United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν έχουσι πολλά φαγητά, αλλ' έχουσιν επιδόρπια πολλά τα οποία τοις φέρουσι το έν κατόπιν του άλλου. Και διά τούτο οι Πέρσαι λέγουσιν ότι οι Έλληνες εγείρονται από την τράπεζαν πεινώντες· δεν τοις δίδεται καλόν τι μετά το δείπνον, προσθέτουσιν, εάν όμως τοις εδίδετο, δεν θα έπαυον τρώγοντες.

Οι δύο φίλοι μου παρίσταντο ενώπιον μου ως σκελετοί κινούμενοι, σκελετοί ζώντες, σκελετοί τρώγοντες και πίνοντες. Αποτρόπαιον θέαμα! Προ ώρας ήρξατο η μελωδία της πανηγύρεως. Αλλ' εγώ δεν ήκουον πλέον.

Θεός σχωρέστηνε! . . . Και την εμακάρισαν έπειτα με την καρδίαν των, αληθώς, τρώγοντες τα τόσον κατανυκτικώς αοράτως ευλογηθέντα κόλλυβα, τα οποία εις την ερημίαν εκείνην, καταμεσής εις το πέλαγος, είχε παρασκευάσει η ευλαβής προς την ψυχήν της μητρός του στοργή του συμπαθούς ναυκλήρου.

Αλλά μόνον ο βίος του παρασίτου είνε καλλίτερος από τον βίον τώς ρητόρων και των φιλοσόφων, μήπως δε ο θάνατός του είνε χειρότερος; Εξ εναντίας είνε πολύ ευδαιμονέστερος• γνωρίζομεν ότι πάντες ή οι πλείστοι εκ των φιλοσόφων απέθαναν κατά τον χειρότερον τρόπον, άλλοι μεν καταδικασθέντες διά τας μεγαλειτέρας κατηγορίας να πίουν δηλητήριον, άλλοι δε κατακαέντες και αποτεφρωθέντες, άλλοι υπό δυσουρίας βασανισθέντες, και άλλοι εξορισθέντες• παρασίτου δε θάνατον ουδείς έχει να αναφέρη τοιούτον, αλλά πάντες αποθνήσκουν ευχαριστημένοι, αφού έζησαν τρώγοντες και πίνοντες.

Άλλως όμως έζων οι διάδοχοι του Πέτρου, αναπαυόμενοι επί κυκνείων πτερών και τρώγοντες περδίκων πυραμίδας και ελάφων εκατόμβας, κατά δε τας νηστησίμους ημέρας πτερωτούς ιχθύας, ήτοι χήνας και νήσσας, και πλην τούτων ωοτάριχα, βολβούς, οστρείδια, αμανίτας και άλλα καλά πράγματα, αναπληρούντα τα μήλα εκείνα της Εδέμ, άτινα κατά τους Ραβίνους αντί πυρήνων περιείχον κανθαρίδας.

Μίαν δε άκραν της γης τούτων των Γινδάνων, προέχουσαν εις την θάλασσαν, νέμονται οι Λωτοφάγοι, οίτινες ζώσι τρώγοντες μόνον τον καρπόν του λωτού. Είναι δε ο καρπός του λωτού κατά μεν το μέγεθος όσος είναι ο της σχίνου, κατά δε την γλυκύτητα όμοιος με τον του φοίνικος. Εκ του καρπού τούτου κατασκευάζουσιν οι Λωτοφάγοι και οίνον.

Αφού δε επρομήθευσαν οι Μυτιληναίοι πρέσβεις εις το πλοίον, οίνον και άλευρον και πολλά υπεσχέθησαν, εάν έφθανον εγκαίρως οι εις αυτό εισελθόντες. Τοσαύτη δε κατεβλήθη ταχύτης εις τον πλουν, ώστε οι κωπηλάται εκωπηλάτουν τρώγοντες συγχρόνως άλευρα ζυμωμένα με οίνον και έλαιον, και οι μεν εκοιμώντο, οι δε εκωπηλάτουν αλληλοδιαδόχως.

Ο οψοπώλης μου και ο κουρεύς σας και ο ράπτης του φίλου σας ήσαν έντιμοι άνθρωποι, ζώντες ανέτως από του έργου των και τρώγοντες εγχώριον άρτον από εγχωρίων αλεύρων. Ολίγα εκέρδαινον από της εργασίας αυτών, αλλά τα κέρδη των ήσαν προϊόν ιδρώτος και κόπων, και η εξ αυτών αυτάρκης απόλαυσις είχε την άρρητον εκείνην γλυκύτητα, ην παρέχει η εσπερινή ανάπαυσις μετά ημερήσιον μόχθον.

Προτιμητέα πάλιν είναι η ιλαρά και αμέριμνος ευσέβεια των καλών εκείνων χριστιανών, οίτινες ψάλλοντες τροπάρια εις τους Αγίους και τρώγοντες οκταπόδια την Παρασκευήν περιμένουσιν αμερίμνως τας απολαύσεις του Παραδείσου. Πολλοί θέλοντες να επιδείξουσι πνεύματος υπεροχήν ταλανίζουσι τους μακαρίους τούτους θνητούς, αλλ’ εγώ ζηλεύω την γαλήνην της ψυχής των και το εύχρουν της παρειάς αυτών.

Εκείνοι τω είπον ότι ο βασιλεύς έτρωγεν άρτον, τω εξήγησαν την φύσιν του σίτου και προσέθηκαν ότι εις την Περσίαν το μακρότατον πλήρωμα της ζωής του ανθρώπου είναι έτη ογδοήκοντα. «Δεν εκπλήττομαι λοιπόν, είπεν ο Αιθίοψ, εάν τοιαύτην τρώγοντες κόπρον ζώσι τόσον ολίγα έτη· αλλ' ούτε τόσα δεν θα έζων, εάν δεν τους εκράτει το ποτόν εκείνοΤαύτα λέγων ενόει τον οίνον, και ως προς τα αντικείμενον τούτο συνεφώνει ότι οι Πέρσαι ήσαν ανώτεροι.