United States or Israel ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το άνθος ηρυθρίασεν εκ νέου και προσεπάθει να συγκρατήση αυτόν. Και έρως να συγκρατηθή προσεπάθει. Αλλ' απεσπάσθη και έφυγε, αφήσας μόνον έν δάκρυ επί των ερυθρών του άνθους πετάλων, το οποίον παρέσυρε το ερύθημα και εκυλίσθη μετ' αυτού εις την γην. Πλησιάζω και λαμβάνω το πρώτον δάκρυ, και λαμβάνω και το έσχατον.

Ο βορράς εσύριζεν. Ήκουσε συριγμόν τροχαλίας και κρότον αλύσεως. Μέγας όγκος εφαίνετο εις τον λιμένα αντικρύ του παραθύρου της. Μεγάλη βάρκα, φέρουσα φανόν, απεσπάσθη από τον μέγαν όγκον, κ' επλησίασε με βαρείαν κωπηλασίαν εις την προκυμαίαν. — Καλώς σ' ηύρα, καπιτάνισσα! έκραξε μία φωνή από την βάρκαν.

ΙΡΙΣ. Την νήσον την πλανωμένην, ω Ποσειδών, η οποία απεσπάσθη από την Σικελίαν και εξακολουθεί να πλέη υπό την επιφάνειαν της θαλάσσης, διατάσσει ο Ζευς να σταματήσης και να παρουσιάσης εις την επιφάνειαν και εις το μέσον του Αιγαίου, να την στηρίξης δε πολύ ασφαλώς• διότι έχει ανάγκην αυτής. ΠΟΣ. Θα γείνουν αυτά κατά την διαταγήν του.

Ολίγον μετά ταύτα απεσπάσθη επίσης από την συμμαχίαν των Αθηναίων και η Στάγιρος, αποικία των Ανδρίων. Και ταύτα μεν εγένοντο κατά το θέρος τούτο. Κατά τας αρχάς δε του επομένου χειμώνος είχαν ληφθή κατάλληλα μέτρα, διά να παραδοθή η Βοιωτία εις τους Αθηναίους στρατηγούς Ιπποκράτην και Δημοσθένην.

Και όταν πάλιν, ενηγκαλισμένον έχουσα και καταφιλούσα τον μονάκριβον υιόν της, τον οποίον, μετά τόσα έτη, ανελπίστως έβλεπε, μεγαλόσωμον, σοβαρόν, πολιόν σχεδόν, ως τον καπετάν- Τσούρμαν, τον Παπαργυρόν, απαράλλακτον, ακούσασα πατήματα ζωηρά, χορευτικά και φωνάς και γέλωτας και χαράν, εν τω άνω πατώματι, όπου τα παιδία ανέβησαν να ίδουν το θέαμα του λιμένος και της κώμης, απεσπάσθη από τας αγκάλας του υιού της, έντρομος κράζουσα, κ' επάνω βλέπουσα: — Τι είνε!

Τέλος κατορθώνει να κράξη: — Η σκούναις μου, μωρέ γυναίκα! η σκούναις μου! Αλλ' εν τη τάσει εκείνη της κάμψεως του σώματός του, απεσπάσθη το σιδηρούν δρύφακτον του μαρμαρίνου εξώστου, όπερ καταπεσόν, παρέσυρε προς την θάλασσαν και τον καπετάν-Τσούρμαν τον Παπαργυρόν μετά δεινού των υδάτων πλαταγισμού.

Και πάλιν απεσπάσθη απ' αυτών, και πάλιν, μετά βαθυτέρας εντάσεως επανέλαβε την αυτήν προσευχήν ως πρότερον, και κατά το διάλειμμα της συγκινήσεώς Του ήλθεν οπίσω προς τους μαθητάς Του. Αλλ' εκείνοι και πάλιν είχον πέσει εις ύπνον, και όταν τους εξύπνησε, βεβαρυμένοι ως ήσαν, δεν εύρισκον λέξιν να ομιλήσωσι προς Αυτόν.

Τα κάτωθεν των ανακτόρων εστρατοπεδευμένα πλήθη εκρότουν ανυπομόνως τους πόδας· αι λαμπάδες ήσαν ανημμέναι, οι κώδωνες αντήχουν και εκάπνιζε το θυμίαμα• ο δε παναγιώτατος Πάπας, θέσας επί κεφαλής την τιάραν και λαβών ανά χείρας την ποιμαντικήν ράβδον, απεσπάσθη τέλος πάντων από του φιλτάτου του τας αγκάλας, κατεχόμενος υπό προαισθημάτων μαύρων ως οι κόρακες, οίτινες επτερύγιζον υπεράνω της κεφαλής του Γράκχου την ημέραν του θανάτου του.

Ευτυχώς διά την ανθρωπότητα ο Ιησούς ουδέποτε εκύρωσε την αφύσικον επιτήδευσιν της στωικής απαθείας. Και ούτω εξέφερε την μόνην λέξιν σωματικής κακοπαθείας ήτις απεσπάσθη απ' Αυτού δι' όλων των ωρών καθ’ ας υπέφερε τας ακράτητας του άλγους και των βασάνων. Είς λοιπόν εξ αυτών γεμίσας σπόγγον όξους, και περιθεύς καλάμω, επότιζεν Αυτόν!

Τότε ο νους της κατά μικρόν απεσπάσθη. Ούτε επρόσεχεν εις τα κωλύματα της μητρός της. Ούτε το αμπελάκι της εσυλλογίζετο, ούτε την άλλην οικιακήν εργασίαν. Το σώμα μόνον το γήινον ευρίσκετο ακόμη εν τω μικρώ χωρίω, ο νους της, πτερωτός άγγελος, επέτετο πλέον μακράν, χαρούμενος, ως αετός αιθέριος.