United States or Montserrat ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτοι όμως δεν εδέχθησαν αυτόν ούτε εις την πόλιν ούτε εις την συνέλευσιν, διότι προηγουμένως είχεν υπερισχύσει η γνώμη του Περικλέους, ο οποίος είπε μήτε κήρυκα μήτε πρεσβείαν να δεχθούν εκ μέρους των Λακεδαιμονίων εκστρατευόντων· αποπέμπουν λοιπόν αυτόν πριν τον ακούσουν και τον προστάζουν να εξέλθη των ορίων αυθημερόν, προσθέσαντες ότι, εάν οι Λακεδαιμόνιοι ήθελον να έλθουν μετ' αυτών εις διαπραγματεύσεις, έπρεπε πρώτον να επιστρέψουν εις τα ίδια.

Διά να φέρη εις πέρας τον μεγάλον σκοπόν του παρεισάγει ολόκληρον ιστορίαν της ρητορικής και παρουσιάζει τα διάφορα τεχνάσματα και την κενότητα των ρητόρων από του Τισίου, του πρώτου ρήτορος, και του Γοργίου μαθητού του πρώτου και διδασκάλου του Ισοκράτους, μέχρι του Περικλέους.

Περί δε το φθινόπωρον του θέρους τούτου οι Αθηναίοι και οι μέτοικοι εισέβαλαν πανδημεί εις την Μεγαρίδα, υπό την στρατηγίαν Περικλέους του Ξανθίππου.

Ο κήπος εκείνος εκείτο, ως είπομεν, παρά τους πρόποδας της Ακροπόλεως, ώστε μετά βραχείαν ανάβασιν ευρέθησαν οι ερασταί επί της κορυφής του μαρμαρίνου εκείνου βράχου, περί ου οπαδός τις των τ ε λ ι κ ώ ν α ι τ ί ω ν, ήθελεν ειπεί, ότι ετέθη επίτηδες εκεί, ίνα χρησιμεύση ως υπόβαθρον εις τα μνημεία του Περικλέους, ως ετοποθετήθη κατ' αυτούς και η μύτη εν μέσω του προσώπου, ίνα υποστηρίζη τα ομματοϋάλια.

Έσπευσε λοιπόν ο Περικλής να επαναφέρη τον στρατόν εκ της Ευβοίας. Έπειτα οι Πελοποννήσιοι, οδηγούμενοι υπό του βασιλέως των Λακεδαιμονίων Πλειστοάνακτος του Παυσανίου, εισέβαλον εις την Αττικήν και εδήωσαν την Ελευσίνα και το Θρίον· μη προχωρήσαντές δε περαιτέρω επέστρεψαν εις τα ίδια. Οι δε Αθηναίοι διαβάντες πάλιν την Εύβοιαν, στρατηγούντος του Περικλέους, την καθυπέταξαν όλην.

Έρριξε βλέμμα γιομάτο περιφρόνηση στον αδερφό του κ' ήρθε και στάθηκε μπροστά του ψιθυρίζοντας : — Ανάξιε! Οι ακροατές σηκώθηκαν μονόγνωμοι κ' ήρθαν να συγχαρούν και να συλλυπηθούνε τον Αριστόδημο. — Ευχαριστώ.... ευχαριστώ.... απαντούσε στον καθένα εκείνος, σφίγγοντάς τους τα χέρια. Ξέρετε· ηθέλησα να πλησιάσω το δαιμόνιον ύφος του Περικλέους, είπε μπιστεμένα στον Περαχώρα.

Και τωόντι έπεμψαν προς αυτούς πρέσβεις τινάς, αλλ' οι πρέσβεις επέστρεψαν άπρακτοι. Περιελθόντες εις άκραν αμηχανίαν επετίθεντο κατά του Περικλέους. Αναβάς δε εις το βήμα είπε ταύτα. Εγώ νομίζω, ότι πλειότερον τα άτομα είναι ευτυχή, όταν η πόλις όλη ευπραγή παρά εάν τα άτομα ευτυχούν, η δε πόλις αθρόα μαραίνεται.

Ναι μεν ως προς τον αριθμόν των πλοίων και των οπλιτών ο εις την Επίδαυρον μεταβάς μετά του Περικλέους και κατόπιν εις την Ποτείδαιαν μετά του Άγνωνος δεν ήτο κατώτερος, διότι συνέκειτο εκ τετρακισχιλίων Αθηναίων οπλιτών, τριακοσίων ιππέων, εκατόν τριηρών, πεντήκοντα άλλων των Λεσβίων και των Χίων, και προσέτι συμμάχων πολλών συνεκπλευσάντων, αλλά και βραχύτερον διάστημα είχε να διανύση και ατελή εφόδια είχεν· ενταύθα εξ εναντίας τα εφόδια έπρεπε να γίνουν τοιαύτα, ώστε να διαρκέσουν πλειότερον χρόνον και να χρησιμεύσουν κατά δύο τρόπους, και επί της ξηράς και επί της θαλάσσης.

Οι μάντεις έψαλλον παντός είδους χρησμούς, τους οποίους καθείς ηκροάτο αναλόγως της ψυχικής του διαθέσεως. Και οι Αχαρνείς, οι οποίοι εθεωρούντο ως απαρτίζοντες μέρος των Αθηναίων ουχί ασήμαντον, βλέποντες καταστρεφομένην την χώραν των, εζήτουν μετά κραυγών την έξοδον. Η πόλις περιήλθεν εις μέγιστον ερεθισμόν και όλοι ωργίζοντο κατά του Περικλέους.

Ακριβώς δε απεδείχθη άπαξ έτι τι σημαίνει διά την άμυναν των ελληνικών χωρών η θάλασσα και εδικαιώθη το λόγιον του μεγάλου Περικλέους: «Μέγα το της θαλάσσης κράτος». Κατά τον οπωσούν μακρόν τούτον πλουν ο Ηράκλειος έδειξε το πρώτον την αρετήν του ως βασιλέως και ως αρχιστρατήγου.