United States or Malaysia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν έβλεπέ τι, έβλεπε τας ασπρομαύρους καλικατζούνας, μεγαλοθαλάσσια όρνεα, τα οποία επί των ανεχόντων μέσω του κύματος σκοπέλων, εις απόστασιν οργυιών τινων από της ξηράς, πολλοί εξέλαβον μακρόθεν ως γυναίκας ανασφιγγωμένας και ασπρομαυροβολούσας, αίτινες ησχολούντο να βγάλουν πεταλίδας, κύπτουσαι επί των βράχων. Αλλ' ήτο αδιάφορος και προς το θέαμα τούτο, ως και προς όλα τα λοιπά.

Είμουν τότες αλλού. Στο παλιό μας το σπίτι. Στην Πόλη. Είμουν και γω σαν τους άλλους. Θα καταλάβουν πως είχα δίκιο. Όλα θα τα καταστρώσω με τη σειρά τους στο χαρτί. Πρέπει πια και κείνοι να κρίνουν ίσια τα πράματα, ίσια και σωστά σαν και μένα. Και τότες θα μ' αφήσουν, και θα πέση το ντουβάρι και θα με βγάλουν όξω, όξω στα ηλιοπερέχυτα τα περιβόλια.

Τότες της είπε ο σκοπεφτής αφέντης γιος του Δία «Τον Έχτορα ας σηκώσουμε, τον άφοβο αλογάρη, μήπως τυχόν κάνα Αχαιό μονάχος με μονάχο αντροκαλέσει σε σκληρή να μετρηθούνε μάχη, 40 κι' αφτοί ίσως φιλοτιμηθούν και βγάλουν, οι Αργίτες, τον Αία με τον Έχτορα να χαλκοπολεμήσειΈτσι είπε, κι' η θεά Αθήνα κατά πώς είπε κάνει.

Κι' αφτός τους γιους του πρόσταξε να βγάλουν τα μουλάρια με στέριο κάρο, και κουτί απάνου ναν του δέσουν. 190 Απέ στη μοσκομύριστη κατέβηκε αποθήκη, πλατιά κεδρένια, που σωρούς πολύτιμα χωρούσε.

Κι όταν είχε πια νυχτώσει, εγύριζε κ' η Χλόη το κοπάδι της μαζεύοντάς το με το σκοπό του σουραυλιού· τα γίδια πηγαίνανε μαζί με τα πρόβατα κι ο Δάφνης επερπατούσε πλάι στη Χλόη κ' έτσι εχόρτασαν ο ένας τον άλλο ίσαμε τη νύχτα κ' εσυμφωνήσανε να βγάλουν την άλλη μέρα γληγορότερα τα κοπάδια στη βοσκή· κ' έτσι εκάμανε.

Αλλά καθώς δεν είχαν ιδεί ποτέ μαϊμού να ηξεύρη να γράφη και ούτε επίστευον τοιούτον πράγμα να δοθή, ήθελον σατανικώς να μου βγάλουν το χαρτί από τα χέρια· ο καραβοκύρης όμως με επροστάτευσε, λέγοντάς τους· αφήσατέ την να γράψη και αν μεν λερώση το χαρτί σας υπόσχομαι να την παιδεύσω, αν δε εξεναντίας γράφη καλά, θέλομεν ιδεί ένα θαύμα, ως δεν αμφιβάλλω, διότι εξυπνοτέραν και επιτηδειοτέραν μαϊμού εις την ζωήν μου δεν είδα.

Δεν τολμούσε, κυρίως επειδή δε ζητούσαν τη γνώμη του, έπειτα γιατί δεν ήθελε να έχει ενοχές∙ επιθυμούσε όμως να έλθει το παιδί. Τον αγαπούσε, τον είχε από την αρχή αγαπήσει σαν μέλος της οικογένειας. Μετά το θάνατο του ντον Τζάμε είχε μείνει με τις τρεις κυρίες για να τις βοηθήσει να τα βγάλουν πέρα με τις μπερδεμένες τους υποθέσεις.

Άμα γίνη το λεξικό, θα διούμε που οι ξένες λέξες είναι πολύ σπάνιες. Μόλον τούτο, άκουσα πως θέλουν πολλοί να τις βγάλουν από τη γλώσσα μας. Δεν μπόρεσα να το πιστέψω. Στις λέξες ξένης παραγωγής είναι που βλέπει κανείς ίσια ίσια πόσο ζωντανή, ακόμη και σήμερα, είναι η αρχαία γραμματική. Η μέρα να κλίνεται μέρας , κι ο λόγος, του λόγου , δεν είναι παράξενο.

Ημείς δεν καταδεχόμαστε, μπαρμπα-Διοματάρη να κάνουμε της δουλειαίς, που κάνει ο Μανώλης ο Πολύχρονος. — Δεν το καταδιώχνετε! ανεκάγχασε σκληρώς ο τραχύς ναύτης. — Ναι, αυτό που σου λέω εγώ. Δεν μου λες, μπαρμπα- Διοματάρη, στην άλλη εκλογή επήρες παράδες απ' το Μανώλη; — Εγώ να πάρω παράδες; είπε βλοσυρός ο γέρων πορθμεύς· εμένα μου έταξαν να βγάλουν την σύνταξίν μου.

Κ' οι καπετανέοι μας, πού είν' οι καπετανέοι μας με τις χρυσές καδένες και τα μεταξωτά μαντήλια; Κάθονται στον καφενέ κι' αγναντεύουν το πέλαγο. Άλλοι γένηκαν μπακάληδες κι' άλλοι μπαλωματήδες να βγάλουν το ψωμί τους. Ψωμί, ψωμάκι! Κ' οι καπετάνισσες, πούνε οι καπετάνισσες, με τα μεταξωτά και τα χρυσάφια; Φουστάνι δεν έχουνε να παν στην εκκλησιά.