United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα ο Θεός μας, ο δικός μου ο Θεός που δεν πιστεύεις συ, τον Γυιο του έστειλε ανάμεσό μας κι' αυτός μας είπε ν' αγαπάμε όποιον μας μισεί και αν μου δώσης ένα ράπισμα εσύ, εγώ να σου γυρίσω και το μάγουλο το άλλο. Στην καρδιά μου σκέψι να μη βάλω για τίποτε κακή! Να έχω θέλησι καθώς το πρόβατο λευκή.

Ο Βασιληάς με μισεί, δεν ξέρω για ποιο λόγο, σεις τον ξέρετε ίσως. Ποίος άλλος θα μπορούσε να μαλακώση το θυμό του, εκτός από σας, ω τιμιωτάτη Βασίλισσα, ευγενική Ιζόλδη, που μοναχά σε σας εμπιστεύεται η καρδιά του; — Αλήθεια, άρχοντα Τριστάνε, δεν ξέρετε ότι μας υποπτεύεται και τους δυο; Και για ποία προδοσία!

Από τους τρεις, ο ένας θα σκοτωθή με το σπαθί, ο άλλος με το βέλος που θα τον περάση κατάστηθα, ο άλλος θα πάη πνιχτός. Όσο για το δασοκόμο, αυτόνε ο Περινίς ο Πιστός, ο Ξανθός, θα τον σκοτώση μ' ένα ραβδί, μέσα στο δάσος. Έτσι ο Θεός, που μισεί την αδικία, θα δώση εκδίκησι στους αγαπημένους, κατά των εχθρών των.

— Α! ανέκραξεν ο Νέρων απογοητευθείς, επερίμενα καλλίτερα από σε. Εάν αναχωρήσω, ποίος ημπορεί να μου εγγυηθή ότι η Σύγκλητος, ήτις με μισεί, δεν θα ανακηρύξη άλλον αυτοκράτορα; Ο λαός ήτο πιστός εις εμέ· σήμερον είναι εναντίον μου . . . Μα τον Άδην, εάν η Σύγκλητος αύτη και ο λαός είχον μόνον μίαν κεφαλήν . . . .

Είμαι ολομόναχη σ' αυτόν τον τόπο, ολομόναχη σ' αυτό το παλάτι όπου κανείς δε μ' αγαπά, χωρίς στήριγμα κανένα, στη διάκρισι του Βασιληά. Αν του πω μια λέξι για σας, δε βλέπετε ότι κινδυνεύω να βρω ατιμωτικό θάνατο; Φίλε, ο Θεός να σας προστατεύη. Ο Βασιληάς σας μισεί, πολύ άδικα. Αλλά σ' όποιον τόπο και να πάτε, ο Μεγάλος Θεός θα σας είναι αληθινός φίλος».

Αχ! εραστή κακέ! που δίνης τώρα στον άνδρα τον δικό μου ένα παιδί, χάρι που δεν αξίζει, και το φέρνεις στο σπίτι μου• κι ο γυιός μου, πούνε γυιός σου, χωρίς κανείς να ξέρη, εφαγώθη από τα όρνυα μέσ' στα σπάργανά του, που η μάννα του τον τύλιξεν——εγώ! Η Δήλος σε μισεί• μα και της δάφνης οι κλώνοι με το φοίνικα μαζύ το φουντωτό, εκεί που με τον Δία σ' εγέννησε η σεμνή Λητώ!

Η δε ανατροφή αυτών είναι να μη υβρίζη κανείς τους δούλους, και ολιγώτερον να τους αδική από τους ίσους του, αν είναι δυνατόν. Διότι είναι ολοφάνερος όστις εκ φύσεως και όχι πλαστώς αγαπά την δικαιοσύνην και όστις μισεί την αδικίαν περισσότερον εις το πρόσωπον εκείνων τους οποίους είναι ευκολώτερον να αδικήση.

Τόρα όμως; Αν νομίζη τα καλά ότι είναι καλά και τα άσχημα, άσχημα και ούτω πως τα μεταχειρίζεται; Άραγε καλλίτερα θα είναι γυμνασμένος ο τοιούτος εις τον χορόν και την μουσικήν, ή εκείνος ο οποίος με το σώμα του και την φωνήν του ημπορεί να εκτελή ό,τι σχεδιάση εκάστοτε καλόν, δεν ευχαριστείται όμως με τα καλά ούτε μισεί τα μη καλά; Ή μήπως εκείνος ο οποίος με το σώμα και με την φωνήν του δεν είναι τόσον πολύ ικανός να εκτελή ή να σχεδιάζη, με την ηδονήν όμως και την λύπην τα εκτελεί, άλλα μεν ασπαζόμενος, όσα είναι καλά, άλλα δε αποτροπιαζόμενος, όσα είναι όχι καλά;

ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Λοιπόν, ώρα καλή σου. Θα το ιδώ το γράμμα σου. Εφάνησαν οι Γάλλοι. Παράταξε το στράτευμα. Ιδού, εδώ θα εύρης πληροφορίας ακριβείς, πόση είν' η δύναμίς των. Αλλά να μην αργοπορής. Το πράγμα θέλει βίαν. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Θα μ' εύρη η ώρα έτοιμον. ΕΔΜ. Ωρκίσθηκα αγάπην και εις τας δύο αδελφάς. Η μια μισεί την άλλην, καθώς μισεί την όχεντραν ο φιδοδαγκαμένος.

Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησέ του κ' είπε• Θα σου ομιλήσω, ξέν', εγώ με την αλήθειαν όλη. ούτ' εμέ όλος ο λαός μισεί και κατατρέχει, ούτε αδελφούς έχω κακούς• και 'ς τ' αδελφού το χέρι, 115 μάχη αν συμβή και φοβερή, καθείς το θάρος έχει. αλλ' ιδού πώς το γένος μας εμόνωσε ο Κρονίδης• μόνον εγέννησε υιόν ο Αρκείσιος τον Λαέρτη, μόνον αυτός τον Οδυσσηά• και πάλιν ο Οδυσσέας μόνον εμέ, και μ' άφησετο σπίτι, ουδέ μ' εχάρη• 120 όθεν εχθροί στο σπίτι μου αμέτρητ' είναι τώρα• ότι όσ' υπάρχουν δυνατοίτα νησιά γύρω, οι πρώτοι του Δουλιχιού, της Σάμης και της σύδενδρης Ζακύνθου, και άμ' όσοι μες την πετρωτήν Ιθάκη ηγεμονεύουν, την μητέρ' όλοι μου ζητούν και φθείρουν μου το σπίτι• 125 και αυτόν τον γάμο, 'που μισεί, κείνη ούτ' αρνιέται αλλ' ούτε να τον τελειώση δύναται• κ' εκείνοι καταλύουν το σπίτι μου, και γλήγορα κ' εμέ θα θανατώσουν. αλλ' όλ' αυτά στην δύναμι των αθανάτων μένουν• τώρα, πατέρ', άμε γοργά και ειπέ της Πηνελόπης 130 ότι της σώζομ' άβλαπτος και ότ' έφθασ' απ' την Πύλο. εγώ θα μείνω εδώ, και συ θα στρέψης άμα δώσης μόνης αυτής την είδησι, μηδέ κανείς το μάθη των Αχαιών, ότι πολλοί ζητούν τον όλεθρό μου».