United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Από την βορεινήν κατοικίαν του εν Ναζαρέτ, ο Ιωσήφ, ο ξυλουργός του χωρίου, παρέλαβε την Μαρίαν, την μνηστήν του την έγκυον, και εξεκίνησε μαζύ της διά μέσου των αμπελοφύτων δρόμων προς το χωρίον, όπου είχε ζήσει ο μέγας πρόγονός των ο Δαυίδ, όταν ήτο ακόμη μικρός ποιμήν βόσκων τα πρόβατά του επί των λόφων.

Αμήν! είπεν ο καπετάν Γεωργάκης, εννοήσας ότι τούτο εσήμαινε: «να αποκτήσης πολλά, διά να χαρίσης αναλόγως». Ακολούθως ίππευσεν επί του μεγαλοσώμου ζώου, και ανέβη τον ανήφορον, δια τον Άι-Λιάν. Είτα επήγεν εις του παπά-Γερεμία, εξωμολογήθη, και δεν άφησε τίποτε που να μην το είπη, εκτός αν εξέχασε μερικά! Κατόπιν επέβη του ημιόνου, κ' εξεκίνησε διά το κτήμα του.

Δίδουν δε εις τον Μελήσιππον και συνοδούς, όπως μη συγκοινωνήση με κανένα. Εκείνος δε, άμα έφθασεν εις τα σύνορα και έμελλε να υπερβή ταύτα, απεμακρύνθη ειπών ταύτα μόνον «Η ημέρα αυτή θα είναι διά τους Έλληνας μεγάλων κακών αρχή». Μετά τον ερχομόν αυτού εις το στρατόπεδον πεισθείς ο Αρχίδαμος ότι οι Αθηναίοι εις ουδέν ήθελον ενδώσει, εξεκίνησε τον στρατόν και επροχώρησε κατά της Αττικής.

Η είδησις θα διεδόθη υπό τινων των πολυαρίθμων Ιουδαίων οίτινες είχον επισκεφθή την Βηθανίαν κατά την προλαβούσαν εσπέραν, αφού η δύσις του ηλίου επέτρεψεν αυτοίς να υπερβώσι τα όρια της πορείας του Σαββάτου. Ούτω συνέβη ώστε πλήθος πολύ ήτο παρεσκευασμένον να υποδεχθή και προσαγορεύση τον Ελευθερωτήν τον εγείραντα τον τεθνεώτα. Ο Ιησούς εξεκίνησε πεζός.

Έπειτα δε προαπέστειλαν εις την Ιταλίαν και την Σικελίαν τρία πλοία, διά να μάθουν ποίαι πόλεις θα τους εδέχοντο, και διέταξαν αυτά να έλθουν εις συνάντησιν του στόλου μετά των αναγκαίων πληροφοριών. Διά την μεταφοράν των ίππων έν μόνον πλοίον υπήρχε φέρον τριάκοντα ιππείς. Τοιαύτη η πρώτη πολεμική παρασκευή, η οποία εξεκίνησε διά τον πόλεμον τούτον.

Ένα ολόκληρον χρόνον έμεινεν η δραχμή εις τον τόπον της, εκεί όπου εγεννήθη. Έπειτα εξεκίνησε να ιδή και τα έξω μέρη. Ένας πατριώτης της, ο οποίος έφευγε, την επήρε κατά λάθος εις το πουγγί του. Όταν την είδε ανακατωμένην με τα άλλα ξένα νομίσματα, τα οποία είχε πάρει, είπε: — Να και μία ιδική μας δραχμή. Ας ταξειδεύση και αυτή μαζή μου, η πτωχή!

Δεν είνε τίποτα. — Θαρθή κι' ου καπετάν-Θοδωρής; — Θαρθή. — Ναρθή. Αληθώς μετ' ολίγον ο καπετάν-Θοδωρής εξεκίνησε πρώτος, αναβάς επί του οναρίου, κρατών και το βαρύ τρομπόνιον πλήρες. Η Γερακούλα και αι τέσσαρες θυγατέρες της, έφερον εκάστη από ένα σάκκον κενόν και εντός καλάθου έλαιον διά τα κανδήλια της Παναγίας. Επί άλλου καλάθου, ον εκρέμασαν επί του οναρίου έθεσαν τον άρτον και το προσφάγιον.

Αυτός δε εφορτώθη εις τον ώμον τον τορβάν και το κιλίμιον, έβαλεν όπισθέν του εις την μέσην μικρόν κλαδευτήρι, και κρατών την λεπτήν ράβδον του, εξεκίνησε πεζός. Είχε χασομερήσει σωστήν μίαν ώραν εις όλας αυτάς τας φροντίδας.

Ο Γιάννης ο Μπουκώσης επεθύμει ν' αρνηθή, αλλά δεν ετόλμα. Εφορτώθη τα δύο σταμνία κ' εξεκίνησε διά την πηγήν του Χαιρημονά, ήτις απείχε περί τα δύο μίλια, και ήτις έτρεχε τόσον φειδωλή ως το δάκρυ των εξηντλημένων οφθαλμών. Εχρειάζετο σωστήν μίαν ώραν διά να υπάγη να γεμίση τα σταμνία και να επιστρέψη.

Εξεκίνησε λοιπόν κατά τον μήνα Ιούνιον η μητέρα με το παιδί και με συνοδείαν δυο κυνηγών και ήρχετο προς το Γκρίντελβαλντ διά του Γκέμμι.