United States or Burundi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπειτα δε προαπέστειλαν εις την Ιταλίαν και την Σικελίαν τρία πλοία, διά να μάθουν ποίαι πόλεις θα τους εδέχοντο, και διέταξαν αυτά να έλθουν εις συνάντησιν του στόλου μετά των αναγκαίων πληροφοριών. Διά την μεταφοράν των ίππων έν μόνον πλοίον υπήρχε φέρον τριάκοντα ιππείς. Τοιαύτη η πρώτη πολεμική παρασκευή, η οποία εξεκίνησε διά τον πόλεμον τούτον.

Και αίτιον τούτου είνε ότι τοιαύτη ήτον η αρχική φύσις ημών όταν ήμεθα ολόκληροι. Εις τον πόθον δε αυτόν και την επιδίωξιν του όλου εδόθη το όνομα έρως. Αρχικώς, όπως είπα, ήμεθα ένα, ένεκα δε της αυθαδείας μας εχωρίσθημεν υπό του θεού όπως οι Αρκάδες εχωρίσθησαν υπό των Λακεδαιμονίων.

Εάν προκειμένου περί ασχήμου έλεγα ότι είνε ομοία προς το άγαλμα της Κνίδου, δικαίως έπρεπε να θεωρηθώ αγύρτης και περισσότερον από τον Κύναιθον κόλαξ• αλλ' αφού είσαι τοιαύτη όπως όλοι σε γνωρίζουν, το τόλμημά μου δεν δύναται να θεωρηθή υπερβολικόν.

Ουδέποτε υπήρξε τοιαύτη προσευχή, συνδυάζουσα παν ό,τι η καρδία του ανθρώπου, διδασκομένη υπό του Πνεύματος του Θεού, ευρίσκει αναγκαιότατον προς θεραπείαν των αληθεστάτων πόθων της.

Αλλ' η τοιαύτη συνδιάλεξις εγένετο εν αγνοία ημών εις τα παρασκήνια, προ της ανυψώσεως της αυλαίας.

Αυτά είνε διά τους πατέρας τα θανάσιμα τραύματα, αυτά είνε τα ξίφη τα οποία πρέπει να μεταχειρίζωνται οι δίκαιοι τυραννοκτόνοι και τοιούτος πρέπει να είνε ο θάνατος των ωμών τυράννων, τοιαύτη η τιμωρία η αρμόζουσα εις τόσα εγκλήματα. Το ναποθάνη ευθύς και ναγνοή, να μη ίδη κανέν τοιούτον θέαμα, δεν είνε τιμωρία αξία δι' ένα τύραννον.

Και δύνασαι πλέον να σκεφθής ποίαν σοβαρότητα έχει τοιαύτη ιστορία και πόσον είνε άξιον του Θουκυθίδου ναναμιγνύωνται αι Ιταλικαί αύται λέξεις με τας Αττικάς, και να παρίστανται ότι αρμόζουν και συνάδουν προς αυτάς.

Τοιαύτη ήτο η χρηστότης και η φιλοπατρία του, ώστε ουχί μόνον αυτός δεν αγανάκτησε κατά των φονέων του, αλλά και προς τον υιόν του αποθνήσκων αμνησικακίαν εσύστησε.

Δύνασθε να φαντασθήτε τον φόβον, ον παρήγαγεν είδησις τοιαύτη της Κυβερνήσεως εις την φιλήσυχον κωμόπολιν της διηγήσεώς μας, όπου αι γυναίκες πλεονάζουσι, διότι οι άνδρες ταξειδεύουσιν. Αι νυκτοφυλακαί της μικράς κώμης ετριπλασιάσθησαν. Οι πολίται άπαντες, πλην των γερόντων, κατετάχθησαν εις λόχους κατά συνοικίας και κατά σειράν εφρούρουν από της δύσεως του ηλίου μέχρι της ανατολής.

Αλλ' αίφνης εκάρφωσε τους πόδας μου εις το έδαφος η σκέψις ότι, αν την εξύπνιζα, θα διεδέχετο το γλυκύ εκείνο μειδίαμα μορφασμός δυσαρεσκείας, έν χάσμημα, έν ουφ! και έν γύρισμα της πλάτης. Ουδέ θα ήτο όλως αδικαιολόγητος η τοιαύτη υποδοχή, αφού μόλις προ μιας ώρας είχε κατακλιθή και διεφαίνετο ήδη διά των χαραμίδων του παραθύρου το θολόν φως χειμερινής πρωίας.