United States or Turkey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απεκρίθη η μάγισσα· εγώ είμαι έτοιμη να τον μεταμορφώσω εις την πρώτην του μορφήν, φθάνει να με προστάξης, και ο λόγος σου γίνεται έργον. Λέγει της ο βασιλεύς· τρέξε γρήγορα ελευθέρωσέ τον, διά να ελαφρωθώ και εγώ από το πάθος μου.

«Κήρυκα, και τι σ' έστειλαν οι θαυμαστοί μνηστήρες; του θείου μήπως Οδυσσηά ταις δούλαις να προστάξης, τα έργα ν' αφήσουν και εις αυτούς τον δείπνο να ετοιμάσουν; γάμους αλλού να μη ζητούν, αλλού να μη συχνάζουν, αλλ' ας δειπνήσουν τώρ' εδώ τον ύστερό τους δείπνο! 685 'που γύρωθεν ερχόμενοι πυκνοί φθείρετε πλούτη, του Τηλεμάχου τα καλά• και τάχ' απ' τους γονείς σας πρότερον δεν ακούετε, ότ' ήσασθε παιδία, ποίος εις τους πατέραις σας ήταν ο Οδυσσέας, 'που δεν αδίκησε ποτέ με λόγον ή με πράξι 690 κανέναν, ως το συνηθούν οι βασιλείς οι θείοι, οπ' έναν άνθρωπον μισεί, τον άλλον αγαπάει. και αυτός εις άνθρωπον ποτέ κακό δεν έχει πράξει• αλλ' η ψυχή σας φαίνεται και τ' άπρεπα σας έργα, ουδέτα ευεργετήματα κατόπι έμεινε χάρι». 695

Να μην το κατεβάσετε! εφώνησεν εμφαντικώτερον ο βοσκός. — Και γιατί; εσύ θα μας προστάξης; Να μην ωνειρεύτηκες τίποτε;

ΠΥΘΙΑ Τη μάννα που σ' εγέννησε, πάρε τ' αυτά και βρέσ' τη. ΙΩΝ Και στην Ασία θα διαβώ και στην Ευρώπην όλη. ΠΥΘΙΑ Εσύ μονάχος θα τη βρης. Σ' ανέθρεψα, παιδί μου, ακούοντας εις το θεό, και σου τα δίνω τούτα που ηθέλησα να πάρω εγώ, χωρίς να με προστάξης, και να σε σώσω• το γιατί δεν θα το ειπώ σε σένα.

Εγώ ευρισκόμουν πολλά αντραλωμένος από τα περιγελάσματά τους, και αυτές βλέποντάς με έτσι, δεν ημπορούσαν να σταθούν από τα γέλοια, και αφού μου έκαμαν και άλλα πολλά περιγελάσματα, ακούω εκείνην που ωνόμασαν Καλεκάρην, να λέγη προς μίαν άλλην, εις εσένα στέκεται, ω βασιλοπούλα, εις το να προστάξης το τι μέλλει να γίνη εις τούτον, θέλεις να τον απαρατήσης χωρίς βοήθειαν, ή θέλεις να τον συντρέξης; Κάνει χρεία να τον ελευθερώσω από τον κίνδυνον που ευρίσκεται, απεκρίθη η βασιλοπούλα, και περιπλέον θέλω, διά να ενθυμάται πολύν καιρόν ετούτο το συναπάντημα, να τον κάμωμεν πλέον ευχαριστημένον.

Αύριον, είπεν ο Βινίκιος εις τον οικονόμον του, θα τους συναθροίσης εις τον κήπον και θα τους προστάξης να χαράξουν εμπρός των ό,τι σημείον θελήσουν. Όσοι χαράξουν ιχθύν, θα απελευθερωθούν υπό της Λιγείας. Αλλ' ο Πετρώνιος, όστις επί μακρόν δεν εξεπλήσσετο διά τίποτε, είχεν ανακτήσει ήδη την ψυχραιμίαν του. — Ιχθύν; . . . είπεν. Α! ενθυμούμαι τι έλεγεν ο Χίλων· είναι σημείον των χριστιανών.

και ρίξιμο και σύντριμμα όσων στέκουν βαλτά απ τον ουρανό τόσο σοφά, και στο φτωχό του νου το μύθο πλέκουν πως αδικία τον κόσμο κυβερνά. Μέγας κίνδυνος είναι τέτοιοι πλάνοι· που τους σαρώνει απ τη θωριά της γης για το καλό της έργο μέγα κάνει· βασιλιά, να προστάξης μην αργής

Έμεινεν εις το να με ιδή· μα αντίς να με κτυπήση με εκείνο το σίδερον εις το κεφάλι, ή να μου μιλήση με θυμώδη φωνήν, επλησίασεν εις εμέ τρέμοντας, και έπεσεν εις τους πόδας μου, και μου ωμίλησε με τούτον τον τρόπον· ω υιέ του βασιλέως, εις εσένα στέκει να με προστάξης εις εκείνο που περισσότερον σου αρέσει και θέλω είμαι έτοιμος διά να σε υπακούσω.

Σου φαίνεται, μου είπεν αυτός, ότι ετούτοι οι θησαυροί θα αχρήζουν επιμέλειαν διά να τους αυξήσωμεν; αγροικάς εναντίωσιν διά να ταξειδεύσης; Όχι, του απεκρίθηκα, είμαι έτοιμος να έλθω όπου με προστάξης. Και με τούτο εβγήκαμεν από εκείνον τον οντά, που είχε τους θησαυρούς. Φθάνοντας λοιπόν η διωρισμένη ημέρα εμβήκαμεν εις το καράβι και εμισεύσαμεν.

Εις αυτά τα λόγια της βασιλίσσης ο Ταμίμ απεκρίθη και είπεν· εις την βασιλείαν σου στέκεται να με προστάξης, ωσάν επιθυμής, να συμπαθήσω το φταίξιμόν του· το δέχομαι διά να σε υπακούσω· φθάνει μόνον ότι εις την Μπάσραν να κηρύξη το πταίξιμόν του, και την αθωότητα της αγαπημένης μου γυναικός.