Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Αφού διήλθον τα ακαλλιέργητα εδάφη τα συνεχόμενα μετά των τειχών της πόλεως, αι μικραί ομάδες των χριστιανών ήρχισαν να διασκορπίζωνται. Τώρα έπρεπε να ακολουθήσουν την Λίγειαν από μακράν και με περισσοτέρας προφυλάξεις. Εβάδισαν τοιουτοτρόπως μέχρι της Τρανστιβέρης και ο ήλιος επλησίαζε να ανατείλη, οπότε η ομάς, εν τη οποία ευρίσκετο η Λίγεια διεσπάσθη.

Προ πάντων επέμεινεν ο Κεχαγιάμπεης, ων φιλότιμος και επιστηριζόμενος εις την προς αυτόν αγάπην του Κιουταχή. Την επομένην ημέραν, πριν ακόμη ανατείλη ο ήλιος, ο Καραϊσκάκης ετοποθέτησε περί τους εχθρούς όλον το Ελληνικόν στράτευμα, το οποίον δεν τους άφινε πλέον ουδέ κεφαλήν να προβάλωσιν έξω από το οχύρωμά των.

Ήκουεν εις την εγγύς αίθουσαν σαλπίζοντα και τυμπανίζοντα και θορυβούντα τα παιδία της οικογενείας παρ' η υπηρέτει, άτινα είχον ήδη λάβει προκαταβολικώς τα δώρα των, πριν ή έτι ανατείλη η πρώτη του έτους· αλλ' η μικρά του καρδία δεν συνεσκίρτα προς τα σκιρτήματά των.

Ότι βλέπει προς το κάλλιστον μέρος της ημέραςκάλλιστον δε και ποθεινότατον αυτής είνε η ανατολήκαι μόλις ανατείλη ο ήλιος, τον υποδέχεται και πληρούται φωτός απλέτου άμα ανοιχθώσιν αι θύραι, ότι έχει την διεύθυνσιν των αρχαίων ναών, ότι αναλογεί το μήκος προς το πλάτος και αμφότερα ταύτα προς το ύψος, ότι τα παράθυρα είνε μεγάλα και ανοίγονται προς όλα τα σημεία του ορίζοντος και ανταποκρίνονται προς όλας τας ώρας του έτους,—πάντα ταύτα δεν είνε ευχάριστα και άξια επαίνων;

Είχε δε ο Δαρείος ένα ιπποκόμον, άνθρωπον πολύ νοήμονα, του οποίου το όνομα ήτο Οιβάρης· εις αυτόν τον άνθρωπον, αφού εχωρίσθησαν οι επτά· είπεν ο Δαρείος τα εξής· «Οίβαρες, ημείς απεφασίσαμεν να πράξωμεν περί της βασιλείας το εξής· εκείνος του οποίου ο ίππος ήθελε χρεμετίσει πρώτος, καθ' ην στιγμήν ανατείλη ο ήλιος και ημείς αναβώμεν τους ίππους μας, εκείνος να λάβη την βασιλείαν.

Όταν όμως σωθούν αι αμαρτίες μας, κι’ ανατείλη η μέρα, που θα ελευτερωθή η Πόλη, ο Παπάς εκείνος, που μένει από τότε κλεισμένος και ζωντανός κάπου, θα ξαναγυρίση στην Αγιά Σοφιά, από την ίδια θυροπούλα, που βρίσκεται ως τα σήμερα κλεισμένη, ιεροφορεμένος, ξεσκούφωτος και κρατώντας στα χέρια του το άγιο δισκοπότηρο με την &Κοινωνιά&, και θα εξακολουθήση τη λειτουργιά, που δεν είχε αποτελειώσει, λέγοντας τα γράμματα, που υπολείπονται, και τη στιγμή, που θα ειπή το: &«Δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς.

Πάραυτα, αφού είπε το «Κοιμήσου, παιδί μου», απεκοιμήθη πάλιν, ο δε Φάλκος και πάλιν έσπευσε να εξέλθη. Μεσονύκτιον ήτον ήδη, και η σελήνη είχεν ανατείλη προ πολλού. Ο Φάλκος, όταν εξήλθε το δεύτερον έξω, έρριψε ξύλα εις την φωτιάν, διά να μη σβύση, επειδή μεγάλως τον έτερπε και τον εγοήτευε το πυρ, εις την σιγήν και την γαλήνην της νυκτός, εις το μέσον των ερειπίων.

Η παράλειψις του ονόματος, ο τόνος οργής, όλα εμφαίνουσι την αντιζηλίαν εις την παρατήρησιν ταύτην. Η απάντησις του Ιωάννου υπήρξε γενναία και αξία αυτού. «Εκείνον δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι». Δεν ήτον αυτός ο Νυμφίος, αλλ' ο φίλος του Νυμφίου. Δεν ήτον το φως, αλλ' ο λύχνος. Ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, ο Υιός του Θεού, είχεν ανατείλη ήδη, και μόνον όστις πιστεύση εις Αυτόν θα έχη ζωήν αιώνιον.

Έκαμε τον σταυρόν του μάλλον από απορίαν παρά από φόβον και αντί ν' ακολουθήση τον πλάγιον δρόμον προς το μέρος όπου είχε δέσει το ζώον του, ηκολούθησε τον ευθύν και έφθασε πλησίον του νεκροταφείου. Ήτο λάμπουσα αστροφεγγιά, η δε σελήνη φθίνουσα έμελλε προς όρθρον ν' ανατείλη.

ΜΑΛΚΟΛΜ Τώρα είσ' άνδρας! Έλα 'δώ! 'ς τον βασιλέα 'πάμε. Το στράτευμα είν' έτοιμον. Αφίνομεν υγείαν και ξεκινούμεν. — Ώριμος να πέση είν' ο Μάκβεθ, αι δε δυνάμεις τ' ουρανού στήνουν τα σύνεργά των. Αρκέσου μ' όσην' ο Θεός παρηγοριάν σου στείλη. Όσον η νύκτα κι' αν βαστά, η 'μέρα θ' ανατείλη! Εν Δουνσινάνη. Προθάλαμος εν τω μεγάρω.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν