United States or Kenya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και η Ξενιώ, αφ' ης στιγμής με την λάγηνον, ως θεότυφλη, έπεσεν επάνω εις την αγκαλιάν του καπετάν-Μοναχάκη, τον είχεν αγαπήσει. Αυτός ήτανε, είπεν.

Διά να επισύρη την γενικήν προσοχήν εις τους λόγους Του, εστράφη προς τον ξενίζοντα. «Σίμων, έχω τι σοι ειπείν»: «Λέγε, διδάσκαλε». «Δανειστής είχε δύο χρεωφειλέτας· ο πρώτος ώφειλε πεντακόσια δηνάρια, ο έτερος πεντήκοντα· επειδή δε ουδέν είχον αποδούναι, αφήκεν αυτοίς άπαντα. Ειπέ μοι, πότερος τούτων αγαπήσει αυτόν το πλείον

Έπειτα πώς τον είχεν αγαπήσει η Πηγή; Δεν ήτο λοιπόν αδύνατον ναγαπηθή και υπό της Ζερβουδοπούλας και η φιλοτιμία του επέβαλε να επιμείνη διά ν' αποστομώση και εκείνους οι οποίοι ήρχιζαν να τον εμπαίζουν διά τας αποτυχίας του και να ψιθυρίζουν εις την διάβασίν του «Δε σε θέλει». Αν δε και πάλιν απετύγχανεν, ήξευρε πλέον τι θα έκανε.

Διότι, εάν κανείς ευγενής και ημέρου χαρακτήρος αγαπών ή έχων αγαπήσει ποτέ άνθρωπον όμοιόν του μας ακούση να λέγωμεν ότι οι ερασταί συλλαμβάνουσι μεγάλας έχθρας διά μικράς αιτίας και ότι φθονούσι και βλάπτουσι τους αγαπωμένους, πως δεν ήθελε φαντασθή ότι ακούει ανθρώπους ανατεθραμμένους μεταξύ των ναυτών, οι οποίοι δεν έχουν ιδεί κανένα έρωτα ελευθέριον και έντιμον; πώς δε δεν ήθελε διαφωνήσει πολύ με ημάς δι' όσους ψόγους επιρρίπτομεν εις τον Έρωτα;

Απομάκρυνε από με τη μάταιη παρηγοριά. Επίβλεψε τους ύπνους μου για να μη τον ονειρευτώ. Σβύσε, Κύριε, της ευτυχίες που είχα στο πλευρό του. Σκότισε μέσα στο πνεύμα μου τα ηλιοβασιλέμματα που κυττάξαμε μαζί μ' εκείνον· μάρανε τη θάλασσα των σπαρτών που μου είχε δείξει· αφάνισε από μπρος μου ό,τι αυτός είχεν αγαπήσειτοπεία, μορφές, πολιτισμούς.

Δεν ημπορούσε να μη τα βλέπη τα ωραία εκείνα πτηνά· και αφού έφυγαν και δεν εφαίνοντο πλέον, εβούτησεν έως εις τον πάτον της λίμνης όπου εκολυμβούσε, και όταν ανέβη εις την επιφάνειαν, ήτο ωσάν τρελόν. Δεν ήξευρε πως τα λέγουν εκείνα τα πτηνά, αλλά ησθάνετο ότι τα αγαπά καθώς ποτέ δεν είχεν αγαπήσει ακόμη. Και δεν τα εζήλευε διόλου.

Όταν έκανε όρκο ότι ποτέ δεν είχε αγαπήσει τη Βασίλισσα μένοχο έρωτα, οι προδότες γελούσαν για την αδιάντροπη αγυρτεία του. Αλλά σας επικαλούμαι, Άρχοντες: σεις που ξέρετε την αλήθεια για το φίλτρο που ήπιανε στη θάλασσα, σεις που καταλαβαίνετε, — έλεγε ψέμματα; Το έγκλημα δεν αποδεικνύεται από το πράγμα, παρά από την κρίσι.

Δεν γελιέσαι, της είπα, βέβαια η μορφή μου γηραλαία είνε και έτσι πρέπει να με στοχάζωνται, και αν ερχόμουν καθώς είμαι, εσύ με ήθελες ιδεί με τα γένεια άσπρα και μακρά, και με το κεφάλι φαλακρόν· μα το έκρινα εύλογον ότι θέλεις αγαπήσει καλύτερον αν είμαι με μορφήν νέαν, παρά γηραλέαν· και διά τούτο ήλθα εις ετούτην την μορφήν καθώς με βλέπεις.

Ο γερο-Φραγκούλης, επίστευε και έκλαιεν . . . Ω, ναι, ήτον άνθρωπος ασθενής· ηγάπα και ημάρτανε και μετενόει.....Ηγάπα την θρησκείαν, ηγάπα την σύζυγον και τα τέκνα του, επόθει ακόμη τον συζυγικόν βίον, επόθει και τον βίον τον μοναχικόν. Τον καιρόν εκείνον είχεν αγαπήσει εξ όλης καρδίας την Σινιωρίτισάν του . . . και την ηγάπα ακόμη.

Αλλ' η σανίς ήτο υπόσαθρος, κακώς προσαρμοζόμενη, και ο Μώρος δεν είχεν αγαπήσει τας ειρηνικάς τέχνας διά να φροντίση να την διoρθώση. Εκείνοι έσπασαν τον μικρόν σύρτην και εισήλθον. Ο Μούρος ταχύς ως αίλουρος ανερριχήθη εις την κλαβανήν, εις το πάτωμα.