Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Παράδοξον εφάνη και εις εμέ, αλλ' ήλθε. — Μόνη; Ο Θεόδωρος δεν απήντησεν ευκρινώς εις την τελευταίαν ερώτησιν. Ο Πλήθων τω είπε λέξεις τινάς και τον απέπεμψε. Το προσωπείον της νυκτός. Ότε ο Σκούντας και η Αϊμά εξήλθον εκ του μοναστηρίου, σκότος βαθύ επεκράτει υπό τον ουρανόν. Ο αιθήρ εκαλύπτετο υπό μαύρων νεφών, και σφοδρός άνεμος εσύριζε διά μέσου των δένδρων.

Έχω δα δίκιο γη δεν έχω; μούπε η μητέρα μου όταν φτάσαμε στο σπίτι. Δε μούπες;... — Ας σούπα, της έκοψα την ομιλία με θυμό κιαυθάδεια. Ό,τι θέλω θα κάνω. — Καλά, γυιέ μου, είπε η μητέρα μου μεγκαρτέρηση. Η βραδιά ήτο ζεστή, αλλ' εγώ αισθανόμουν υπερβολική ζέστη και στενοχώρια· και, σαν πλάγιασα, η ζέστη γίνηκε σφοδρός πυρετός κιόλη τη νύχτα κοιμώμουν και παραμιλούσα σένα φριχτό εφιάλτη.

Αλλά την ερχομένην νύκτα εσηκώθη ένας άνεμος τόσον σφοδρός, που τα κύματα της θαλάσσης έρριξαν έξω εις το περιγιάλι σιμά εις την πόλιν εκείνο το φοβερόν κήτος· και έτρεξεν όλη η πόλις να ιδή ένα τοιούτον μέγεθος υπέρμετρον, και τότε μάλιστα εβεβαιώθησαν όταν είδον το κοντάρι εις την κεφαλής του κήτους εμπηγμένον καθώς το είχαμεν διηγηθή.

Άνεμος σφοδρός είχεν εγερθή εις την πεδιάδα, περιστρέφων διαβολικώς την χιόνα και υψών αυτήν εις τα νέφη, ως τα φύλλα και τους λίθους του δάσους, όταν χορεύουν οι Νεράιδες. Τα δύο άστρα εν τω αιθέρι απωθούντο εδώ κ' εκεί, καταβάλλοντα μεγάλον αγώνα, όπως μη αποχωρισθούν.

Ο δε πέμπτος είχε παραλυθή ήδη, διότι ο κτύπος ον έλαβε κατά κεφαλής ήτο λίαν σφοδρός. Ιδών ο Μάχτος τα κινήματα ταύτα, δεν έχασε τα ίχνη της Αϊμάς, και έδραμε πνευστιών κατόπιν αυτής. Ο δε Γύφτος μετά του Βούγκου δεν εβράδυναν ν' ακολουθήσωσιν αυτούς.

Αφού και εχάσαμεν από τους οφθαλμούς μας το νησί της Σερενδέβ, και είμεθα διά να έμβωμεν προς τα βόρεια εις τον κόλπον της Μπεγκάλας, ο οποίος είνε ο μεγαλύτερος κόλπος της Ασίας, εκεί που είνε τα βασίλεια της Μπεγκάλας και τη Γολκόνδας, εσηκώθη ένας άνεμος τόσον σφοδρός, που δεν είδαμε ποτέ παρόμοιον εις εκείνες τες θάλασσες· μεγάλως εκοπιάσαμεν διά να κατεβάσωμεν τα πανιά διά να ημπορέσωμεν κουπίζοντας να πλησιάσωμεν εις την παραθαλασσίαν· μα δεν ημπορέσαμεν να υποφέρομεν την σφοδρότητα του αέρος· εβλέπαμεν το καράβι μας εις την ακμήν διά να χαθή, με τρόπον που διά να φύγωμεν τον τσακισμόν του, που μας εφοβέριζεν, αποφασίσαμεν διά να απαρατήσωμεν κάθε κόπον, και να αφεθούμεν εις την διάκρισιν του αέρος και των κυμάτων.

Αλλά συγχρόνως διέσπειρον την είδησιν ότι το ύδωρ των υδραγωγείων είχε δηλητηριασθή και ότι ο Νέρων ήθελε να καταστρέψη την πόλιν και να εξολοθρεύση τους κάτοικους μέχρι του τελευταίου, διά να μεταβή εις την Ελλάδα και την Αίγυπτον, και εκείθεν να βασιλεύη της οικουμένης. Ερεθισμός σφοδρός επεκράτει. Η πυρκαϊά επλησίαζε το Παλατίνον.

Ήτο η αρχή φθινοπόρου, επέστρεφον δε εκ του ταξειδίου των εις την πατρίδα αφ' ης ολίγας ώρας απείχον. Ο άνεμος έπνεε σφοδρός και το πλοίον, κλίνον με χάριν εις την μίαν των πλευρών εχώρει πλησίστιον προς το τέρμα, τον ποθητόν δι' όλους λιμένα.

Σφοδρός άνεμος κατήρχετο παγετώδης από τα χιονισμένα βουνά. Ο άνεμος έκαμνε τα σφικτοκλεισμένα παράθυρα και τας κλειδομανταλωμένας θύρας να στενάζωσιν υπό την ψυχράν πνοήν του. Τα παιδία εμάλωναν ως δυο γνήσιοι φίλοι. — Εγώ είδα π' σώδωκε ένα εικοσιπενταράκι, βρε Αγγελή, έλεγε το έν. — Όχι, μα το θεριό, έλεγε το άλλο, μια πεντάρα μώδωκε. Να τηνε. Κ' εδείκνυε μεταξύ των δακτύλων μίαν πεντάραν.

Διήρκεσεν εκείνος ο σφοδρός άνεμος δεκαπέντε ημέρες και βαστώντας όλος εκείνος ο καιρός, μας άμπωσε με τόσην ταχύτητα και μας έφερεν επάνω εις την μεγάλην θάλασσαν τρεις χιλιάδες μίλια μακράν από την Σερενδέβ, εις τόπους αγνωρίστους εις τους ναύτας και εις τον καραβοκύρην.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν