United States or Micronesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και πόθον είχαμε πολύν να σας ιδούμε, και ν' αναλάβετε διά μας χρήσιμον έργον ανάγκην είχαμε· δι' αυτό με τόσην βίαν σας εμηνύσαμε. Θ' ακούσετ' ίσως κάτι ως προς την μεταμόρφωσιν του Αμλέτου, κ' είναι καθώς την λέγω, αφού μ' ό,τ' ήταν πρώτα μήτε ο έξω άνθρωπος, και μήτε ο μέσα, ομοιάζει.

Όταν κατ' αρχάς ήλθα εις την Μακεδονίαν, εσκεπτόμην πώς να πραγματοποιήσω τον πόθον τον οποίον είχα, να καταστήσω γνωστά εις όσον το δυνατόν περισσοτέρους Μακεδόνας τα έργα μου.

Εις όλην την ζωήν μου δεν είδα την έντονον επιθυμίαν και τον θερμόν και δεινόν πόθον που υπήρχε μέσα εις την τόσην καθαρότητα, δύναμαι μάλιστα να πω εις την καθαρότητα αυτήν που ποτέ μου δεν εφαντάσθην ουδ' ωνειρεύθην.

Και τότε παρεδίδετο εις φιλοσοφικάς και ουχί πολύ ευθύμους σκέψεις επί παντός είδους διαλύσεως· από εκείνης των ονείρων και των ελπίδων των μάλλον αιθερίων, μέχρι της διαλύσεως των πολιτικών συναθροίσεων ή και αυτής της συνταγματικής Βουλής, ην πολλοί με τόσον πόθον ονειρεύονται.

Άκουσ' μ', αργυροδόξαρε, οπού την Χρύσαν σκέπεις, Και Κίλλαν και την Τένεδον ανδρεία βασιλεύεις· Σμινθέα, αν ωρόφωσα ποτέ μου τον ναόν σου, Ή αν και σέ κατάκαυσα μηριά παχιά ποτέ μου, Γιδιών, και ταύρων, τέλειωσε τον πόθον μου ετούτον. Οι Δαναοί τα δάκρυα μου με βέλη σ' ας πλερώσουν. Έτσ' είπε προσευχόμενος. Τον άκουσ' ο Απόλλων.

Δία πατέρ', αν μεταξύ εγώτους αθανάτους Με λόγον σε ωφέλησα ποτέ μου, ή με έργον, Τέλειωσ' αυτόν τον πόθον μου, τίμησε τον υιόν μου· Οπού 'ν' λιγοζωότατος από τους άλλους όλους, Κι' ατίμασεν ο βασιλεύς ο Αγαμέμνων τώρα· Ότ' άρπαξε το δώρον του, το πήρε και το έχει.

Κ' οι δύο ξένοι πρίγκιπες, ο Βουργουνδός κι' ο Γάλλος, που και οι δύο μου ζητούν την τρίτην μου την κόρην και δι' αυτό χρονοτριβούν με πόθοντην αυλήν μας, απόκρισίν μου σήμερον θα λάβουν και οι δύο.

Λέγει της η Χαλιμά· τούτο στέκει εις την θέλησιν του βασιλέως, και εγώ πάντοτε είμαι έτοιμη. Ο βασιλεύς Αϊδήν, έχοντας μέγαν πόθον να ακούση την επίλοιπον συνέχειαν της ιστορίας, έλεγεν εις τον εαυτόν του, ότι, εάν η ιστορία ακολουθήση και δύο μήνας, μολοντούτο θέλω της αφήσει την ζωήν, έως που να ακούσω το αποβησόμενον μιας τοιαύτης παραδόξου διηγήσεως.

Όταν εγώ τότε με δάκρυ γεμάτο πόθον βλέπω προς τον ουρανό, και επιθυμώ να ηδύνατο εκείνη να έβλεπε προς στιγμήν πως κρατώ τον λόγον μου, που κατά την ώραν του θανάτου της έδωκα· να είμαι η μητέρα των παιδιών της, με πόσον αίσθημα αναφωνώ: Συγχώρησέ με σεβαστή μου, αν δεν είμαι γι' αυτά ό,τι συ ήσουν.

Θα διηρχόμεθα τον καιρόν με αργίαν, θα επίναμεν το νέκταρ και θα εγεμίζαμεν την γαστέρα με αμβροσίαν χωρίς να έχωμεν κανένα πόθον.