Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
Είνε από εκείνους τους μικρούς ανθρώπους, τους αγνώστους τους αφανείς· τον οποίον όμως δεν θα εδίσταζε, νομίζω, ένας να ονομάση και ήρωα! Τουλάχιστον εις εμέ τοιούτος παρουσιάζεται και ελπίζω, μετά την διήγησιν, να με δικαιώσετε.» Και ο ιατρός εξηκολούθησε. «Τα σπήτια μας ήσαν κατάντικρυ, και κάθε πρωί, μετά τον ύπνο, το πρώτον πρόσωπον όπου έβλεπα ήτο ο γέρω Αντωνέλλος.
Και ενθυμούμαι μίαν κωμικωτάτην σκηνήν, καθ' ην, γνωστήν προξενήτριαν, τολμήσασαν να του ειπή ότι δεν επείραζε δα αν υπανδρεύετο προ της αδελφής, ο Αντωνέλλος την εκυνήγησε με το ραβδί, στ' αστεία, εννοείται, διότι δεν ήτο ικανός να κτυπήση· εκείνη δε, από φόβον, όταν τον έβλεπε έπαιρνε άλλον δρόμον.
Σχεδόν όλην την ημέραν ο Αντωνέλλος την εξώδευε εις το περιβόλι μέσα· το αγαπούσε με πάθος, σαν να ήτο ερωμένη. Να σκάπτη, να καθαρίζη, να κλαδεύη, να ποτίζη, ήτο η μόνη του ενασχόλησις· και όλ' αυτά μόνος, ή σχεδόν μόνος, διότι βοηθόν είχε μόνον διά την πιο χονδρήν εργασίαν.
Εκείνη ήνοιξε την ποδιάν της και ο Αντωνέλλος έχυσε μέσα όλα τα τάλληρα του μανδηλιού του. — Να τα κάμης ό,τι θες· επρόσθεσε. Ο γαμβρός του εδόθη εις γέλωτα θορυβώδη. — Γέλα όσο θες, είπεν ο Αντωνέλλος· έχεις ακόμα να μου δίνης εκατό τόσα τάλλαρα, εκείνη τη παλαιά διαφορά! — Καλά, καλά, είπεν ο καπετάν Γιάννης, μη παύων να γελά.
Ήτο μια πρωινή του Ιουλίου· αφ' εσπέρας είχαν λάβη γράμμα από τον Καραγιάννην ότι η «Μπέλλα», φθάσασα εις Μασσαλίαν με φορτίον, θα ήρχετο εις την πατρίδα μετά την εκφόρτωσν. Και ήσαν καταχαρούμενοι ο Αντωνέλλος και η αδελφή του· αυτή μάλιστα είχε διοργανώση μίαν εκδρομήν εις το νησάκι του Μπάου, το οποίον απείχε μόλις ένα μήλι από το μεγάλο νησί.
Και τι δεν έκαμαν; Αι νεώτεραι, πηδώσαι με ευστροφίαν κατσίκας, τα γλυστερά βράχια, εύγαζαν πεταλίδες, αχινούς, καβούρους· ο Αντωνέλλος, οπού είχε το καμάκι του, έπιασε δυο τρία χταποδάκια και με φωνές, με γέλοια, με τραγούδια, με αδιάπτωτον ευθυμίαν, εδιάλεξαν ένα ωραίο μέρος, μίαν γελαστήν αμμουδιάν, άπλωσαν εκεί τα πολυποίκιλλα ορεκτικά τους και ερρίφθησαν επ' αυτών με όρεξιν, μόνον εις τα νέα χρόνια γνωστήν.
Αλλά ο Αντωνέλλος, τιμονεύων δεξιώς, κατώρθωσε να πλησιάση την αμμώδη παραλίαν, επάνω εις την οποίαν η βαρκούλα ερρίφθη με την μίαν των πλευρών. Με την βοήθειαν παρατυχόντων διαβατών αι γυναίκες απεβιβάσθησαν, ο δε Αντωνέλλος, περιβάλλων και υποβαστάζων την αδελφήν, την ωδήγησεν εις τα ίδια. Η καϋμένη η Μπέλλα αρρώστησε δυνατά.
Το «καυγαδάκι» αυτό τόσον το είχα συνειθίση, οπού το επερίμενα, διότι, όσον μικρός και αν ήμην, ησθανόμην ότι αι επιπληκτικαί λέξεις εκείναι, ήσαν κάθε άλλο, παρά λέξεις θυμού. Και πράγματι, όταν κατόπιν έμαθα την ιστορίαν του, είδα τι άνθρωπος ήτο ο γέρω Αντωνέλλος, το αεικίνητον αυτό μυρμήκι και τον εζήλευσα.
Εκείνος, ωσάν τώρα να συνήλθε, έσφιγξε δυνατά το χέρι του φίλου του, ενώ ησθάνετο ότι η συγκίνησις τον έπνιγε, και ανήλθε τρέχων εις το κατάστρωμα. Μεγάλον κρότον έκαμε, ενθυμούνται πολλοί, ο γάμος του καπετάν Γιάννη με την αδελφήν του Αντωνέλλου ολόκληρον εβδομάδα διεσκέδαζαν και πράγμα παράξενο, ο Αντωνέλλος έκαμνε τον μεγαλείτερον θόρυβον. Τα σχόλια όμως του κόσμου δεν είχαν τελειωμόν.
Επειδή το σπίτι των απ' οπίσω είχεν ένα κήπον αρκετά εκτεταμένον, οπού και δι' αυτό ωνομάσθη, ολίγον πτωχαλαζωνικώς, να ειπούμε την αλήθειαν, «Μεγάλος Κήπος». Το ψαλλίδι και ο Αντωνέλλος ήσαν αχώριστοι. Και όταν εκάθητο, το εκρατούσε προτεταμένον και ανοικτόν, ωσάν να του έλεγε. — Ησύχασε και θα σε μεταχειρισθώ γρήγορα δε θα σ' αφήκω να στενοχωρηθής.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν