United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απερνώντας πολύ καιρός που εζούσαμεν αμφότερα τα μέρη με μεγάλην αρμονίαν, έπεσεν ο γέρων εις μεγάλην αρρώστιαν και βλέποντας που δεν ήτον πλέον διά ζωήν, με έκραξε σιμά εις το κρεββάτι του και μου είπεν.

Διό επανελάμβανε γελώσα και πηδώσα προ του αδελφού της, ενώ η πλούσια κόμη της εκυματούτο εις τον άνεμονΚαι περνάει ο Γιάννος και της δίνει μήλο, μήλο δαγκωμένο κι άλλο φιλημένο!. . . Αίφνης ο Γιάννος της ήρπασεν από χαμαί την χρυσήν κτέναν των μαλλίων της η οποία της έπεσεν όταν επήδα. — Δος μου την, Γιάννο μ', δος μου την είπεν τείνουσα τας χείρας.

Βασίλισσα, της είπεν ο Καλίφης, ιδού που σου προσφέρω τον φίλον μου Αμπτούλ από την Μπάρσα. Η βασίλισσα τον εδεξιώθη με μεγάλην τιμήν, και εις τούτο το αναμεταξύ μια από τες σκλάβες που ετραγουδούσαν, βλέποντας τον Αμπτούλ, έβγαλε μίαν μεγάλην φωνήν, έπειτα έπεσεν εις λιποθυμίαν.

Τον καιρόν που ωμιλούσαν επάνω εις αυτά τα συμβεβηκότα, φθάνει ένας τρίτος καβαλλάρης· ετούτος, μη τρέχοντας ολιγώτερον από τους άλλους, δεν έλειψεν όμως που να μην κυττάξη τον Ρουσκάδ και την βασίλισσαν, ο οποίος ήτον ο βεζύρης Αλής. Ευθύς, που η βασίλισσα και αυτός εγνωρίσθηκαν, εξεπέζευσεν από το άλογόν του, και έπεσεν εις τους πόδας της βασίλισσας.

Δεν ενθυμείσθε τον Κώσταν, όστις έσωσε τον Αρτινόν Θεόδωρον, ότε έπεσεν εντός του χάνδακος και εχώθη, εις την λάσπην ;

Απεδέχθη ο Καραϊσκάκης και επεριποιήθη όσον εδύνατο τους διασωθέντας από το Μεσολόγγιον και τους παρέπεμψεν εις Σάλωνα διαμείνας αυτός μερικάς ημέρας, έως να ιδή τα κινήματα των εχθρών και να αναλάβη. Αφ' ού το αθάνατον Μεσολόγγι έπεσεν εις τας χείρας των εχθρών, όλοι της Στερεάς Ελλάδος οι κάτοικοι εκυριεύθησαν από ηθικήν τινα δειλίαν και ταπείνωσιν, άφευκτον επακολούθημα τοιούτων αποτυχιών.

Τούτα ο βουκόλος έλεγε· και πλήγωσ' ο Οδυσσέας εγγύθε τον Αγέλαο με μακρυό κοντάρι· κτύπησε τον Λεώκριτο του Τηλεμάχου η λόγχη μες το λαγγόνι, και ο χαλκόςτο αντίκρυ βγήκε μέρος· 295 και με το μέτωπ' έπεσεν επίστομοςτο χώμα. την ανδροφθόρον έδειξεν αιγίδα τότ' η Αθήνη από την σκέπην υψηλά· κ' εσπώμαξε η καρδιά τους.

Τι λέγουσιν οι αναγνώσται μου, και ιδίως εκείνοι, οίτινες λησμονούμενοι πολλάκις εις τας οδούς, παρακολουθούσι, χωρίς να το εννοώσι βέβαια κομψήν τινα θεραπαινίδα ; Η κορασίς ητοιμάζετο να εξέλθη, ότε το εταστικόν αυτής και πονηρόν βλέμμα έπεσεν επ' εμέ.

Τότε ο μεν ναυτικός στρατός των Αθηναίων, ο οποίος δεν συνελήφθη εις την θάλασσαν, έπεσεν επί της παραλίας και προσεπάθει διά διαφόρων διευθύνσεων να φθάση εις το στρατόπεδον· ο δε πεζός στρατός, παύσας να αισθάνεται διαφόρους συγκινήσεις με μίαν ορμήν πλέον ήρχισε να στενάζη και να οδύρεται.

Ψυχρά, παγετώδης τον ητένισε. Εκείνος έκλινε την κεφαλήν ανίσχυρος. Η Κίρκη έκυψε και του εθέρμανε το πρόσωπον με την πνοήν της την αποπνέουσαν μύρα και δηλητήριον . . . — Αλλά τότε φροντίζω εγώ μόνη· έχω τον τρόπον· δεν τον γνωρίζεις; Εις έν νεύμα μου μόνον . . . Του εψιθύρισε με την μαγευτικώς γλυκείαν φωνήν της. Εκείνος έπεσεν εξουθενημένος, ενώ εκείνη απεσύρετο βεβαία περί της νίκης της.