United States or Switzerland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επί τεσσαράκοντα λοιπόν ημέρας η Ιερά Οικογένεια παρέμεινεν αφανής και ήσυχος εις την ταπεινήν πόλιν Δαυίδ, «την καλουμένην Βηθλεέμ», όπου τόσαι παραδόσεις ιερότητος πτερυγίζουν τώρα και όπου τόσαι σκηναί ενδιαφέρουσαι διεδραματίσθησαν.

Πιθανώς τούτο να έκειτο επί της τοποθεσίας του κατηρειπωμένου ήδη φρουρίου το οποίον είχε κτίσει ο Δαυίδ· και αν τούτο είνε αληθές, εκάλυπτε βεβαίως τον χώρον όπου έκειτο προ χιλίων ετών η κληρονομική οικία του Ωβήδ, του Ιεσσαί και του Δαυίδ. Κατά την άφιξίν των όλα τα χαμηλά ισόγεια δωμάτια ήσαν κατειλημμένα.

Ο Ηρώδης, ο άρπαξ ο Ιδαμαίος, ο αποστάτης, ο βδελυρός τύραννος αδυνάτου λαού, ο βέβηλος τυμβωρύχος του τάφου του Δαυίδ, ήκουσε την είδησιν με τρόμον και με οργήν την οποίαν δυσκόλως ηδύνατο ν' αποκρύψη. Έβλεπε σαλευόμενον τον θρόνον του, τον θρόνον εκείνον τον ιστορικόν, εις τον οποίον είχεν ανέλθει αναξίως και τον οποίον ώφειλεν εις τας τυχοδιωκτικάς επιτυχίας του.

Η Ηρωδιάς την στιγμήν εκείνην ησθάνθη κοχλάζον εις τας φλέβας της, το αίμα των προγόνων της, των βασιλέων και ιερέων. — Μα ο πάππος σου, εσάρωνε τον ναόν της Ασκάλωνος! Οι άλλοι πρόγονοί σου, ήσαν λησταί, ποιμένες, οδηγοί των καραβανίων, μια ορδή τέλος εκ της φυλής του Ιούδα από την γεννεάν του Δαυίδ! Όλοι οι πρόγονοί μου επολέμησαν τους ιδικούς σου!

Καθώς εξήρχετο εκείθεν ο Ιησούς, δύο τυφλοί τον ηκολούθησαν κράζοντες. «Υιέ Δαυίδ, ελέησον ημάς». Ήδη ο Χριστός είχεν αρχίσει να περιστέλλη, ούτως ειπείν, το αυθόρμητον των θαυμάτων Του. Είχεν επιτελέσει υπεραρκούντα όπως μαρτυρήση την αποστολήν Του, συνέφερε δε οι άνθρωποι να δώσωσι μεγαλειτέραν προσοχήν εις την θείαν διδασκαλίαν Του παρά εις τας προσκαίρους ιάσεις Του.

Πλησίον εκεί που της πόλεως εκάθητο Βαρτίμαιος ο τυφλός, ο υιός του Τιμαίου, επαιτών μετά τινος συντρόφου της δυστυχίας του, και καθώς ήκουσαν τον θόρυβον του πλήθους του διερχομένου, και ερωτήσαντες έμαθον ότι Ιησούς ο Ναζωραίος παρέρχεται, έκραξαν μεγάλη τη φωνή, «Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησον ημάς»· Το πλήθος απεδοκίμασε την κραυγήν ταύτην ως αναξίαν της μεγαλειότητος Εκείνου όστις έμελλε τανύν να εισέλθη εις Ιερουσαλήμ ως ο Μεσσίας του έθνους Του.

Πότε θα έλθης συ προς ον ηυδόκησε; Όλα τα έθνη θα πέσουν να σε προσκυνήσουν, και το κράτος σου θα είνε αιώνιον Υιέ του Δαυίδ». Ο Τετράρχης ερρίφθη προς τα οπίσω διότι η ύπαρξις του υιού του Δαυίδ ως φόβητρον τον ηπείλει. Ο Ιωάννης τον εχλεύαζε διά το βασιλικόν του αξίωμα.

«Αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου». — «Φάγος και οινοπότης». — «Οι μαθηταί σου ου νηστεύουσι». — «Μετά τελωνών και αμαρτωλών». — «Έλεον και ου θυσίαν». — Ο Άσωτος υιός. — Διατί αθετεί το Σάββατον; — Οι στάχυς των σπορίμων. — Η διαγωγή του Δαυίδ — «Ει έξεστιν αγαθοποιείν εν Σαββάτω». — Αι άνιπτοι χείρες. — «Ου τα εισερχόμενα αλλά τα εξερχόμενα».

Εάν λοιπόν, είπε, είνε υιός του Δαυίδ πώς ο Δαυίδ τον ονομάζει Κύριόν Του; ηδύνατο ο Αβραάμ να ονομάση τον Ισαάκ ή τον Ιακώβ ή τον Ιωσήφ ή κανέναν εκ των απογόνων του Κύριόν του; εάν όχι πώς ο Δαυίδ έπραξεν ούτω; Μία μόνη ήτο δυνατόν να υπάρχει απάντησις· διότι ο υιός εκείνος θα ήτο θείος όχι ανθρώπινος· υιός του Δαυίδ εξ ανθρωπίνης γεννήσεως, αλλά Κύριος του Δαυίδ εκ θείας υποστάσεως.

Κι' ο Δαυίδ λέει: «Ποτήριον εν χειρί Κυρίου οίνου ακράτου... πίονται πάντες οι αμαρτωλοί της γης». Όθεν δεν μπορεί να γλυτώση ο αμαρτωλός απ' το κατακάθι του ποτηριού, «της οργής του Θεού». Ο καπετάν Γεωργάκης ήκουεν, αλλά δεν ενόει καλώς, και δεν απήντησεν.