Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025
Ο ίππος ήσθμαινεν απελπιστικώς επί της ελικοειδούς οδού της αγούσης εις την Αρικίαν. Την στιγμήν εκείνην είς ιππεύς ερχόμενος εκ Ρώμης και τρέχων και εκείνος ως λαίλαψ έκραξε συναντών τον Βινίκιον: — Η Ρώμη εχάθη! Οι θεοί . . . και διήλθε.
Μέχρι τινός είχεν αποσπασθή εκ της διανοίας του Μάχτου η επί τη απουσία της Αϊμάς μέριμνα. Αλλ' άμα εξελθών, ανεμνήσθη ότι ώφειλε να φροντίση περί τούτου. Ήρχισε δρομαίως να βαδίζη επί της οδού της αγούσης εις την κώμην. Ότε προέβη πολλά βήματα, είδε συρροήν λαού, ανδρών, γυναικών και παίδων, αποφράττουσαν την δίοδον παρά τινα μάνδραν. Ετάχυνε το βήμα.
Ενώπιόν μου ηνοίγετο μακρός διάδρομος και εκατέρωθεν αυτού δύο θύραι, δι' ων έβλεπον ευρύχωρα δωμάτια έρημα κατοίκων και παντός σκεύους. Εις το πέρας του διαδρόμου εκείνου εξετείνετο έτερος τοιούτος, τέμνων τον πρώτον κατ' ορθήν γωνίαν και φωτιζόμενος δι' υαλοφράκτου θύρας, αγούσης εις κηπάριον ή μάλλον χορτόφυτον αυλήν, περιφρασσομένην υπό τεσσάρων τοίχων.
Πλην, «τι σε μέλει περί των απολωλότων τούτων;» θα αναφωνήσωσιν ίσως πολλοί των αναγνωστών μου. «Τι μεριμνάς περί ανθρώπων προφανώς παραφρόνων, οίτινες πάσχουν μεν βεβαίως ηθικώς και διανοητικώς, αλλ' επί τέλους είνε κύριοι να δαπανώσιν όσα και όπως θέλουσιν, όσα και όπως ευρίσκουσι;» Δικαιοτάτη και ορθή η παρατήρησις· σπεύδω δ' ευθύς να διαβεβαιώσω τους περιέργους μου τούτους αναγνώστας, ότι ουδ' ελαχίστην έχω περί αυτών φροντίδα, ούτε έχω την απλότητα να φρονώ, ότι δύναταί τις, ο,τιδήποτε λέγων και οιαδήποτε μαντευόμενος, να συνετίση αυτούς ή διδάξη· οι παθόντες άπαξ το ηθικόν τούτο νόσημα εισίν ανίατοι δυστυχώς, και μάτην ήθελε τις προσπαθήσει να αποτρέψη το βήμα των της εις το βάραθρον αγούσης.
Την στιγμήν εκείνην ο πρώτος λαλήσας, όστις ήτο αυτός εκείνος, όστις μετά του γέρω-Σολμάν, του λαλούντος την ελληνοβάρβαρον, είχεν ερωτήσει το πρωί τον αιπόλον περί της οδού της αγούσης εις το φρούριον, έστρεψε το βλέμμα προς τον σωρόν, ον απετέλει ο δέσμιος βοσκός κείμενος παρά τινα σχοίνον. — Τι είν' αυτό; είπε. Και κύψας εξήτασε το πρόσωπον του αιπόλου.
Αι πλείσται των στηλών τας οποίας ο βασιλεύς Σέσωστρις έστησεν εις διαφόρους πόλεις δεν σώζονται πλέον· αλλ' εν τη Συριακή Παλαιστίνη, είδον τοιαύτας, καθώς και τας επιγραφάς τας οποίας ανέφερα και γυναικός απόκρυφα μέρη. Υπάρχουσιν επίσης εις την Ιωνίαν δύο εικόνες του ανδρός τούτου γεγλυμμέναι εις πέτρας, η μεν επί της από Εφέσου εις Φώκαιαν αγούσης οδού, η δε επί της από Σάρδεων εις Σμύρνην.
Του εφαίνετο ότι έβλεπε τον Απόστολον με την αργυρότριχα γενειάδα του, όστις έλεγε: «Μη βάλης χείρα επ' αυτής, διότι μου ανήκει». Και ο απόστολος παρέσυρε την Λίγειαν επί των ακτίνων της σελήνης, ως επί οδού αγούσης εις τον ουρανόν, ενώ ο Βινίκιος έτεινε προς αυτούς τους βραχίονας, ικετεύων να τον λάβωσι μεθ' εαυτών. Εξύπνησε και εκύτταξεν έμπροσθέν του.
Τότε φως επέλαμψε διά μιας εις τους οφθαλμούς της ψυχής του, και οιονεί μυστηριώδης επίνοια επεφοίτησεν εις τον νουν του. — Θα είνε κλέφταις· είπε. Και χωρίς να χάση καιρόν, πηδά ελαφρώς όπισθεν των θάμνων και αρχίζει να τρέχη επί της οδού της αγούσης εις το φρούριον. — Εις όνομα Κυρίου· εψιθύρισε μόνον.
Διερχόμενος διά μέσου της Αρικίας, ήτις έκειτο εις το μέσον της εις Ρώμην αγούσης οδού, συνήντησε πλήθος δούλων, οίτινες μετέβαινον εις το Άντιον, κομίζοντες ειδήσεις και τους ηρώτησε: — Ποίον μέρος της πόλεως καίεται; — Η πυρκαϊά, αυθέντα, ήρχισε μεταξύ των οικίσκων, πλησίον του μεγάλου Κίρκου. — Και η Τρανστιβέρη;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν