Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025


Όι, εγώ το Βαγγελιό θέλω. Δε θέλω άλλη. — Αι καλά, κανακάρη μου, το Βαγγελιό θα πάρης· και μην ακούς είντα σου λέει ο Γιάννης. Τι θάδιδα νάμουν μεγάλος να δη τότε ο Γιάννης! Σε κάμποσον καιρό γίνηκε ο γάμος μιας ξαδέρφης μου. Καλεσμένο το Βαγγελιό, καλεσμένος κιο Γιάννης· εκεί κ' εγώ, που να μην είχα πάει. Στο χορό βλέπω το Γιάννη να κρατή το Βαγγελιό κιανάβει η ζήλια μου.

Κρατούσε δίκανο και φώναξε: — Κιως επαέ, μωρέ γεβεντισμένοι, με ζυγώνετε για να με θάψετε ζωντανό; Τους λόγους τον ακολούθησαν δύο πυροβολισμοί. Κανείς δεν έπαθε τίποτε· αλλά κιο καταχανάς αποσύρθηκε από το παράθυρο. Ποιος όμως να μπη μέσα να δη τι απόγινε; Μόνο το βράδυ βράδυ πήρε αυτό το θάρρος ένας και βρήκε τον καταχανά πεθαμένο και δίπλα του μια κανάτα αδειασμένη και σπασμένη.

Εγώ 'χα όρκο να τση βγάλω τη γλώσσα με το ρασόπανο, γιατ' ήμαθα πως αυτή τούβγαλε το παρανόμι, μα σαν ήκουσα τα παινέματα που τούκανε, τση συμπάθησα. Οι Τούρκοι είνε να πιούνε φαρμάκι κι ο Σαμπρής λέει και μαρτυρά πως δεν είδ' ακόμη τόσο χεροδύναμο άντρα. — Κιο Μουντίρης;.., είπεν η Ρηγινιώ με ανησυχίαν.

Η μάνα μου δε μούλεγε τίποτε· αλλ' η αδερφή μου, που δεν είχε πάψει, φαίνεται, να τη συμπαθά λίγο, μούπε πως η κατάστασή της ήτο πολύ άσχημη. Ο πυρετός κιο βήχας δεν την άφηναν νύκτα και μέρα και στην εκκλησία, που πήγαινε σπάνια, της ερχόντανε λιγομάρες κέφευγε στη μέση της λειτουργίας ή του σπερνού. Τώρα έβγαινε πολύ λιγοστά από το σπίτι.

Η άρρωστη άρχισε νανεβαίνη στο βράχο κιο Δρακογιώργης αφήκε πάλι τη δουλειά τον και μουρμούρισε: — Είντα πάει 'κειά πάνω να κάμη; Εκουζουλάθηκε; Να πάω θέλω 'γώ να δω. Αλλά πονηρός διαλογισμός τον μπόδιαε με άλλη και πειο δυνατή περιέργεια.

Ακόμη θαρρείς πως είσαι μωρό για να σε χορεύγουνε στα γόνατα. Άλλο δε λείπει παρά να λες και τρευλά, έτσα που μίλιες μικιός. Εγώ αβαπώ Γκελιό. Αν και στενοχωρημένος, γέλασα. — Γελάς; είπε η μητέρα μου. Μα θα γελά κιο κόσμος να σε θωρή να ξετρέχης μια γεροντοκοπελιά. Μα κιαυτή να μη ντρέπεται τσ' αθρώπους!

Αυτό ήτον όλο. Άρχιζαν δε αυτά τα σπουδαία γυμνάσια με το «μαρςκετελείωναν με το «αλτΛησμόνησα να πω ότι κιο χαιρετισμός μας έγινε στρατιωτικός.

Έπειτα άπλωσε το χέρι της στα μαλιά μου κιη χειρονομία κείνη ήτο μάλλον ευλογία παρά θωπεία. Σήκωσα τα μάτια μου και την είδα. Μου φάνηκε ψηλότερη και τώρα το φως της ήλιου κύκλωνε το πρόσωπο της με φωτοστέφανο αγίας. — Άιντε να πιαίνης, Γιώργο, μούπε, κιο Θεός νάνε μαζή σου. Και μια ψυχή που σαγαπά θα σου παραστέκεται όπου κι αν πας, όπου κια βρίσκεσαι.

Και 'μεις τόσο συμφωνούσαμε στην ιδέα του δασκάλου μας, ώστε μόνο το σύνθημα περιμέναμε για να μην αφήσωμε τούρκικο κεφάλι γερό. Ο Χόντζας όμως υποχώρησε αμέσως· κιόταν ήρθε κοντά δικαιολογήθηκε: — Βαλλαΐ, κύριε δάσκαλε, δεν τώκαμα αξαργιτού, μόνο δεν το 'κάτεχα πως ήστε χαμηλότερα. Το σωστό βέβια είνε να πάτε του λόγου σας πλειο ομπρός, γιατί και περισσότεροι στε, κείνε δα κιο παχιάς χριστιανός.

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν