United States or Bosnia and Herzegovina ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Ολόγυρά του σπλόνοι. » σ. 138 Σπλόμος , ο φλόμος των αρχαίων. Verbascum Thapsus. Και διά της ρίζης του φυτού τούτου δηλητηριάζοντες οι αλιείς τα θαλάσσια ύδατα συλλαμβάνουσι τους προστυγχάνοντας ιχθύας. Το άνθος αυτού κιτρινωπόν, ουδεμίαν έχει γνωστήν παρά τω λαώ χρήσιν. Υπάρχει και ρήμα σπλονίζω εις δήλωσιν της διά του φυτού τούτου γινομένης δηλητηριάσεως.

Και ο μεν Κλεαρίδας ο Κλεωνύμου εγένετο άρχων της Αμφιπόλεως, ο δε Πασιτελίδας ο Ηγησάνδρου της Τορώνης. Κατά το αυτό θέρος οι Θηβαίοι κατηδάφισαν το τείχος των Θεσπιέων, κατηγορήσαντες αυτούς ως αττικίζοντας. Και είχαν μεν πάντοτε κατά νουν το σχέδιον τούτο, αλλ' η εκτέλεσις αυτού κατέστη ευκολωτέρα αφ' ότου εν τη μάχη κατά των Αθηναίων οι Θεσπιείς απώλεσαν το άνθος του στρατού των.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Μην ορκισθής καλλίτερα. — Αν κ' ήσαι η χαρά μου, απόψε δεν την χαίρομαι την ένωσιν αυτήν μας. Ορμητικά, κ' εξαφνικά κι’ ανέλπιστα μου ήλθε·ήτον ωσάν την αστραπήν, οπού περνά και φεύγει πριν ‘πή κανένας: άστραψε! — Γλυκέ μου, καλήν νύκτα! Ίσως αυτό το σφαλιστόν το άνθος της Αγάπης ‘ς την αύραν του καλοκαιριού τα φύλλα του ανοίξη, κι ανθίζει και μοσχοβολά ως που να ξαναέλθης.

Το πουλάκι εχόρευε γύρω εις το χαμόμηλον και εκελαδούσε και έλεγε: — Τι μαλακόν είναι το χορτάρι! και τι ωραίον το μικρόν τούτο άνθος με την χρυσήν του καρδίαν και τα αργυρά του φορέματα! Το χαμόμηλον ήτο καταευχαριστημένον· το πουλάκι το εφιλούσε, του εκελαδούσε, και έπειτα επέταξε πάλιν εις τον αέρα. Επέρασεν αρκετή ώρα διά να συνέλθη το χαμόμηλον.

Πλην εκείνη, η πτωχή, δεν είχε τύχην να ζήση, διά να βάλη εις πράξιν όλας τας καλάς ταύτας συμβουλάς. Προχθές ακόμη το παρθενικόν άνθος είχεν ανοίξει ερυθρόν. Χθες έγεινε νύμφη· την άλλην ημέραν μήτηρ, λεχώ, νεκρά.

Ούτε τας ωραίας εσπερίδας της Κυρίας Σ. σου εμνημόνευσα, αίτινες ανά πάσαν Δευτέραν συνεκέντρουν εντός πολυτελεστάτων αιθουσών το άνθος του αθηναϊκού κόσμου, ούτε τας συναστροφάς της Κυρίας Δ., όπου ολίγος μεν αλλ' οικείος και εύθυμος όμιλος παρέτεινε μέχρι της τετάρτης πρωινής ώρας το ταραχώδες cotillon, ούτε άλλας μεμονωμένας και μικροτέρας νυκτερινάς ομηγύρεις, των οποίων και τώρα πλέον, — κατόπιν εορτής — θ' απέβαινε μακρά και η απλή μόνον απαρίθμησις.

Χαριέστατον άνθος αναφυόμενον κατά τας πρώτας ημέρας του φθινοπώρου. Τα φύλλα αυτής έχουσι χρώμα πράσινον βαθύ, μαρμαροειδές, όθεν και το επίθετον χολάτη . Η ρίζα φυματώδης, μελανή έξωθεν, ερυθροειδής έσωθεν. Οι αλιείς, όταν δεν δύνανται άλλως να ελκύσωσιν έξω του κατοικητηρίου του τον πολύποδα προσαρμόζουσιν αυτήν εις μακρόν κάλαμον, και εισάγουσιν εις την κοίτην του ζώου.

Την ακόλουθον ημέραν ήρχισαν βεβαίως ανερχόμενοι τα όρη του Μανασσή και διέβησαν τον «Πνιγόμενον Λειμώνα», όπως καλείται σήμερον, και διέσχισαν τα πλούσια δάση των συκών και τους ελαιώνας, οίτινες καλύπτουν εκείνο το διαμέρισμα, και άφησαν προς τα δεξιά τους λόφους, οίτινες εις το έκπαγλον κάλλος των αποτελούν το «στέμμα της υπερηφανείας» διά την οποίαν εκαυχάτο η Σαμάρεια, αλλ' ήτις κατά του προφήτου την πρόρρησιν θα ήτο ως «άνθος μαραινόμενον». Ο δεύτερος σταθμός των ήτο πιθανώς παρά το φρέαρ του Ιακώβ, εν τη ωραία και ευφόρω κοιλάδι μεταξύ του Εβάλ και του Γεριζίμ, και ουχί μακράν της αρχαίας Σηχέμ.

Η αγάπη ακέρηου του λαού την έτρεφε σαν γάλα, Σαν γάλα, 'σαν σταλαμματιά και 'σαν αχτίδες ήλιου. Νυκτόημερα εμεγάλωνε κ' έπαιρνε νειάτα, μάγια. Όσο που επέρασαν χρονιαίς κ' έφεξε μιαν αυγούλα Που μας την πήρε ο Μόσκοβοςτο βασιληά του νύφη. Ο ανθός οπού εγεννήθηκε για να τον τρέφη ο ήλιος 'Σάν έχασε τον ήλιο του δεν έζησε, εμαράθη.

Και όταν δεν συνδράμη ο καιρός; Όταν η θύελλα αρπάση το άνθος και ο αετός το πνίξη; Ω! τότε πνίγεται το παρόν του πατρός και της παρθένου το μέλλον!... «Ψεύσεται έργον ελαίας και τα πεδία ου ποιήσει βρώσιν!».