Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Ο Ούρσος απέθηκε την Λίγειαν επί μαρμαρίνου βάθρου. Η δε Ακτή ήρχισε να συμβουλεύη την κόρην, όπως ησυχάση και αναπαυθή, βεβαιούσα αυτήν ότι ουδείς κίνδυνος την ηπείλει, επειδή οι συνδαιτυμόνες θα εκοιμώντο μέχρι της εσπέρας. Επί πολύ η Λίγεια δεν ηδυνήθη να καταπραϋνθή. Έθλιβε τους κροτάφους με τας χείρας της και επανελάμβανεν ως παιδίον: — Στο σπίτι! Στο σπίτι! Στου Αούλου.

Σώπα, σώπα, σου λέγω! τον ετραβούσεν ο μπάρμπα-Γιωργός διαρκώς από το ράσσον. Θα σ' πάρη την μιλιά. Υψηλή, χαριτωμένη ως διακοπούλα, η λευκοφόρος κόρη ίστατο εκεί επί του μαρμαρίνου βαθρυδίου της Αγίας Πύλης ακίνητος, ιερά. Και ήτο απαράλλακτος η Κουκκίτσα. Και ήνοιξε τότε τα στόμα της και είπεν εν ψαλμωδία. — Σώζου, γλυκύτατε πάτερ! Σώζου, ω μάταιε βίε. Σώζου η σύμπασα κτίσις.

Ο κήπος εκείνος εκείτο, ως είπομεν, παρά τους πρόποδας της Ακροπόλεως, ώστε μετά βραχείαν ανάβασιν ευρέθησαν οι ερασταί επί της κορυφής του μαρμαρίνου εκείνου βράχου, περί ου οπαδός τις των τ ε λ ι κ ώ ν α ι τ ί ω ν, ήθελεν ειπεί, ότι ετέθη επίτηδες εκεί, ίνα χρησιμεύση ως υπόβαθρον εις τα μνημεία του Περικλέους, ως ετοποθετήθη κατ' αυτούς και η μύτη εν μέσω του προσώπου, ίνα υποστηρίζη τα ομματοϋάλια.

Η βοή του σιρόκου η ακατάβλητος εκόμιζε τώρα μέσα εις τον ναΐσκον λυγμούς και θρήνους, εκόμιζε και των ναυαγίων τα τριξίματα, τα οποία ριπτόμενα κατά του μαρμαρίνου κρηπιδώματος του λιμένος εκρότουν θραυόμενα. Η τρικυμία επεκταθείσα είχεν εισορμήσει πλέον μέσα εις την πόλιν εν πλημμύρα φοβερά.

Η ωχρότης του μαρμαρίνου προσώπου της, η καμπύλη του μαρμαρίνου κόλπου της, και αυτή η λευκότης των μαρμαρίνων ποδιών της, όλον το σώμα της εκαλύφθη αυθωρεί από τα κύματα ενός ακουσίου ερυθήματος και ελαφρά φρικίασις σείει το λεπτόν σώμα της, όπως ακριβώς η αύρα της Νεαπόλεως ταράσσει ελαφρά τους ωραίους λευκούς κρίνους τους σκορπισμένους επάνω εις την χλόην. Διατί η κυρία ηρυθρίασεν;

Ο Βινίκιος τον απώθησεν, αλλ' εκείνος τον έλαβεν από του βραχίονος και τον έσυρε προς εαυτόν. — Εάν θέλης να μάθης κάτι διά την Λίγειαν, έλα μαζή μου, είπε, θα σου ανακοινώσω τας σκέψεις μου. Εισήλθον εις το εσωτερικόν περιστύλιον και εκάθησαν επί μαρμαρίνου καθίσματος διά να συνομιλήσουν.

Και κατά το έτος τούτο το Μέγα Σάββατον την αυγήν ο μπάρμπα-Κώστας ήτο εις την θέσιν του υπερήφανος διά το πρόσωπον το φοβερόν οπού ήθελεν υποκριθή. Καθήμενος προ των πυλών του κενού, πλην καταφωτίστου ναού, ανέμενε την επάνοδον του Επιταφίου, έχων ύφος επίσημον κυριάρχου. Δεν ήτο πλέον ο πτωχός κανδηλάπτης με την κεφαλήν κάτω. Ίστατο ασκεπής επί του μαρμαρίνου κατωφλίου ως ει έλεγεν: — Εγώ είμαι!

Τέλος κατορθώνει να κράξη: — Η σκούναις μου, μωρέ γυναίκα! η σκούναις μου! Αλλ' εν τη τάσει εκείνη της κάμψεως του σώματός του, απεσπάσθη το σιδηρούν δρύφακτον του μαρμαρίνου εξώστου, όπερ καταπεσόν, παρέσυρε προς την θάλασσαν και τον καπετάν-Τσούρμαν τον Παπαργυρόν μετά δεινού των υδάτων πλαταγισμού.

Ορθία επί του καθίσματος, με την χρυσίζουσαν κόμην της πίπτουσαν κυματοειδώς επί των ώμων της περιεπτύχθη με τους βραχίονάς της τον λαιμόν του αγάλματος και συγχρόνως τα πυρέσσοντα χείλη της ηνώθησαν με τα κατάψυχρα χείλη του μαρμαρίνου ομοιώματος του Πετρωνίου. Οι δύο φίλοι ανέβησαν εις το φορείον και διέταξαν να τους φέρωσιν εις την Κώμην Πατρίκιος, εις την οικίαν του Αούλου.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν