United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την διέτασσεν επιμόνως να 'πάγη εις την βοσκήν των γαλιών χωρίς να ηξεύρη ότι την εξέθετεν εις κίνδυνον φοβερόν, από τον οποίον πολύ δυσκόλως λυτρούται ο άνθρωπος, διότι κύριον εχθρόν έχει τον εαυτόν του. Δεν ηδύνατο όμως να κάμη και άλλως, η Σμάλτω. Αφού ο Στάθης δεν ήτο πλέον εκεί ώφειλεν αύτη να συνοδεύση τα γαλιά· δεν έπρεπε να τ' αφήση να ψωφήσουν της πείνας!

Και το έν των δύο ώφειλεν, εφρόνουν, να επακολουθήση. Ποία ευτυχής συγκυρία, ότι η ένοχος αύτη, η δύστυνος γυνή έπεσεν εις τας χείρας των! Όχι ακόμη! Μία αίσθησις όλης της ευτελείας των, της κακίας των, της κυνικής διαπομπεύσεως παντός αισθήματος το οποίον ο οίκτος θα συνεκίρνα και η αβρότης θα περιέστελλε, κατέθλιβε το πνεύμα του Ιησού.

Εσκέπτετο ότι εις τον άνθρωπον τούτον θα ώφειλεν επί τέλους σέβας και ευγνωμοσύνην, διότι εις τον οίκον αυτού ανετράφη και ηυξήθη τη ηλικία. Αλλ' όμως την επώλησεν. Ηδύνατο άρα η ευγνωμοσύνη να νικήση την αγανάκτησιν; Αλλ' όμως μετ' ολίγον απέκρουσε τους διαλογισμούς τούτους ως προώρους. Η νυν θέσις της δεν ήτο ασφαλής. Περιέμενε την πρωίαν ν' ανατείλη. Ηγνόει τι έμελλε να πράξη.

Διότι ποία άλλη βάσανος ηδύνατο να υπάρχη διά τον νέον μείζων της ηθικής βασάνου; Αλλ' όμως εν κεφαλαίω απεφάσισεν ο Μάχτος να είπη ό,τι ώφειλεν εις την νέαν κόρην. Εταλαιπωρείτο μόνον να εύρη τον τρόπον καθ' ον έμελλε να προβή. Εσχεδίαζε λέξεις και φράσεις, κατεσκεύαζε διαλόγους, προέβλεπεν ερωτήσεις, έπλαττε λύσεις αποριών. Τα πάντα εις μάτην.

Δεν οφείλεται λοιπόν και εις τούτον η τιμή η προσήκουσα τω Καραϊσκάκη, τω Βότσαρη, τω Κολοκοτρώνη, τω Οδυσσεί, τω Διάκω και πάσι τοις ενδοξοτέροις του Αγώνος εκείνου ιεροφάνταις; Το Μεσολλόγιον μάλιστα ώφειλεν υπέρ πάντα άλλον να τιμήση αυτόν και δι' ανδριάντος.

Ώφειλεν έκαστος να δώση και μετρητήν προίκα. Δισχιλίας, χιλίας, πεντακόσιας, αδιάφορον. Άλλως ας είχε τας κόρας του να τας καμαρώνη. Ας τας έβαζε στο ράφι. Ας τας έκλεινε στο δουλάπι. Ας τας έστελνε στο Μουσείον. Έως εδώ είχον φθάσει αι αναμνήσεις και οι λογισμοί της αγρυπνούσης γραίας. Ελάλησε το δεύτερον ο πετεινός, θα είχαν περάσει δύο μετά τα μεσάνυκτα. Ιανουάριος ο μην. Χρόνος η νύκτα.

Πάσα πτωχή οικογένεια, πάσα μήτηρ χήρα, με δύο στρέμματα αγρούς, μ' ένα πενιχρόν οικίσκον, ταλαιπωρουμένη, ξενοδουλεύουσαείτε κολλήγισα άλλων ευποροτέρων οικογενειών εις τα κτήματα, εις τας συκάς και τας μορέαςσυλλέγουσα φύλλα, παράγουσα ολίγην μέταξαν — ή τρέφουσα δύο ή τρεις αίγας ή αμνάδαςγινομένη κακή με όλους τους γείτονας, πληρώνουσα πρόστιμα διά μικράς ζημίαςφορολογουμένη ασπλάγχνως, τρώγουσα κρίθινον άρτον ποτισμένον με ιδρώτα αλμυρόνώφειλεν εξ άπαντος «ν' αποκαταστήση» όλα τα θήλεα ταύτα, και να δώση πέντε, έξ, ή επτά προίκας!

Πώς άρα ηδύνατο να οφείλεται υπ' Εκείνου τον οποίου το θνητόν σκήνωμα ήτο ο νέος πνευματικός Ναός του ζώντος Θεού; Ούτος έμελλε να εισέλθη εις τα Άγια των Αγίων διά της θυσίας του ιδίου αίματός Του. Επλήρωσεν ό,τι δεν ώφειλεν, όπως σώση ημάς απ' εκείνου το οποίον ωφείλομεν, αλλά δεν ηδυνάμεθα να πληρώσωμεν ποτέ.

Αφ' ετέρου δε παρατεινομένης της καταστάσεως και αυτός ο νόμος του 1853 εστερείτο καθ' ημέραν του πατριωτικού εκείνου χαρακτήρος, όστις εδικαιολόγει το εξαιρετικόν αυτού• καθ' ότι παρερχομένων των ετών οι αρχικοί δικαιούχοι απεξενούντο των δικαιωμάτων και υπήρχε κίνδυνος μήπως θάττον ή βραδύτερον πάντα τα χορηγήματα και μετ' αυτών αι απαιτήσεις εξοφλήσεως εις το άρτιον περιέλθωσιν εις οικογενείας, προς ας ουδεμίαν το έθνος ώφειλεν ευγνωμοσύνην.

Ο καπετάν-Μαμμής χωνεύσας καλώς τα διδάγματα των βιβλίων του είχεν αποκτήσει συνάμα και την ζώσαν και ενεργούσαν πίστιν διά της ενασκήσεως των αρετών και ιδίως της ελεημοσύνης, την οποίαν πλουσιοπαρόχως εμοίραζεν εις τους πτωχούς ως ένας ιλαρός δότης κατά τον Απόστολον. Εις αυτά λοιπόν ώφειλεν ο ευσεβής πλοίαρχος την καλήν του τύχην.