United States or Argentina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετά μικρόν την κατέλαβε σκοτοδίνη ως τον χορεύσαντα επί πολλάς ώρας καρτσιλαμάν και προσκρούσασα επί τινος χόρτου, εκυλίσθη μετά δούπου χαμαί. Τα παιδία εν τούτοις έφευγον μετά τάχους. Από καιρού εις καιρόν έστρεφον προς τα οπίσω την κεφαλήν και ως να έβλεπεν φοβερόν δράκοντα απειλούντα να εκμυζήση το αίμα των, έτεινον όσον ηδύναντο τους μικρούς των πόδας και κατέβαλλον όλας των τας δυνάμεις.

Πλάγιασε τα παιδιά! Η κυρά Δημήτραινα, μείνασα μόνη, κατέκλινε πρώτον τον πολυάριθμον αυτής τόκον επί δύο ευρέων στρωμάτων, χαμαί ηπλωμένων εντός του παρακειμένου θαλάμου, είτα δε καθεσθείσα παρά τον λύχνου της, ήρχισε πλέκουσα κάλτσαν και διανοούμενη τι άρα γε ήθελε τον σύζυγόν της ο κύριος Αγησίλαος.

Βλέπεις πώς έγεινες πλούσιος; υπέλαβε διά σβεννυμένης φωνής η επί του ανακλίντρου ασθενής κατακειμένη σύζυγος του πτωχεύσαντος κερδοσκόπου. — Να πάρη ο διάβολος την αντιπολίτευσιν, η οποία έκαμε την σύμβασιν όπως την έκαμε! απήντησεν εκείνος, βλοσυρώς βλέπων χαμαί.

Η Τούρκισσα ενόησεν ολίγον περί τίνος επρόκειτο. — Ναι, είπε, και ο υιός μου ο εφέντης, και ο δούλος σας ο Κιαμήλης και εγώ η σκλάβα σας, ως του Σουλτάνου το κατώφλιο θενά πάμε, μα την υπόθεσί σας χαμαί δεν θα την αφήσουμε. Ο γυιος μου, ο Εφέντης, είναι ανακριτής εις τον Ζαπτιέ, την γη να σχίση να έμβη ο κακούργος, πάλι θα τον εύρη.

Αλλά τ' αντικείμενα της νοεράς οράσεως παρεμπρόσθουν μεταξύ εμού και του βιβλίου, πολύ φωτεινότερα των φύλλων αυτού, και η ανάγνωσίς μου καθ' όλον το διάστημα δεν ήτο παρά μηχανικός των οφθαλμών περίπατος επί των γραμμών εκάστης σελίδος. Δις ή τρις εξηπλώθην χαμαί επί του μοσχοβολούντος στρώματός μου με όμματα διά της βίας κεκλεισμένα, αλλ’ εις μάτην.

ΑΜΛΕΤΟΣ Περίφημα, 'ς την ζωήν μου· με την τροφήν του χαμαι- λέοντος· αέρα τρώγω, φουσκωμένος ελπίδαις· όμοια δεν ημπορείς να τρέφης τα καπώνια σου. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Δεν έχω τι να κάμω με αυτήν την απάντησιν, Αμλέτε· αυτά τα λόγια δεν μου ανήκουν. ΠΟΛΩΝΙΟΣ Μάλιστα, Κύριέ μου, κ' ευδοκίμησα ως ηθοποιός. ΑΜΛΕΤΟΣ Και ποίο πρόσωπο έπαιξες;

Αλλά καθ’ ην στιγμήν επί παρουσία σύμπαντος του ελληνικού στρατού, παρατεταγμένου περί τον βωμόν της Αρτέμιδος, η μάχαιρα της θυσίας κατεφέρετο επί τον λαιμόν της παρθένου, η μεν κόρη εξηφανίσθη, αντ’ αυτής δ’ έλαφος εφάνη ασπαίρουσα χαμαί και ραίνουσα διά του αίματός της τον βωμόν της θεάς.

Εν τούτοις το τρίτον του στρατεύματος των Μασσαγετών επελθόν κατέσφαξεν εκείνους τους οποίους είχεν εγκαταλίπει ο Κύρος, με όλην την αντίστασιν ην κατέβαλον ούτοι όπως υπερασπίσωσιν εαυτούς. Έπειτα ιδόντες οι Μασσαγέται τα έτοιμα φαγητά, αφού ενίκησαν τους εναντίους εκάθησαν χαμαί και έτρωγον· αφού δε εκορέσθησαν τρώγοντες και πίνοντες, εκοιμήθησαν.

Αλλά το αποτέλεσμα του πρώτου γρονθοκοπήματος επτόησε, φαίνεται, την τόλμην του βαναύσου μας διδασκάλου και εψύχρανε διά μιας την οργήν του. Ο μικρός Σοφής είχε πέσει χαμαί, άπνους σχεδόν και ακίνητος, ημείς δε οι άλλοι, ανορθωθέντες διά μιας επί των θρανίων, εκραυγάζαμεν σπαρακτικώς, ως αν εδερόμεθα όλοι ομού. Απερίγραπτος υπήρξεν η επακολουθήσασα ταραχή.

Εμέ δει εργάζεσθαι τα έργα του Πέμψαντός Με». Αυτός, το φως του κόσμου, έμελλεν εν μια στιγμή να διασκεδάση το σκότος του. Τότε έπτυσε χαμαί, έκαμε πηλόν με το πτύσμα, και επιχρίσας τους οφθαλμούς του τυφλού εκέλευσεν, «Ύπαγε νίψαι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ». Ο άνθρωπος απήλθεν, ενίφθη, και ανέβλεψεν.