United States or Indonesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάμποσοι μικροί βουκόλοι είχον περιστοιχίση εξ αποστάσεως ένα ταύρον κ' επροσπάθουν να τον «μυγιάσουν». Και προς τούτο εξεφώνουν εν χορώ τα εξής: Έβγα, μύγιο, απού το βώλο κέμπα στου βουγιού τον κώλο. Δος του να πυροβολήση και τα όρη να γυρίση, Κού-κου! κού-κου! κού-κου!

Οι χωρικοί έλειπον όλοι εις τας εργασίας των γυναίκες και άνδρες, μικροί και μεγάλοι, έκαστος κατά τας δυνάμεις του είχον αναλάβει τα καθημερινά, τ' αναλλοίωτα καθήκοντά των, άμα τη χαραυγή.

Πολλές φορές έμπαιναν και στο χωριό, ανακατώνονταν στα σπίτια, σε χαρά και σε λύπη, σε γάμους και τραπέζια, σε πανηγύρια, ακόμα και στα μαλώματα. Όλοι την ήξεραν την Ελπίδα κι όλοι την καλοδέχονταν. Μικροί μεγάλοι την αγαπούσαν· φτωχοί και πλούσιοι την είχαν πάσα ημέρα στα χείλη τους. Μια τέτοια ζωή άλλαξε σημαντικά το Δημητράκη. Η κόρη με τ' απλά λόγια της, ξύπνησε μέσα του κάποια νέα σκέψη.

Ο θετός πατήρ της Ιωάννας, καταγόμενος, ως είπομεν, εξ Ελλήνων είχε διδάξει της συζύγου του την θυγατέρα των προγόνων αυτού την γλώσσαν και ιστορίαν, ώστε οι μικροί πόδες της ημετέρας ηρωίδος ανεσκίρτων υπό της χαράς, μέλλοντες μετ' ολίγον να πατήσωσι το χώμα, όπερ εκάλυπτε του Περικλέους και της Ασπασίας την κόνιν. Εν τούτοις το πλοίον παρέπλεεν ήδη τας μοσχοβόλους ακτάς της Αγ. Μαργαρίτας.

Εις τας αιθούσας αυτάς δίδονται υπό της νέας βασιλείας ου μόνον οι μεγάλοι αλλά και οι μικροί χοροί.

Εσύ δειλός κι' ανάξιος, μες στη βουλή αλογάριαστος, αψήφιστος στη μάχη. Δε θα ορίσουμε όλοι δα εδώ, μικροί μεγάλοι. Κακό 'ναι η πολυκεφαλιά· μια κεφαλή μονάχα, ένας ας είναι βασιλιάς, σ' αφτόν που ο γιος του Κρόνου αρχής ραβδί του χάρισε και νόμους για να κρίνει205

Μόνον όταν παύσωμεν ημείς αυτοί προς εαυτούς καταψευδόμενοι και τας σκιάς των προγόνων περισαίνοντες· μόνον όταν αισθανθώμεν ότι είμεθα μικροί υιοί πατέρων μεγάλων, και ότι χειρίστη δίαιτα προς αύξησιν ημών και ανάρρωσιν είνε η δίαιτα εκείνη, ην θαυμασίως ωνόμαζεν ο Πλάτων ο ψ ο π ο ι ϊ κ ή ν κ ο λ α κ ε ί α ν.

Μα σα Γιάννης, δίχως γνώση, Τον επόνεσε η καρδιά Και του κόλλησε μεράκι Για την κόρη του παππά! Τάκουσαν μικροί, μεγάλοι Και γελούσαν Ωχ! Ωχ! Ω! Παλαμίδα σου μυρίζει Ν τ ε ϊ μ ε ν τ έ να φας κολοιό ΄ Στον παππά πηγαίνει ο Γιάννης Μια και δυο και του μιλεί. Και την Ελενιώ γυρεύει Και το χέρι του φιλεί.

Ευθύς τότε τα δύο παιδία του Φραγκούλα και πέντε ή έξ άλλου μικροί μοσχομάγκαι ανερριχήθησαν επάνω εις την στέγην του ναού, άνωθεν της θύρας, και ήρχισαν να βαρούν τρελλά, αλύπητα, αχόρταστα, τον μικρόν μισορραγισμένον κώδωνα, τον κρεμάμενον από δύο διχαλών ξύλων, εκεί επάνω. Ο παππά-Νικόλας έβαλεν ευλογητόν, και ήρχισεν η ακολουθία της Αγρυπνίας.

ΣΙΒΑΡΔΟΣτην Δουνσινάνην ήσυχος καθώς πληροφορούμαι μένει ο τύραννος κλειστός, κ' εκεί θα μας προσμένη να τον πολιορκήσωμεν. ΜΑΛΚΟΛΜ Και τι να κάμη άλλο, αφού μεγάλοι και μικροί τον παραιτούν και φεύγουν, άμα προς τούτο βοηθόν και ευκαιρίαν εύρουν; και όσοι δε του έμειναν διά της βίας μένουν η δε καρδιά των είν' αλλού! ΜΑΚΔΩΦ Εκείνα που αξίζει τα λέγομεν αργότερα, αφού τον κρίν' η Τύχη.