United States or Angola ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο γυιός ήτανε παππάς και μάλιστα γούμενος και η μάννα καλογρηά! Το εξωτερικό τους δε πολύ ευπρόσωπο. Εκείνος με καινούριο ράσο, χοντρός, προκοίλης, κόκκινος, με μεγάλα, βαθυγάλαζα, ψυχαλιστά μάτια και με καστανή, πυκνή γενειάδα.

Χορός από διάκους, ντυμένους κατάμαυρο κοντό χιτωνίσκο, με κοντές χειρίδες και με ένα λευκό πανί ριγμένο στο δεξί τον ώμο, στέκονται στην αρχή του δρόμου, κοντά στο βράχο. Είνε όλοι νέοι, ξυραφισμένοι, με τα μαλλιά κοντά κομμένα και στην κορυφή του κεφαλιού έχουν ξυραφισμένον ένα κύκλον μικρό. Μπροστά δύο γηραλέοι με γενειάδα, ντυμένοι ραβδωτές χλαμύδες, είνε οι Πρεσβύτεροι.

Ήκουσα ότι ήτο φιλόσοφος από κείνους που κάθονται και φλυαρούν με τα παιδαρέλια. Εννοείς ότι η γενειάδα του ήτο μεγαλοπρεπής και είχε χρόνια να ψαλιδισθή. Όταν δε ο ιατρός Αρχίβιος του έκαμε την παρατήρησιν ότι έκαμε άσχημα νάρθη εις την κατάστασι που ήτο, είπε• Δεν πρέπει κανείς να παραμελή τα καθήκοντά του, μάλιστα όταν είνε φιλόσοφος, και αν ακόμη όλα του κόσμου τα νοσήματα τον εμποδίζουν.

Yπό το αβέβαιον φως της χαραυγής ο γέρων Τόσκης ισχνός, τραχύς, με πρόσωπον μακρύ, ιερακωτήν μύτη, οφθαλμούς σπινθηρίζοντας, μακράν γενειάδα, ευρύ μέτωπον και κόμην ξυρισμένην εμπρός και πίπτουσαν εις τσαμπάν ψαρόν επί των ώμων, διεκρίνετο φέρων απαράλλακτον τον τύπον της φυλής του.

Σέβου λοιπόν αυτάς κατά τούτο τουλάχιστον και μάλιστα την γενειάδα σου και μη τα μιαίνης και τα υβρίζης περισσότερον. Αλλ' αν δεν δύνασαι να κρατηθής, πράττε τουλάχιστον τας αισχρότητάς σου την νύκτα και εις το σκότος, όχι την ημέραν, διότι είνε πολύ κτηνώδες.

Όσοι λέγουν ότι είνε φιλόσοφοι και θεωρούν ότι αρμόζει εις αυτούς ο τίτλος ούτος να έλθουν εις την Ακρόπολιν, όπου θα γίνη διανομή χρημάτων. Θα δοθούν εις έκαστον δύο μναι και γλύκισμα σησαμωτόν. Εκείνος δε ο οποίος θα επιδείξη την μεγαλειτέραν γενειάδα θα λάβη επί πλέον και ένα καλάθι σύκα.

Του εφαίνετο ότι έβλεπε τον Απόστολον με την αργυρότριχα γενειάδα του, όστις έλεγε: «Μη βάλης χείρα επ' αυτής, διότι μου ανήκει». Και ο απόστολος παρέσυρε την Λίγειαν επί των ακτίνων της σελήνης, ως επί οδού αγούσης εις τον ουρανόν, ενώ ο Βινίκιος έτεινε προς αυτούς τους βραχίονας, ικετεύων να τον λάβωσι μεθ' εαυτών. Εξύπνησε και εκύτταξεν έμπροσθέν του.

Αν όμως πάμε πειό μπροστά της θέσεις μας να πιάσουμε, χωμένες μέσ' τα ρούχα τους, όλους θα τους γελάσουμε. Κ' εκεί που θα καθίσουμε και γένεια θα κολλήσουμε, ποιός δεν θα πη πως είμαστε σαν άνδρες στην αράδα; Κι' ο στρατηγός Αγύρριος, πούχε τη γενειάδα του Πρόνομου, εκρύφτηκε το ίδιο και καλήτερα• κι' όμως γυναίκα ήτανε και λόγου του προτήτερα! Και τι μεγάλα πράματα κάνει στην πόλι τώρα!

Τοιούτοι ήσαν οι άνθρωποι, τους οποίους επρόκειτο ν' αλατίση ο πάτερ Ιωάννης διά του άλατος της Αττικής. Κατά τας πρώτας ημέρας επειράθη να ομιλήση εις αυτούς περί Δογματικής, αλλ’ οι ακροαταί της εθεώρουν τας τοσούτον απασχολούσας τους Γραικούς συζητήσεις ταύτας περί της φυσιολογίας της αγίας Τριάδος περιττάς όσον και την κοσμούσαν την σιαγόνα των μακράν γενειάδα.

Γλέπ'ς κει δα κάτ' είν' η γίδης στριμουμέναις κ' η δυο, τουλόου σ' πού θα πατήσης να τσ' δέσης να τσ' ανεβάσης απάν'; Την στιγμήν εκείνην έφθασε και ο παππα-Μπεφάνης, με την λευκήν του γενειάδα, με το κοντόν τρίχινον ράσον του, και με το μαύρο σάλι του περί τον λαιμόν. Έμαθε το συμβάν, ήκουσε το σχέδιον του Στάθη, κ' έσεισε την κεφαλήν. — Αποκοτιά, είπε, μεγάλ' αποκοτιά.