Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025
Ο Πύρρος, όστις εβασίλευεν εις την Ήπειρον περί τα 300 έτη προ Χριστού, ανεφάνη ο μεγαλύτερος στρατιωτικός ανήρ της εποχής του. Δις ενίκησε τους Μακεδόνας, και επί της Μακεδονίας εβασίλευσε.
ΠΑΝ. Σήμερον νομίζω αναχωρούν εις την Ίδην και μετ' ολίγον θα έλθη κάποιος να μας αναγγείλη ποία ενίκησε. ΓΑΛ. Από τώρα δύναμαι να σου είπω ότι θα νικήση η Αφροδίτη, εκτός αν είνε στραβός ο κριτής. 6. &Τρίτωνος, Αμυμώνης και Ποσειδώνος.& ΤΡΙΤ. Εις την Λέρναν, Ποσειδών, έρχεται καθ' εκάστην διά να παίρνη νερόν μία κόρη, απεριγράπτου κάλλους. Εγώ τουλάχιστον δεν έχω ίδει ωραιοτέραν.
— Ναι, θαν το κάμω! εβρυχήθηκε ανασηκώνοντας το κορμί του, σαν τον πάνθηρα που ετοιμάζεται να ριχτή στο θύμα του. Μα το λογικό ενίκησε πάραυτα την καρδιά του. Γύρισε κ' είδε με μάτι παραπονιάρικο τα σωθέματα των τοίχων, σα να τους έλεγε: «Δε φταίω γω αν δε σας κάνω το χατήρι». Δεν ήταν ίδιοι οι καιροί.
Αυτός προ ολίγου καιρού ενίκησε τους Ασσυρίους και κατέκτησε την Βαβυλώνα• τώρα δε φαίνεται ότι παρασκευάζει εκστρατείαν εναντίον της Λυδίας, διά να καθαιρέση και τον Κροίσον και γίνη κύριος όλης της Ασίας. ΧΑΡ. Και ο Κροίσος που είνε;
Μολαταύτα ένας αρχαίος αναφέρει ότι ο «Οιδίπους Τύραννος», διδαχθείς εις τας Αθήνας δεν έτυχε των πρωτείων, ενίκησε δε εις τον ποιητικόν αγώνα άλλος τραγικός, του οποίου δεν σώζεται το έργον° ο Φιλοκλής. Το δράμα έχει ως εξής περίπου: Κατ’ αρχάς παρουσιάζονται προ των βωμών που ήσαν εμπρός από το ανάκτορον του Οιδίποδος γέροντες και νέοι Θηβαίοι στεφανωμένοι με ικετηρίους κλάδους.
Αλλ' υπήρχεν ο γηραιός Βελισάριος, προ πολλού αποχωρήσας της ενεργού υπηρεσίας, και αυτός κατά πρόσκλησιν του Ιουστινιανού ανέλαβε την άμυναν της πρωτευούσης. Μετά στρατού πολύ μικρού εκ νέων εντελώς αγυμνάστων, ως επί το πλείστον αγροτών των περιχώρων της Κωνσταντινουπόλεως, ο Βελισάριος ενίκησε και έτρεψεν εις φυγήν τους εχθρούς.
Το ευτελές όπλον ενός ασήμου ενωμοτάρχου ενίκησε το εξακουστόν όπλον του γέροντος Χειμάρρα, όπως εις το παραμύθι συμβαίνει ο λεπρός βουκόλος να νικά τον ανδρειωμένον της Γκιόνας. — Ά-χούχα!. . .
Πολύ συχνά ο άνθρωπος ‘ς το ψυχομαχητόν του αισθάνεται χαρούμενος, και οι τριγυρινοί του το ονομάζουν αστραπήν προ του θανάτου τούτο. Ιδού, κ' εμένα είν' αυτό η αστραπή μου τώρα! Αγάπη μου, γυναίκα μου! Ω! της αναπνοής σου το μέλι το ερρούφησεν ο Θάνατος· αλλ' όμως ακόμη δεν εκάλυψε την ωραιότητά σου, ακόμη δεν σ' ενίκησε.
Αυτήν τη δυσκολία την ενίκησε εγκαίρως, όμως λίγο αργότερα σκέφτηκε να φύγη κάλλιο στο εξωτερικό και να μείνη εκεί ώσπου να συμβιβαστή κάπως με τους δανειστάς του. Έφυγε λοιπόν για τη Boulogne να επισκεφθή τον πατέρα του κοριτσιού, που αναφέραμε παραπάνω, κ' εκεί τον κατάφερε ν' ασφαλιστή στην Pelican Company για λίρες 3000.
Κ' οι δύο κείνοι, την γλυκειάν αγάπη αφού χαρήκαν, 300 με ηδονή λόγους πολλούς ελέγαν μεταξύ τους. έλεγεν όσα υπόφερε 'ς το σπίτ' η γυνή θεία, την πάγκακη συνάθροισι να βλέπη των μνηστήρων, οπ' εξ αίτιας της πολλούς μόσχους και αρνιά παχεία έσφαζαν και από το κρασί τους πίθους αδειάζαν. 305 και πάλιν ο διογέννητος της έλεγε Οδυσσέας, πόσους ερήμωσε θνητούς και πόσ' έπαθ' εκείνος. άκουε κείνη με ηδονή και δεν της έπεφτ' ύπνος 'ς τα βλέφαρα, πριν όλ' αυτός με τάξιν ιστορήση. και άρχισε πώς τους Κίκοναις ενίκησε, κατόπι 310 πώς έφθασε 'ς την κάρπιμη των Λωτοφάγων χώρα, πόσ' έπραξεν ο Κύκλωπας, και αυτός πώς εκδικήθη 'ς τον άσπλαχνον 'που του 'φαγε τους ποθητούς συντρόφους· 'ς τον Αίολο πώς έφθασε, 'που ολόψυχα τον δέχθη, και τον προβόδα 'ς την γλυκειά πατρίδα του, αλλά μοίρα 315 δεν ήτο ακόμη, και άνεμος σφοδρός τον πήρε πάλι εις τα ιχθυοφόρα πέλαγα τον αναστεναγμένον. πώς πήγε 'ς την Τηλέπυλη των Λαιστρυγόνον χώρα, 'που σύντριψαν τα πλοία του και τους λαμπρούς συντρόφους όλους· και αυτός μ' ολόμαυρο καράβι εσώθη μόνος· 320 της είπ' όσα σοφίσματα και δόλους είχε η Κίρκη· 'ς του Άδη πώς κατέβηκε τ' αραχνιασμένο δώμα, να ερωτήση την ψυχή του μάντη Τειρεσία, με καράβι πολύσκαρμο κ' είδ' όλους τους συντρόφους, και κείνην 'που τον γέννησε και γλυκανάστησέ τον. 325 το λάλημα πώς άκουσε των ηχηρών Σειρήνων· 'ς ταις Πλαγκταίς Πέτρας, 'ς την δεινή Χάρυβδι, πώς ευρέθη, 'ς την Σκύλλα, οπού δεν πέρασε θνητός χωρίς να πάθη· οι σύντροφοι πώς φόνευσαν τα βώδια του Ηλίου· πώς με φλογώδη κεραυνόν ο υψηλοβρόντης Δίας 330 του 'σχισε το καράβι του, κ' οι σύντροφ' οι γενναίοι χαθήκαν όλοι, κ' έφυγε την μαύρη μοίρα μόνος· 'ς την Καλυψώ πώς έφθασε, 'ς την νήσον Ωγυγία, πώς τον κρατούσε, και άνδρα της επόθει να τον κάμη, 'ς τα κοίλα σπήλαια, κ' έτρεφεν αυτόν και γνώμην είχε 335 αθάνατον και αγέραστον αυτόν να καταστήση· αλλά ποτέ δεν έπειθε 'ς τα στήθη την ψυχή του· πώς έφθασε 'ς τους Φαίακαις, πολύ βασανισμένος· πώς ως θεόν ολόψυχα τον τίμησαν εκείνοι, και, αφού χρυσάφι, αφού χαλκόν κ' ενδύματα του δόσαν, 340 με καράβι τον έστειλαν 'ς την ποθητήν πατρίδα. και άλλο δεν είπε, ως έπεσε 'ς αυτόν ο γλυκύς ύπνος και όλα τα μέλη του 'λυσε και της ψυχής τα πάθη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν