United States or Marshall Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καθ' όσον δε επλησίαζαν εις την αγοράν, οι τελευταίοι βαδίζοντες, οίτινες, φαίνεται, είχαν μείνει τελευταίοι επίτηδες, εβράδυναν έτι μάλλον το βήμα. Ο Λάμπρος, όστις υπώπτευε τους σκοπούς των, έστειλε δύο των στενωτέρων αυτώ να μεταβώσιν ουραγοί, όπως τους επιτηρώσιν.

Η τελευταία αύτη μορφή ανεδείχθη πρώτη με τα έπη του τυφλού αοιδού, τα οποία δεν εβράδυναν να εκθρέψουν, ούτως ειπείν, και την προγενεστέραν, την υποκειμενικήν ή λυρικήν και εν συνδυασμώ μετ' εκείνης, την δραματικήν.

Αι απορίαι της όμως δεν εβράδυναν να λυθούν προς μεγάλην χαράν της. Ταχέως εγνώσθη ότι το αφεντικό εύρε σύντροφον. Πράγματι η ευτυχία ευρέθη, εις πλησιόχωρον πόλιν, υπό την μορφήν νέας κόρης· θυγάτηρ συναδέλφου, θελκτικωτάτη, ζωηροτάτη δεκαεπταέτις μελαγχροινή, εδέχθη την χείρα του Κλέωνος, προσφερθείσαν με την καρδίαν του όλην.

Το θέαμα των ανατρεπομένων τραπεζών, του χυνομένου αίματος και των ριπτομένων ποτηριών, ενθύμιζε την μάχην των Κενταύρων και των Λαπιθών. Εις το τέλος ο Αλκιδάμας ανέτρεψε τον λυχνοστάτην και έγινε μέγα σκότος, το οποίον επέτεινε την αταξίαν• διότι εβράδυναν να φέρουν άλλο φως και εις το σκότος συνέβησαν πολλά.

Ο δε πέμπτος είχε παραλυθή ήδη, διότι ο κτύπος ον έλαβε κατά κεφαλής ήτο λίαν σφοδρός. Ιδών ο Μάχτος τα κινήματα ταύτα, δεν έχασε τα ίχνη της Αϊμάς, και έδραμε πνευστιών κατόπιν αυτής. Ο δε Γύφτος μετά του Βούγκου δεν εβράδυναν ν' ακολουθήσωσιν αυτούς.

Ήδη οι Αθηναίοι επροχώρουν μετά τινος αταξίας ως αν ήσαν νικηταί και ήθελαν να διέλθουν όσον τάχιστα δι' όλου του εχθρικού στρατού, ο οποίος δεν είχεν ακόμη πολεμήσει, φοβούμενοι μήπως, εάν εβράδυναν την πορείαν των, συσσωματωθή, ότε πρώτοι οι Βοιωτοί αντέστησαν εις αυτούς, τους προσέβαλαν, τους απέκρουσαν και τους έτρεψαν εις φυγήν.

Την νύκτα, ο άνεμος εμετριάσθη και ο καιρός εφαίνετο ότι εβελτιώθη. Τέσσαρες ή πέντε λέμβοι έκαμψαν το ανατολικόν του λιμένος ακρωτήριον, και δεν εβράδυναν να φθάσουν εις την Σπηλιάν, ολίγω πλησιέστερον της ακτής όπου είχε βυθισθή το ξένον πλοίον. Τινές των συντρόφων εζήτουν επί τόπου να μοιρασθούν τα λάφυρα, διά να φέρη «ο καθένας το δικό του». Ο Λούκας έκανε «κουμάντο» εις όλα.

Δεν εβράδυναν πολύ οι Έλληνες να γνωρίσωσι την αιτίαν της απραξίας και της από Δομπραίναν αναχωρήσεως των εχθρών. Ο Μουσταφάμπεης άμα έφθασεν εις Δομπραίναν, έμαθε την εις Ταλάντι απόβασιν των Ολυμπίων, οι οποίοι απέκλεισαν στενώς τους φυλάττοντας τας αποθήκας Τούρκους.

Οι κυβερνητικοί διέδιδαν ότι ούτος είχεν ανδρειωθή και θ' απέθνησκεν ως γενναίος στρατιώτης, οι δε Σικελοί επέμειναν να στοιχιματίζωσι δέκα προς έν ότι θ' απέθνησκεν ως Ναπολιτάνος. Δεν εβράδυναν όμως να πεισθώσιν ότι δεν ήξιζε τίποτε το στοίχημά των.

Αίτιον της αποστολής των πλοίων τούτων ήτο η άγνοια, εις την οποίαν ευρίσκετο ο λαός της Χίου περί των τεκταινομένων και η επιθυμία, την οποίαν είχαν οι μεμυημένοι εις την συνωμοσίαν ολιγαρχικοί να μη καταστήσουν τον λαόν εχθρόν πριν ή επιτύχη έκαστος εγγύησίν τινα· άλλως δε δεν περιέμεναν πλέον την άφιξιν των Πελοποννησίων, οι οποίοι εβράδυναν να εμφανισθούν.