United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ενώπιόν μου ηνοίγετο μακρός διάδρομος και εκατέρωθεν αυτού δύο θύραι, δι' ων έβλεπον ευρύχωρα δωμάτια έρημα κατοίκων και παντός σκεύους. Εις το πέρας του διαδρόμου εκείνου εξετείνετο έτερος τοιούτος, τέμνων τον πρώτον κατ' ορθήν γωνίαν και φωτιζόμενος δι' υαλοφράκτου θύρας, αγούσης εις κηπάριον ή μάλλον χορτόφυτον αυλήν, περιφρασσομένην υπό τεσσάρων τοίχων.

Αι θύραι των χθαμαλών οικιών ήσαν ημίχωστοι εις την χιόνα, επί δε των στεγών εσωρεύθησαν βαρείς όγκοι στρογγυλούμενοι εύμορφα προς τα εμπρός και κλίνοντες προς τα γεισώματα, όμοιοι προς τα ρευστά σώματα, σαν άσπρα σύννεφα, τα οποία έμελλον, λέγεις, να καταρρεύσωσι, κι' επάγωσαν μετά την πρώτην κλίσιν των.

Δεν ήλθον διά να μ' ερωτήσης, ήλθον διά να σ' ερωτήσω. Ενόμισα ότι ήτο παράφρων, και δεν επέμεινα. Και όμως ευλόγως ηδύνατο να παραξενευθή τις, διότι αι θύραι του οικήματος ήσαν κλεισταί, η δε κυρία πύλη εφυλάττετο, ως σοι είπον ήδη. — Τι θέλεις να μ' ερωτήσης; είπον. — Σου έφεραν εδώ μίαν μικράν κόρην; είπεν ο άγνωστος. Εδίστασα πάλιν.

Όταν λοιπόν ήλθε προς εμέ, έτυχε να ομιλώ, όπως συνειθίζω να ομιλώ προς τους φίλους μου, ενώ αι θύραι ήσαν ανοικταί, περί αρετής και σωφροσύνης.

Επροσπάθησα ν' ακούσω τι έλεγον. Ήκουα, αλλά δεν τους ενόουν• ελάλουν Αλβανιστί. Μόνη η λέξις άρματα επαναλαμβανομένη συχνάκις διήγειρε τας υποψίας μου. Μετ' ολίγον εκλείσθησαν αι θύραι και απεμακρύνθησαν αι σκιαί, μου εφαίνοντο δε φέρουσαι κιβώτια και σάκκους επί των ώμων. Επανήλθεν η σιωπή και η ησυχία, αλλ' η λέξις άρματα αντήχει εις τα ώτα μου εισέτι.

Ο δε λαβύρινθος υπερβαίνει πολύ τας πυραμίδας, διότι σύγκειται υπό δώδεκα αυλών καταστέγων των οποίων αι θύραι αντικρύζουσιν, έξ μεν βλέπουσαι προς νότον έξ δε προς βοράν· περικλείει δε όλας αυτάς έξωθεν ο αυτός τοίχος. Τα οικήματα είναι δίπλα, τα μεν υπόγαια, τα δε ισόγαια, τρισχίλια τον αριθμόν, ήτοι χίλια πεντακόσια εις έκαστον όροφον.

Ουδείς των γειτόνων ή συγκατοίκων εγνώριζε το μυστικόν μας. Αλλά κατ' εκείνην την στιγμήν μου εφαίνετο ως να το γνωρίζη ο κόσμος όλος• μου εφαίνοντο αι εισέτι ανοικταί θύραι και τα επί της αυλής παράθυρα ως να είχον οφθαλμούς και να έβλεπον, διά μέσου των φορεμάτων, τα βάθη των κόλπων μας και, βαθύτερον έτι, των καρδιών μας τα διανοήματα.

Εν καιρώ ραγδαίας βροχής η οδός γίνεται και πάλιν χείμαρρος, αλλ' αντί κρημνών και πετρών περιορίζεται εκατέρωθεν υπό οικοδομών, των οποίων αι θύραι υπέρκεινται ικανώς του εδάφους διά τον φόβον της πλημμύρας. Ώστε η ονομασία της οδού έχει εισέτι τον λόγον της. Ευτυχώς δεν βρέχει συχνάκις εις Σύραν, αλλ' όταν τούτο συμβαίνη ο Ποταμός ενίοτε είναι αδιάβατος.

Ήτο δε τοσούτω μάλλον ευχάριστον να βλεπώμεθα μετά των οικείων, καθ' όσον εν τη τρομοκρατία υπό την οποίαν, εσχάτως μάλιστα, διεβιούμεν εις την πόλιν, ούτε των οικιών μας εξηρχόμεθα ούτε επισκέψεις αντηλλάσσομεν. Αι θύραι έμενον κλεισταί και ημίκλειστα τα παράθυρα.

Το ζώο δεν εφαίνετο πρόθυμον εις εκδρομήν εντός του καύσωνος. Ο ιερεύς προέβη εις προϋπάντησίν του, το εθώπευσεν, ανέβη εις την ράχιν του, αφού εναπέθεσεν ασφαλώς το δέμα εντός του κόλπου του, και ήρχισεν η πορεία. Ο γέρων χωρικός παρηκολούθει πεζός. Πλειότεραι θύραι ήσαν ήδη ανοικταί, οι δε ευσεβείς χωρικοί, γνωρίζοντες τι έφερεν εντός του κόλπου ο ιερεύς, εσταυροκοπούντο, ενώ διήρχετο.