United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να δίνης τα γράμματα σου και να σωπαίνης. — Σα με βρίσανε, παπά μου, και με σκοτώσανε, δεν ήξερα κ' εγώ τι έλεγα. Ο διάβολος μ' έσπρωξε. Τι να πω κ' εγώ; — Τι φταίει κι' ο κακομοίρης ο Μαθιός; είπε ο Παντελής ο καφετζής, ο μπατζανάκης του. Είνε πράμματα να κρυφτούν αυτά; Αν δεν ήταν σήμερα, θα ήταν αύριο. — Ο Πειρασμός την έσπρωξε να χάση την ψυχή της! Ξαναείπε ο Μαθιός.

Ο Αμπουλβάρης ηκολούθησε να λέγη, δεν σε παρομοιάζει εις κανέναν σημάδι, εκείνος είνε ένας εύμορφος άνδρας, και εσύ είσαι ασχημότατος, εκείνος είναι παχύς, και εσύ είσαι ξηρός ωσάν ένα σκέλεθρον· παύσε το λοιπόν από το να μας λέγης, και να μας δίνης να καταλάβωμεν πως εσύ είσαι εκείνος· και με όλον που είνε επτά χρόνοι που δεν τον είδαμεν, ημείς δεν ημπορούμεν να αλησμονήσωμεν την φυσιογνωμίαν του· μα τούτο δεν φθάνει, το περισσότερον είνε που καθώς εμάθαμεν, αυτός εχάθη εις το ταξείδι που διά θαλάσσης έκαμνεν.

Αχ! εραστή κακέ! που δίνης τώρα στον άνδρα τον δικό μου ένα παιδί, χάρι που δεν αξίζει, και το φέρνεις στο σπίτι μου• κι ο γυιός μου, πούνε γυιός σου, χωρίς κανείς να ξέρη, εφαγώθη από τα όρνυα μέσ' στα σπάργανά του, που η μάννα του τον τύλιξεν——εγώ! Η Δήλος σε μισεί• μα και της δάφνης οι κλώνοι με το φοίνικα μαζύ το φουντωτό, εκεί που με τον Δία σ' εγέννησε η σεμνή Λητώ!

Χριστέ μου, προσκυνώ σε, του ξένου μας στη ξενιτιά αρρώστια μη του δίνης. Η αρρώστια θέλει στρώματα, θέλει μεγάλη πάστρα, θέλει μαννούλα στο πλευρό, γυναίκα στο κεφάλι, θέλει αδερφές ολόγυρα να τον καλοτηράνε... Στην Κυρίαν Ψυχάρη. Τρεις ώρες θα περνούσαμε την άσωτη εκείνη κλεισούρα, προτού ν' ανεβούμε ψηλά προς το Βελούχι, όλοι οι στρατοκόποι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ Κ' εγώ μ' αυτόν εδώ τον σκούφον τον άξιον και σεβαστόν το δικαίωμα σου δίνω και την άδεια όλον τον κόσμο να γιατρεύης, ν' αφαιμάσης, να κενώνης, να τρυπάς, να κόβης και να τέμνης χωρίς να δίνης λόγο σε κανένα

Εκείνη ήνοιξε την ποδιάν της και ο Αντωνέλλος έχυσε μέσα όλα τα τάλληρα του μανδηλιού του. — Να τα κάμης ό,τι θες· επρόσθεσε. Ο γαμβρός του εδόθη εις γέλωτα θορυβώδη. — Γέλα όσο θες, είπεν ο Αντωνέλλος· έχεις ακόμα να μου δίνης εκατό τόσα τάλλαρα, εκείνη τη παλαιά διαφορά! — Καλά, καλά, είπεν ο καπετάν Γιάννης, μη παύων να γελά.

Τα κρύα πάντα ταχτικά θα του ταλλάζης, το γιατρικό στις ώρες του θα του δίνης και θάχης το νου σου να μην πατάη κανείς εδώ εξόν απ' τη γυναίκα του. Και λίγα λόγια. Άκουσες, παιδί μου; Ο άνθρωπος είνε βαρειά. Απ' τη λάτρα που θα του κάνης κρέμεται να τη γλυτώση. Και πάλι ο Θεός ξέρει! Από στιγμή σε στιγμή τι μας παρουσιάζεται δεν το ξέρομε. Στην ώρα είχε συνεφέρει κ' η γυναίκα του.

Μια δεκάρα για τον καφέ, μια δεκάρα για τον καπνό. Στον καφετζή τον Μπαρμπα-Δημητρό να τα δίνης, να πίνω τον καφέ στην υγειά σου». Ακούς, κύριε έφορα; Του πήγα το δαχτυλίδι της γυναίκας μου, μπριλαντένιο δαχτυλίδι, κ' ένα ζευγάρι σκουλαρίκια με μαργαριτάρια. Πεντακόσιες δραχμές μες στο νερό!

ΧΟΡΟΣ Μα εσύ μη δίνης αφορμή και δε θα ονομασθής δειλός ποτέ, όταν καλά ταιριάσης τη ζωή· φεύγει απ’ τα σπίτια εκείνων η μαυρογνέφαλη Ερινύς που τη θυσία τους δέχουνται καλόγνωμα οι θεοί. ΕΤΕΟΚΛΗΣ Τώρ’ από μιάς μας ξεγνοιστήκανε οι θεοί μας, και μόνο ευπρόσδεκτ’ είν’ η χάρη του χαμού μας· γιατί λοιπόν τη μοίρα μου να γαλιφεύω;

Ο γιατρός την παρηγόρησε, κουνώντας το κεφάλι του, έγραψε μια ρετσέτα γρήγορα-γρήγορα, την έδωσε στο φαρμακοποιό, φόρεσε το καπέλλο του και φυσώντας πάντα άγρια τα πλατειά ρουθούνια του, φώναξε, φεύγοντας: — Ε κουράγιο, γερόντισσα, ό, τι είν' απ' το θεό, θα γίνη. Παίρνεις αυτό το γιατρικό που θα σου δώσουν και να του δίνης μια κουταλιά την ώρα. Είνε πληρωμένο, δεν κάνει τίποτα.. .γειά σας...