United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κύτταξε μόνον, να μην ειπούμε 'γεια εις το ολίγο ασημικό, που μας βρίσκεται. — Α, μπα! και δεν πουλώ, αν θέλω, τώρα με τα εκατόν πενήντα, να μου μείνη καθαρόν κέρδος δέκα χιλιάδες φράγκα; — Το κακό είνε ότι δεν πουλείς, καθώς δεν πουλώ κ' εγώ. — Θα ήτον τρέλλα. Αύριον θα έχουν τριακόσια. Και πλησιάσας εις το ους του συναδέλφου του. — Η σύμβασις δημοσιεύεται αύριον, τω είπε.

Τότε ο ξανθός Μενέλαος απάντησεν εκείνου• «Ω φίλε, αφού είπες φρόνιμα, όσ' άνθρωπος με γνώσι, και από σε μεγαλήτερος, ήθελε ειπή και πράξη• 205 τέτοιου πατρός, δεν ημπορείς ή φρόνιμα να λέγης• καλόγνωρ' είν' η γενεά τ' ανδρός, οπού ο Κρονίδης του γάμου και της γενετής ευτύχισε την ώρα, ως έδωκε του Νέστορα να ήναι ολοκαιρής του, και αυτός λαμπράτο σπίτι του τα γέρα να περνάη, 210 κ' υιούς να έχη συνετούς και 'ς τ' άρματα μεγάλους. κ' εμείς το κλάμμ' ας παύσουμεν, όπ' είχε γίνει πρώτα• του δείπνου ας κάμουμεν αρχή, και το νερότα χέρια ας χύσουν, και αύριο το ταχύ θα γίν' η ομιλία, οπού ο Τηλέμαχος κ' εγώ θα ειπούμε μεταξύ μας». 215

ΧΟΡΟΣ Αλλοίμονο, η δόλια! θλίψιν αισθάνομαι βαρειά για το χρησμό που εδόθη στ' αφεντικά μου. Τι λοιπόν να κάμω τώρα πρέπει; Με φοβερίζει ο θάνατος. ΚΡΕΟΥΣΑ Γιατί ο λόγος τούτος; κι' ο φόβος σας αυτός γιατί; ΧΟΡΟΣ Τι τάχα: να το ειπούμε ή να το σιωπήσουμε; Να κάνουμε τι τάχα; ΚΡΕΟΥΣΑ Πες μου, μην έχης συφορά καμμιά να ειπής για μένα; ΧΟΡΟΣ Θα σου το ειπώ και δυο φορές ακόμα κι' αν πεθάνω.

Να ειπούμε την αλήθειαν, αποκρίθηκε ο Γέροντας, αυτοί οι τίτλοι δεν της παραπρέπουν· όμως ας είναι. Πώς η γλώσσαις, Λογιότατέ μου, καλητερεύουν με την μάθησιν, δεν έχει λόγον ενάντιον.

Λοιπόν πρέπει, φίλε Θεαίτητε, να προσέξωμεν τι θα απαντήσωμεν εις αυτόν τον παλικαράν, όταν μας ερωτήση. Θεαίτητος. Είναι φανερόν ότι θα ειπούμε, ότι είναι τα είδωλα, που εμφανίζονται μέσα εις τα νερά και εις τα κάτοπτρα, ακόμη δε και τα ζωγραφισμένα και τα γλυμμένα και όλα τα παρόμοια. Ξένος. Τόρα φαίνεσαι, φίλε Θεαίτητε, ότι δεν είδες ποτέ σου σοφιστήν. Θεαίτητος. Διατί δηλαδή; Ξένος.

Έστησε χωριστά το τσαντήρι του κ' έτσι έχουμε το μυαλό μας ήσυχοαν έχουν μυαλό και οι πεθαμένοι! Μόλις άρραξε το καΐκι στο νησίστη Σέρφο ας ειπούμε — ο ναύκληρος επήρε το μισοκοίλι κ' ετράβηξε στο χωριό για να μετρήση το σιτάρι. Ελιανοψιχάλιζε κάπως όταν εκίνησε, μα δεν εμποδίσθηκε. Πρωτοβρόχια, σου λέγει, θα περάση. Μόλις όμως έφτασε τον ανήφορο πιάνει μια δυνατή βροχή· νεροποντή σωστή!

Πώς, φιλενάδες, στην κυρά μας τούτο δεν θα το ειπούμε με τρανή φωνή, πούχε στον άνδρα όλες της ελπίδες, μα κ' έχει τόσο δύστυχη γενή; Τώρα εκείνη λυώνει από τη συφορά και η χαρά για κείνον θανατείλη. έπεσε εκείνη στα λευκά γεράματα, κι αυτόν θα τον περιφρονούν οι φίλοι.

Ας πάω, έβαλε με νου του· ας πάρω το στρατί στρατί, και ρωτώντα ρωτώντα κανείς πάει στην Πόλη, κάποιο χωριό θα βρω που να μην έχη Παπά. Μια και δυο, το σακούλι στον ώμο, δώθε παν οι άλλοι. Μια μέρα, δυο μέρες, τρεις ημέρες, ρωτώντα τον ένα και τον άλλο διαβάτη, μαθαίνει πως το τάδε χωριό δεν έχει Παπά. Μια και δυο, πάει στο χωριό· στο Νιοχώρι να ειπούμε.

Ω Πρόληψαις του κόσμου τυράννοι της ψυχής, Ο κόσμος σας λατρεύει Για 'να 'ναι δυστυχής. Εβάλθηκαν με τα σωστά τους ν' αναστήσουν την παλαιάν Γλώσσαν του τόπου, μοναχό μέσο προς φωτισμόν του γένου, και να την καταστήσουν τόσο κοινήν, οπού να την ομιλούν μικροί μεγάλοι με την ίδιαν ευκολίαν, οπού την έκρεναν τότες οι Αθηναίοι να ειπούμε.!

Μπορούμε να ειπούμε, ότι και η σκηνή αυτή έχει το μυστήριο της αρχαίας Ελληνικής τέχνης, που μας αναγκάζει να θαυμάζουμε σε κάθε γυμνό την ομορφιά μονάχα, δίχως να προφταίνη ο νους μας να στοχαστή και το ταπεινό. Το επεισόδιο του Γνάθωνα είναι βέβαια πιο ξαδιάντροπο και μας σκανδαλίζει σήμερα με την αισχρότητά του.