United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επειδή αγαπώ την αθάνατον ψυχήν της και αμφότεροι αγαπώμεθα εν Χριστώ. » Ο Χριστός είναι αιώνιος πηγή ευτυχίας και γαλήνης. Σύγκρινον τας ηδονάς σας, τας κραιπάλας σας τας Ρωμαϊκάς με τον βίον των χριστιανών. » Αλλά, διά να κάμης καλλίτερον τας συγκρίσεις, ελθέ πλησίον μας, εις τα όρη μας τα ευωδιάζοντα από θυμάρι, εις τους ελαιώνας μας τους συσκίους, εις τας παραλίας μας τας κισσοστεφείς.

Είς έλεγε, στάσις των Γενιτσάρων άλλος, πόλεμος Ρωσσικός• τινές εψιθύριζον, επανάστασις των Χριστιανών. Ούτω διήλθεν η ημέρα εκείνη. Ήτο Σάββατον. Ημείς δεν εξήλθομεν του Χανίου, αλλ' από της πύλης εβλέπομεν ενόπλους και αγρίους τους Τούρκους περιφερόμενους εις τας οδούς. Την επιούσαν υπήγομεν κατά το σύνηθες εις την λειτουργίαν.

Ερημίτης μοναχός, ασκητεύων υπό βράχον τινά, όχι μακράν του Πληθωνείου άντρου, εδέχετο ταπεινοφρόνως τα ελέη των ευλαβών χριστιανών. Νύκτα τινά ωνειρεύθη ότι έμελλε να καή απ' άκρου εις άκρον η άλλως άκαρπος και πετρώδης χώρα, αν δεν κατεστρέφετο εκ βάθρων η φωλεά εκείνη της λατρείας των δαιμόνων.

Την εσπέραν περιέτρεχε την πόλιν μετημφιεσμένος, σύχναζε μάλιστα εις τους ευκτήριους οίκους των χριστιανών μετά του φιλοσόφου σου. »Παν ό,τι γεννά ελπίδα και παρέλκει τον χρόνον είνε επαινετόν.

Όθεν υπεγράψαμεν προθύμως πάντες, νέοι και γέροντες, χωρίς να εξετάσωμεν τι η αναφορά περιέχει, υπεγράψαμεν με τας δύο χείρας, ευλογούντες την φιλάνθρωπον μεσολάβησιν των Χριστιανών Προξένων, και ανεπνεύσαμεν, πιστεύσαντες ότι παύει ο διωγμός και θα επιστρέψωμεν αβλαβείς εις τα ίδια.

Η δε πίστις των χριστιανών εις τον Υιόν του Θεού θα ήτο ακόμη ακλόνητος, και αν δεν είχεν ευδοκήσει να κάμη θαύματα, καθώς δεν έκαμεν ο Ιωάννης. Τα θαύματα του Χριστού υπήρξαν θαύματα απευθυνόμενα ουχί εις ψυχράν και λεπτολόγον περιεργίαν, αλλ' εις στέργουσαν και ταπεινήν πίστιν.

Αύριον, είπεν ο Βινίκιος εις τον οικονόμον του, θα τους συναθροίσης εις τον κήπον και θα τους προστάξης να χαράξουν εμπρός των ό,τι σημείον θελήσουν. Όσοι χαράξουν ιχθύν, θα απελευθερωθούν υπό της Λιγείας. Αλλ' ο Πετρώνιος, όστις επί μακρόν δεν εξεπλήσσετο διά τίποτε, είχεν ανακτήσει ήδη την ψυχραιμίαν του. — Ιχθύν; . . . είπεν. Α! ενθυμούμαι τι έλεγεν ο Χίλων· είναι σημείον των χριστιανών.

Ως κωμικός και ως αοιδός, είχεν ανάγκην της ευνοίας του λαού· έπειτα ήθελεν εν τη πάλη του κατά της Συγκλήτου και των πατρικίων, να έχη υπέρ αυτού τον λαόν, τέλος, από της πυρπολήσεως της Ρώμης, είχε προσπαθήσει να εξαπατήση τον όχλον δι' όλων των μέσων και να διευθύνη την οργήν του κατά των χριστιανών.

Αλλ' ο Ούρσος ανυπομονών βεβαίως με όλας αυτάς τας βραδύτητας επλησίασεν εις την θύραν του κοιτώνος και σκύψας προέβαλε την κεφαλήν του εις το εσωτερικόν. — Χίλων Χιλωνίδη! είπεν. — Ειρήνη σοι! ειρήνη! ειρήνη! απήντησεν ο Χίλων, Ω άριστε των χριστιανών! Ναι! είμαι ο Χίλων, αλλά κάμνεις λάθος . . . Δεν σε γνωρίζω!

Επικαλούμαι την βοήθειάν σου, Βάαλ, και σου φέρω την αθλιότητά μου, τα δάκρυά μου, την αγάπην μου, — επίσης φέρω και νέα τα οποία περισυνέλεξα προς χάριν σου. Γνωρίζω πού μένει η θεία Λίγεια, θα σου δείξω, αυθέντα, τον δρομίσκον και την οικίαν . . . . — Πού; — Εις του Λίνου, του πρεσβυτέρου των χριστιανών ιερέως.