταις καλοπλέξουδες επρόσταξε παρθέναις• «Σταθήτ' εδώ, θεράπαιναις• γιατ' είδετ' έναν άνδρα, πού φεύγετε; κάποιος εχθρός φοβείσθ' ότ' είναι τούτος; 200 άνδρας δεν είναι φοβερός, ούτε ποτέ θα υπάρχη, να 'λθη να φέρη πόλεμοτην χώρα των Φαιάκων• ότι είμασθεν αγαπητοί πολύ των αθανάτων, και μες την άγρια θάλασσαν ύστεροι κατοικούμε, ουδέ μ' ημάς συγκοινωνεί κανένας των ανθρώπων. 205 αλλ' ήλθε αυτός ο δύστυχος πλανώμενος 'δω πέρα• πρέπει να τον ξενίσουμεν• ότι έρχονται απ' τον Δία πτωχοί και ξένοι• ολιγοστό και αγαπητό το δώρο. αλλά δόστε, θεράπαιναις, βρώσι, πιοτό, του ξένου, και λούστε αυτόντον ποταμό, 'ς ανάνεμη γωνία». 210

Δεν είχαν ξεπεράσει ακόμα τη μέση της αυλής ο προύχοντας με τον ξένον, όταν το μουλάρι του ξένου χλιμήτρησε, και το σκυλλί της Κώσταινας πετάχτηκε από το κουμάσι του και χωρίς ν' αληχτήση περικύκλωσε τον ξένο και ρίχνονταν γύρα του περίχαρο.

Όταν τελειώσουν τας συζητήσεις των περί του ξένου αρχίζουν και περί αυτών των ιδίων· ο πριν σύντροφος γίνεται μόλις απομακρυνθή της ομηγύρεως κέντρον της κακολογίας των άλλων. Δεν ήτο λοιπόν δυνατόν ούτοι να σεβασθούν και να τηρήσουν μυστικόν το πάθημα του Δημήτρη.

Αλλοίμονο, κοπέλλα μου, της είπε. Αυτός δεν είναι πια στον απάνω κόσμο. Μέσα στα σπλάχνα της γης, μέσα στους άγριους τους τόπους, έφαγε τα νιάτα του, γυρεύοντας την τύχη του. Δεν τον βοήθησε ο Θεός. Βγήκε χλωμός, με την ψυχή στο στόμα απ' τα σκοτεινά λαγούμια της γης, για να ξαναμπή πάλι για πάντα. Και τα μάτια του ξένου τρέχανε δάκρυα.

Άλλη το επήρε από τα χέρια του ξένου, άλλη το μεταφέρει εκεί κάτω, εις το μέγαρον. Η δε μαρκησία! Τα χείλη της, τα ωραία της χείλη, τρέμουν. Τα μάτια της είναι φουσκωμένα από δάκρυα, τα μάτια εκείνα, τα οποία όμοια προς την άκανθον του Πλινίου είναι και γλυκά και υγρά. Ναι! τα μάτια της είναι φουσκωμένα από δάκρυα. Η γυναίκα όλη εσκίρτησεν εις τα βάθη της ψυχής της, το άγαλμα έδωσε σημείον ζωής!

Κατόπι του ευθύς έφθασετα δώματ' ο Οδυσσέας, παρόμοιος με γέροντα τρισάθλιον ψωμοζήτη, οπ' ακουμπούσετο ραβδί και αχρεία ρούχα εφόρει. εκάθισετο φράξινο κατώφλι προς το δώμα, γυρτόςτον κυπαρίσσινον ωραίον παραστάτη, 340 'που ξυλουργός πότ' έξυσε κ' εστάφνισε με τέχνη. εκάλεσε ο Τηλέμαχος σιμά τον χοιροτρόφο, και άρτον επήρε ολάκερον απ' τ' εύμορφο καλάθι, και κρέας, όσο ανταμωταίς η φούχταις του χωρούσαν, κ' είπε• «Του ξένου δόσε αυτά και παρακίνησέ τον 345 να τριγυρνά ζητεύοντας προς όλους τους μνηστήραις• καλή δεν είν' η εντροπήτον άνδρα, 'πώχει ανάγκη».

Το στοϊκόν ήθος οπού ο Αγγλος περιηγητής, αποδίδει εις τον Βηλαρά, ήταν ίσως κοινόν εις όλους τους αληθινά πεπαιδευμένους της Ελλάδος· επειδή, εις το πέλαγος των ηθικών παθημάτων οπού ευρίσκετο η πατρίς και το έθνος, τι άλλο ημπορούσε να κάμη τον ευαίσθητον σπουδαίον να ανθέξη, παρά μία καρτερία υπερβολική, οπού στα μάτια κάθε ξένου έπρεπε να νομισθή στοϊκισμός;

Απόδειξις τούτου είναι ότι οι Λακεδαιμόνιοι ουδέποτε μόνοι, αλλά μεθ' όλων των συμμάχων των εκστρατεύουν εναντίον ημών· ενώ ημείς, οσάκις επερχόμεθα κατά της χώρας των άλλων ευκόλως ως επί το πλείστον νικώμεν μαχόμενοι επί εδάφους ξένου και εναντίον ανθρώπων υπερασπιζομένων την ιδικήν των χώραν.

Πάμε, είπε και ο ξένος. Και επέστρεψαν εις την καλύβην. Ο ξένος ηυχήθη την καλήν νύκτα και απήλθεν εις το κατάλυμά του, εγγύς της παραλίας κείμενον. Τα όνειρα του Μάχτου. Ο Μάχτος έμεινε τελευταίος εις την κρύπτην του, προσδοκών μέχρις ου απομακρυνθώσιν οι δυο σύντροφοι. Βαθείαν αίσθησιν είχον εμποιήσει αυτώ αι προτάσεις και αι παρακελεύσεις του ξένου.