Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025
Του απάντησε ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας• «'Σ την φρικτή μάχη να ευρεθούν εκείνοι δεν θ' αργήσουν, οπόταν να ξεχωρισθή 'ς τα μέγαρά μου αρχίση η ορμή του Άρη ανάμεσα 'ς εμάς και τους μνηστήραις• αλλά συ τώρα θε να πας, άμ' η αυγή ροδίση, 270 σπίτι μας, και πλησίαζ' τους προπετείς μνηστήραις• εμ' έπειτα ο χοιροβοσκός 'ς την πόλι θα οδηγήση παρόμοιον με γέροντα τρισάθλιον ψωμοζήτη. κ' εάν εμέ 'ς το σπίτι μου εκείνοι εξουθενώσουν, τον πόνο κλείε 'ς την ψυχήν, εν ώ κακοποιούμαι. 275 και αν απ' το δώμα βγάλουν με ποδοσυρτά 'ς τον δρόμο, ή με κτυπήσουν, κύτταζε και την καρδιά σου σφίγγε. μόνον με τρόπον μαλακό συ λέγε τους να παύσουν απ' ταις μωρίαις• και ποσώς δεν θα πεισθούν εκείνοι• ότ' ήλθεν ήδη επάνω τους η διωρισμέν' ημέρα. 280 κ' έν' άλλο ακόμη θα σου ειπώ και ας το φυλάξη ο νους σου• όταν, ως η πολύβουλη θα με διδάξη Αθήνη, σου νεύσω με την κεφαλή, και άμα συ μ' εννοήσης, τ' άρματ', όσα σου ευρίσκονται 'ς τα μέγαρά μας, όλα σήκωσε, και 'ς το απόκρυφο του υψηλού θαλάμου 285 θέσε τα, και αποκοίμησε με λόγια τους μνηστήραις, όταν, ενώ τ' αναζητούν, για κείνα σ' εξετάσουν• θα ειπής• —τα πήρ' απ' τον καπνόν, ότι δεν είναι πλέον ως ο Οδυσσέας τ' άφινε πριν πάγη 'ς την Τρωάδα, και ως 'πώφθαν' άχνα της φωτιάς την πρώτη λάμψι εχάσαν. 290 και άλλο τι μεγαλήτερο 'ς τον νου μου 'βαλε ο Δίας• μήπως σας φέρ' εις μάλωμα, και κτυπηθήτε, η μέθη, και το τραπέζι ατιμασθή με αίμα και η μνηστεία• 'ς τον εαυτό του ο σίδηρος σέρνει τον άνδρα μόνος.— πλην δυο μαχαίρια φρόντισε ν' αφήσης, δυ' ασπίδαις 295 και δυο κοντάρια, πρόχειρα μόνον 'ς εμάς τους δύο ορμώντας να τ' αδράξουμε• και ωστόσο θα τυφλώση αυτούς η Παλλάδ' Αθηνά και ο πάνσοφος ο Δίας. κ' έν' άλλο ακόμη θα σου ειπώ και ας το φυλάξη ο νους σου• αν είσαι αλήθεια τέκνο μου και απ' το δικό μας αίμα, 300 να μην ακούση εδώ κανείς ότ' ήλθ' ο Οδυσσέας, μήτ' ο Λαέρτης μάθη αυτό, και μήτε ο χοιροτρόφος, μήτε κανείς των σπιτικών, μη καν η Πηνελόπη. αλλ' εμείς μόνοι, εγώ και συ, των γυναικών την γνώμη ας μάθουμε, και εις δοκιμή θα βάλουμε τους άνδραις 305 τους δούλους, —ποιος μας σέβεται και μας φοβείτ' ακόμη, ποιος λησμονεί μας, και αψηφά σε 'που 'σαι τέτοιος νέος».
Ναι, ω βασιλέα μου, ομολογώ πως αχρήζω τον θάνατον και αν η βασιλεία σου, αφού ήκουσες όλες τες ανομίες που έπραξα, οι οποίες συνθέτουν την ιστορίαν μου, μετανοείς πως μου έταξες να μη με φονεύσης, εγώ ευχαριστούμαι να γυρίσης τον λόγον σου, και να παιδεύσης ένα τρισάθλιον, που μόνος του ομολογεί πως είναι ανάξιος να ζη πλέον επάνω εις την γην.
Ετούτη η είδησις επροξένησε μεγάλην ευχαρίστησιν του βασιλέως της Θέμπας. Και ευθύς εμίσευσαν διά να πηγαίνουν να την εύρουν, αφίνοντες εκεί εκείνον τον τρισάθλιον, αφού και του εσήκωσαν το δακτυλίδι. Και εν τω άμα έφθασαν όπου ο βεζύρ Αλής ήτον με την βασίλισσαν.
Ζώντα δεν βλέπω· ουδ' άφησε Καν ένα η σκληρά τύχη Επάνω εις τέτοιον θέατρον, Τ' έθνους να κλαίη την άωρον Τρισάθλιον μοίραν. Μεγάλη, τρομερή, Με τα πτερά απλωμένα, Καθώς αετός ακίνητος, Κρέμεται 'ς τον αέρα 'Ψηλά η Διχόνοια. «Εγώ, » φωνάξει «εγώ «Από τον κόσμον έσβυσα «Ένα λαόν· και ταύτην «Την γην εξολοθρεύσασα «Τώρα εωρτάζω.»
Έπειτα κάνοντας να σταματήση το αμάξι εις τον αέρα, εγύρισα προς τον βασιλέα και του είπα: Αδικοκριτά Σουλτάνε, που ηθέλησες να με κάμης να χαθώ ωσάν έναν τρισάθλιον πταίστην· ήξευρε ότι εγώ δεν είμαι ο μάγος που στοχάζεσαι, μα είμαι ένας γραμματισμένος που ημπορώ να κάμω πράγματα ακόμη πλέον θαυμάσια από εκείνα των οποίων οι οφθαλμοί σου είναι μάρτυρες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν