United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πατείς βουβά τη νύχτα Και δε σ' εγνώρισα με μιας. Με δίκηο νυχτοπούλι Σε κράζουν οι συντρόφοι μας. Τι φέρνεις παλληκάρι; — Εκίνησε ο Ομέρπασας από το Λιανοκλάδι. — Πέτα, ροβόλα, Πανουριά... Στάρματα, Δυοβουνιώτη... Χριστός ανέστη αδέρφια μου! Καλώς ν' ανταμωθούμε Απόψε πάλε νικηταί.

Μετά δε την τρομεράν αυτήν ναυμαχίαν, κατά την οποίαν εχάθησαν και από τα δύο μέρη πολλοί άνθρωποι και πολλά πλοία, οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοι, νικηταί όντες, συνήθροισαν τα ναυάγια και τους νεκρούς, επέστρεψαν εις τας Συρακούσας και έστησαν τρόπαιον· οι δε Αθηναίοι, ένεκα των υπερβολικών δεινών, τα οποία έπασχαν, ούτε καν εσκέφθησαν να ζητήσουν τους νεκρούς ή τα ναυάγια, αλλ' η μόνη των σκέψις των ήτο να αναχωρήσουν διά νυκτός άνευ αναβολής.

Μη έχοντες άλλο γνώρισμα ειμή το σύνθημα εζήτουν τούτο συνεχώς και διά του τρόπου τούτου όχι μόνον ηύξαναν την ταραχήν, αλλά και όλοι συγχρόνως ερωτώντες κατέστησαν αυτό γνωστόν εις τους πολεμίους χωρίς να μάθουν το σύνθημα των Συρακουσίων, οι οποίοι, νικηταί και ουχί διεσπαρμένοι, ανεγνώριζαν αλλήλους ευκολότερα.

Και καταλαβόντες τα περιπλανώμενα πλοία πλησίον του μέρους, όπου οι Πελοποννήσιοι είχαν αναδειχθή νικηταί, τα συνέτριψαν και τα έτρεψαν σχεδόν όλα αμαχητί εις φυγήν. Την αυτήν οι Συρακούσιοι ενέδιδαν προ του Θρασύλου, και ετράπησαν εις πολύ ταχυτέραν φυγήν, άμα είδαν την τροπήν των άλλων.

Ότε λοιπόν εφαίνετο πλησιάζων ο πόλεμος εις το τέρμα και λόγος εγίνετο ότι επ' ολίγον μόνον χρόνον ηδύναντο οι πολιορκούμενοι ν' αντιστώσιν εις τας εφόδους των Αχαιών, δεν έκρινε φρόνιμον να περιμείνη την άλωσιν του Ιλίου, καλώς γνωρίζουσα ότι την μεν επιούσαν της νίκης καθίστανται υπερφίαλοι και άκαμπτοι οι νικηταί, ενώ την προτεραίαν κρισίμου μάχης εισίν ως επί το πολύ δεισιδαίμονες και προθυμότεροι εις το να εξευμενίσωσι διά πάσης θυσίας τον Θεόν.

Ο βασιλεύς των Νορβεγών με τ' άπειρά του πλήθη, με βοηθόν τον Καουδώρ, τον άτιμον προδότην, ήρχισε πόλεμον φρικτόν. Αλλά τον αντικρύζει ο Μάκβεθ ο ατρόμητος, ο ψυχοϋιός της Νίκης, στήθος με στήθος, το σπαθίτο χέρι, έως ότου εκλόνισε κ' εδάμασε την τύχην του αντάρτου και είμεθα οι νικηταί ημείς! ΔΩΓΚΑΝ Ω ευτυχία!

Η μεν ναυμαχία λοιπόν, τοιαύτη γενομένη, ετελείωνε περί την δύσιν του ηλίου. Οι δε Κερκυραίοι, φοβηθέντες μήπως οι πολέμιοι, ήδη νικηταί, πλεύσουν εναντίον της πόλεως, είτε διά να αρπάσουν τους εντός αύτης διαμένοντας, είτε διά να φέρουν αντίδρασίν τινα, μετεκόμισαν πάλιν εις το Ηραίον τους ευρισκομένους εις την νήσον και εφύλασσον την πόλιν.

Η νεάνις τότε, σταθείσα πλησίον του πατρός της, «Πάτερ μου, τω είπεν, ιδού ήλθα και δίδω εκουσίως το σώμα μου ίνα θυσιασθή υπέρ της πατρίδος μου και υπέρ ολοκλήρου της Ελλάδος εις τον βωμόν της θεάς, αφού τοιούτος είναι ο χρησμός. Ευτυχήσατε όλοι διά της θυσίας μου. Η νίκη τα όπλα σας ας στέψη και νικηταί να επανέλθητε εις την πατρώαν γην. Δεν θέλω να μ' εγγίση κανείς.

Οι Αργείοι έλαβον τα όπλα διά να επανακτήσωσι την αφαιρεθείσαν από αυτούς γην· και ελθόντες εις ομιλίαν συνεφώνησαν να πολεμήσωσι τριακόσιοι εξ εκατέρου μέρους και οι νικηταί να λάβωσι την διαφιλονεικουμένην γην.

Όταν διαφιλονικούνται αι εξουσίαι, τότε οι νικηταί τόσον πολύ οικειοποιούνται και το καθεστώς και την πόλιν, ώστε ούτε ελάχιστον μέρος της εξουσίας δεν δίδουν εις τους νικημένους, ούτε εις τους ιδίους ούτε εις τους απογόνους των, και εις όλην των την ζωήν παραφυλάττουν ο είς τον άλλον, διά να μη τυχόν φθάση κανείς εις την εξουσίαν και αρχίση τα παλαιά του ενθυμούμενος τα προηγούμενα παθήματά του.