United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αστραπή διαδέχεται την αστραπήν, βροντή την βροντήν και πριν προφθάση να εγερθή της θέσεώς της, χάλαζα παχεία μετά σφοδρού ανέμου αποκρύπτουν τα πέριξ από τους οφθαλμούς της.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Μην ορκισθής καλλίτερα. — Αν κ' ήσαι η χαρά μου, απόψε δεν την χαίρομαι την ένωσιν αυτήν μας. Ορμητικά, κ' εξαφνικά κι’ ανέλπιστα μου ήλθε·ήτον ωσάν την αστραπήν, οπού περνά και φεύγει πριν ‘πή κανένας: άστραψε! — Γλυκέ μου, καλήν νύκτα! Ίσως αυτό το σφαλιστόν το άνθος της Αγάπης ‘ς την αύραν του καλοκαιριού τα φύλλα του ανοίξη, κι ανθίζει και μοσχοβολά ως που να ξαναέλθης.

Εγώ δε, που εγνώριζα πόσας θλίψεις και στενοχωρίας είχα, εσυγχωρούσα εκείνους διά την άγνοιάν των, αλλ' ελεεινολογούσα τον εαυτόν μου και τον παρωμοίαζα με τα κολοσσιαία αγάλματα που έκαμαν ο Φειδίας, ο Μύρων και ο Πραξιτέλης• και από αυτά έκαστον απ' έξω μεν είνε Ποσειδών ή Ζευς από χρυσόν και ελέφαντα κατεσκευασμένος, ο οποίος κρατεί κεραυνόν ή αστραπήν ή τρίαιναν• αλλ' αν εξετάσης το εσωτερικόν του, θα ίδης μοχλούς και γόμφους και καρφιά, οι οποίοι τον διατρυπούν, και ξύλα και σφήνας και πίσσαν και πηλόν και πολλήν άλλην ασχημίαν κρυπτομένην εντός αυτού.

ΠΟΛ. Αλλά συ, φίλε μου, την είδες μίαν φοράν ως αστραπήν και ενεθουσιάσθης διά το κάλλος της μορφής και του σώματός της• δεν γνωρίζεις δε της ψυχής της τα κάλλη τα οποία είνε πολύ μεγαλείτερα και θειότερα. Εγώ όμως την γνωρίζω καθ' ολοκληρίαν διότι και σχετικός της είμαι και συμπατριώτης.

Δύνασαι να ίδης πίπτοντα τον κεραυνόν, και να είπης: «Μπα! αυτό είνε όλονΟυδέποτε όμως εθεώρησες άνευ δέους την μεμακρυσμένην αστραπήν, ήτις τον προήγγειλεν.

Το πρυμναίον εφωτίσθη από παράδοξον αστραπήν, θαρρείς, από της οργής την αστραπήν την πρασινογάλαζον, και είδε τα περί αυτόν όλα πράσινα ο καπετάν- Φώκας. Και το πρόσωπόν του το είδε πράσινον εις τον καθρέπτην.

Έψαλλε θρηνητικώτατα τώρα ο εφημέριος, κάμνων ακόμη και τας συνήθεις εις το τέλος της παρακλήσεως γονυκλισίας. Αι γυναίκες τον εμιμήθησαν. — Παναΐτσα μου! Λημνιά μου! Εδέετο η Βγένα η καπετάνισσα και εκραύγαζεν: — Η βρατσέρα μου! αυτή είναι . . . . Αυτή είναι. Και ατενίζουσα ολονέν προς τον λιμένα, εις μίαν αίφνης αναλάμψασαν αστραπήν ανεφώνησεν: — Ο καπετάν Βγενιός!

Πολύ συχνά ο άνθρωπος ‘ς το ψυχομαχητόν του αισθάνεται χαρούμενος, και οι τριγυρινοί του το ονομάζουν αστραπήν προ του θανάτου τούτο. Ιδού, κ' εμένα είν' αυτό η αστραπή μου τώρα! Αγάπη μου, γυναίκα μου! Ω! της αναπνοής σου το μέλι το ερρούφησεν ο Θάνατος· αλλ' όμως ακόμη δεν εκάλυψε την ωραιότητά σου, ακόμη δεν σ' ενίκησε.

Ο γέρων απήντησε δεικνύων διά της χειρός·Στον κάβο, εδώ κάτου. Ο αγρότης εστάθη ως να εζήτει λόγους διά να πεισθή αυτός, πείθων και τους άλλους· είτα επανέλαβε με αμυδράν αστραπήν ευθυμίας εις το όμμα·Και είχατε τίποτε φόρτωμα μες το καΐκι; Ο έμπορος, του οποίου την πληγήν ήνοιγεν η ερώτησις, έσπευσε μετά βαθέος στεναγμού ν' απαντήση·