United States or Turkmenistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το ζήτησε από τους γονείς του να το κάνη παιδί του, να το πάρη στην Αγγλία, γιατ' είνε άκληρος, τους είπε. — Και θέλησε το κορίτσι, θέλησαν οι γονείς του; ρώτησε κάποιος από μας. — Ακούτε θέλησαν! Πώς δε ζουρλάθηκαν ούλοι τους. Κιό, το κορίτσι είνε να πετάξη απ' τη χαρά του. Είδες τι αέρα που σου πήρε, αυτό το μωρό που βόσκαε ως τα χτες τα γίδια του πατέρα του.

Κιο Θωμάς δε λες; ... Καταχαρούμενος ο συμπέθερος. Ακόμη κιό Στρατής. Επίστευγες του λόγου σου πως ο Στρατής θάλεε ποτέ του το καλό του Μανώλη; Ο Μανώλης κατέβαινεν ενίοτε κρυφίως εις το χωριό, αλλ' ουδέποτε μετέβη εις το πατρικόν του σπίτι. Ο Σαϊτονικολής του είχε μηνύση ότι τον εσυγχώρει διά το παρελθόν, αλλ' υπό τον όρον πάντοτε να νυμφευθή την Πηγήν.

Δεν ήτο βράχος αυτός ή δένδρον· δεν ήτο τίποτε. Ήτο μόνον μία βραχνή φωνή που ήρχετο από το βάθος ενός στενού λαγκαδιού κιό,τι της φώναζες το ξανάλεγε, σαν να κοροΐδευε. Αι! της έλεγες· αι! σαπηλογιέτο μονομιάς. Κιαυτός ήτον ο Θοδωρής, ένα βοσκάκι, πούχε την κακή συνήθεια να κλέφτη γιδοπρόβατα. Διά τούτο και απελιθώθη εκεί στο λαγκάδι και είχε κατάρα να επαναλαμβάνη κάθε φωνή.

Ύστερ' από λίγες μέρες μαφήκε κιο πυρετός, όχι από θαύμα, αλλά με το κινίνο. Ένας χριστιανός, ούτε γιατρός, ούτε μάγος, βρέθηκε κείπε να μου δίδουν κινίνο κάμποσες μέρες γραμμή. Σαν έγινα εντελώς καλά κείδε η μητέρα μου ότι άδικα είχε φοβηθή για την αρρώστεια μου, μου φανέρωσε την υποψία που τη βασάνισε και την έκαμε να φανή τόσο σκληρή στην άρρωστη.

Αυτά 'ν' άσκημα πράμματα κι' άπρεπα και να τα παραιτήσης. Μια γυναίκα θα πάρης, δε θα πάρης δυο. Κιό προκομμένος ο κύρης σου την εδιάλεξε αυτή που θα πάρης. Σ' αυτήν να τα λες αυτά τα λόγια και να μην πειράζης άλλες κοπελλιές, γιατί θα βρης τον μπελά σου ... Α! αν δεν ήσουνε δεμένος με τσοι Θωμαδιανούς γή αν τα χαλάτε, τότε με όλη μου την καρδιά θάβανα τη βουλή μου να πάρης τη Μαργή ...

Η μητέρα μου έβλεπε ότι πέτυχε να με τραβήξη από το Βαγγελιό κιότι στο πάθος του κυνηγιού η μητρική της εξουσία βρήκε καλό σύμμαχο. Αλλά για καλό και για κακό, ίσως και για να δοκιμάση το βαθμό της επιτυχίας της, σκέφθηκε και να μ' απομακρύνη ολότελα για κάμποσον καιρόν από το χωριό. Έτσι θα περνούσε κιο περισσότερος καιρός των διακοπών και να γυρίσω έπειτα στην πόλη.

Ναι, ήκουσα κεγώ πως την εζήτηξε. — Κιο κύρης τση πρέπει πως θέλει να του τη δώση. Φτωχός άνθρωπος· είντα να κάμη; — Καλά το λες, κρίμα είνε. Ο Σαϊτονικολής εσκέφθη επί μικρόν, έπειτα είπε: — Λένε πως το καλλίτερο αχλάδι το τρώει ο χοίρος· μα δε θα τον αφήσω 'γώ το χοιροτερερέ να το φάη. Το κακό μόνο είνε πως ο Μανώλης δεν είν' ακόμη για παντριγιά. Είντα λες τουλόγου σου;

Αλλ' ο παπάς, ένας καλός και με θάρρος χριστιανός, του υποσχέθηκε κάτι περισσότερο· τη μεσολάβησή του: — Θα πάω 'γώ να τόνε δω· κιο Θεός να δώση να τόνε βρω στσι καλές του. Μάνεν τόνε βρω στα δαιμόνια του, και για σένα δε θα κάμω πράμμα κεμένα μπορεί να μου δώση κιαμιά μπιστολιά. Η γιαλήθεια είνε πως όντεν έρχεται στο χωριό δε μου αγριγιομιλεί.

Τον κάμπο σκέπαζε χόρτο παχύ, αλλά, ως άκουσα να λέγουν οι βοσκοί, δεν άφηναν τα πρόβατα να βόσκουν στο υγρό μέρος, γιατί το χόρτο είχε βδέλες. Όταν φθάναμε, άκουσα παράξενες κραυγές πουλιών κιο Βασίλης μούπε πως ήσαν κολιακούδες. Τις είδα και να περνούν στον αέρα κοπάδια κιο Βασίλης μούπε: — Θες να τώςε παίξης; — Μα τσι τρώνε; — Δεν τσι τρώνε, γιατ' είνε λέει, όξυνο, το κριάς τως.

Σε μια δυο μέρες θα πάη ο ξάδερφός σου ο Βασίλης του παπά για να κυνηγήση. Τούπα να πάτε μαζή και τάκουσε με πολλή του χαρά. Θα σου βρη, λέει, κέναν τσιφτέ να σε μάθη να κυνηγάς. Κιο Βασίλης, ως θάκουσες, έχει γενεί καλός κυνηγός. Ποτέ δε γυρίζει χωρίς λαγό. Η ιδέα της μητέρας μου μενθουσίασε. Το τουφέκι και το κυνήγι ήσαν από τους μεγάλους μου πόθους. — Θες να πας; με ρώτησε η μητέρα μου.