United States or Saint Martin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αίφνης ευρέθη εμπρός χαμηλού πλινθοκτίστου οικίσκου, από τ' ανοικτά παράθυρα του οποίου εξήρχοντο, εν τη σιγή εκείνη και τη ερημία του δρόμου, έρρινοι φωναί, ψαλμοδούσαι. Ο Δημήτρης, χωρίς να το εννοήση, είχε φθάσει εις την κωμόπολιν και ήδη ευρίσκετο προ της οικίας του παπά-Σταύρου. — Ο Θεός μ' έβγαλε· διελογίσθη ευχαρίστως.

Η ιδέα τοιούτου κινδύνου του έδωκε την δύναμιν ν' αποτινάξη τους χωροφύλακας και διά δύο λακτισμάτων να τους κυλίση κατά γης αμφοτέρους. Έπειτα ετράπη εις φυγήν. Αλλ' όταν έφθασεν εις την γωνίαν του δρόμου, εστράφη μίαν στιγμήν προς τους Αλβανούς και συγκάμψας τον βραχίονα, εφώναξε προς αυτούς, προσπαθών να μιμηθή την προφοράν των: — Να, ωρέ κασίδιδες!

Μια φορά μόνον θυμάται, πριν ακόμα μπαρκάρη, θα ήταν ως δεκαπέντε χρόνων, κατώρθωσε και της έφυγετα μισά, 'ς του δρόμου, για να πάγη τα Χριστούγεννα την νύκτατην Εκκλησιά, 'ς την χώρα, να μεταλάβηκαι 'πήγε για ψάρια την παραμονήν, με τον Πετεινάκη, σύντροφος του ψαρά, να τραβά κουπιά.

Είμαι τόσον λεπτή, ώστε μήτε η μητέρα μου δεν ημπορεί να με διακρίνη! Μίαν ημέραν δύο παιδιά του δρόμου ήλθαν και εσκάλιζαν εις το αυλάκι, όπου εύρισκαν πότε καρφία, πότε κανέν χάλκινον νόμισμα. — Ωχ! εφώναξε το έν παιδί, διότι η σακκορράφα του εκέντησε το δάκτυλον. Να μία σπασμένη βελόνη. — Με συμπάθειον, είπεν η σακκορράφα. Είμαι καρφίτσα! Αλλά δεν την ήκουσαν τα παιδιά.

ΡΕΓ. Εγώ δεν το πιστεύω ότι αμέλησέ ποτε τα χρέη της εκείνη. Εάν τους ακολούθους σου θέλη να βάλη εις τάξιν, έχει νομίζω αφορμήν και λόγους έχει τόσους, ώστε κανείς δεν ημπορεί να την κατηγορήση. ΛΗΡ Να έχη την κατάραν μου! ΡΕΓ. Αυθέντα, είσαι γέρος· η φύσις πλέον σ' έφερετου δρόμου της την άκρην.

Από τα παραγγέλματά του μου μένει στη μνήμη ένα «Αλτσάτ!», που δεν ανήκει σε καμμιά γνωστή γλώσσα. Ετοιμασίες λοιπόν εμείς, ετοιμασίες κιο Χόντζας για την υποδοχή του πασά. Τη μέρα που περιμέναμε το Μουτεσαρίφη, ο δάσκαλος μας πήγε πάνω από το χωριό, σένα ανώμαλο κιανηφορικό μέρος και μας παράταξε κιαπό τα δυο μέρη του δρόμου.

Αι τάξεις διεσπάσθησαν αμέσως και πάντες ετρέξαμεν εις βοήθειαν του κινδυνεύοντος φίλου μας, ενώ επρόβαλε πνευστιών ο Κάρλος εξ άλλης οδού. Αλλ' ήτο πλέον αργά. Ο Πλούτων, του οποίου εξήντλησαν τας τελευταίας δυνάμεις η ορμή του δρόμου, ο τρόμος και οι λιθοβολισμοί, κατέπεσε πλησίον της πύλης του νεκροταφείου, μόλις που φθάσας να γλείψη τας χείρας του παιδιού πριν ή εκπνεύση προ των γονάτων του.

Προεπορεύοντο ολίγα, σχηματίζοντα γωνίαν εμπρός εις ένα, ωσεί επί κεφαλής, είποντο άλλα εις τα πλάγια του δρόμου ραμφίζοντα εδώ κ' εκεί τας θαμνώδεις ονακάνθας και τους αύλακας· άλλα επλατάγουν τα πτερά των κ' εκυνηγούντο αίφνης άνευ αιτίας και άλλα ίπταντο μετά θορύβου άνω της κεφαλής των λοιπών, ερχόμενα εκ των όπισθεν προς τα εμπρός και τ' ανάπαλιν.

Ο Αγάλλος πρώτην φοράν τους έβλεπε, και διά τούτο του εφάνησαν ως παράδοξος οπτασία. Άμα φθάσαντες, είχον αρχίσει να κτίζωσι κελλίον τι προς διαμονήν των, στεγαζόμενοι προσωρινώς εις χωρικόν τι καλύβιον. Επειδή δεν υπήρχε ναός εις το μέρος εκείνο, είχον κατέλθει να εορτάσωσι τα Χριστούγεννα εις την Κεχρεάν, μιας ώρας δρόμου απέχουσαν.

Ψηλά ακουγόταν το αγκομαχητό του Μύλου, ένα αρσενικό καρδιοχτύπι σε αντίθεση προς το θηλυκό κάλεσμα μιας καμπάνας που χτυπούσε τον εσπερινό και στο βάθος του δρόμου περνούσαν χωριάτες με τα ζεμένα βόδια τους, επιβλητικοί αστοί όπως ο ντον Πρέντου, γυναίκες με κανάτια στο κεφάλι.