United States or Bosnia and Herzegovina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στα τελευταία έδωκε ο Θεός και γεννήθηκε το παιδί. Μα το βασιλόπουλο, μόλις άνοιξε τα μάτια του στον κόσμο και κύτταξε τριγύρω του με τα μεγάλα γαλανά του μάτια, αντί να κλάψη, όπως όλα τάλλα παιδιά, σιγοάνοιξε το στοματάκι του κι' άρχισε να χαμογελά. Όλοι οι μάγοι και όλοι οι σοφοί του παλατιού μαζεύθηκαν απάνω από τη χρυσή κούνια να ιδούν το παράξενο μωρό.

Παραφυλάει τα περάσματα ο Λάμωνας, επειδή λυπήθηκε το παραμελούμενο κατσικάκι, κι απάνω στο καταμεσήμερο, αφού πήρε κατά πόδι τη γίδα, τη βλέπει να στέκεται μ' ανοιχτά τα πόδια προσεχτικά μήπως πατώντας με τα νύχια της το μωρό του κάνει κανένα κακό, και τούτο σαν από μάννας βυζί να βυζαίνη το γάλα.

Και ο παπάς ακόμη βγήκε από την καλύβα του, κοίταξε τριγύρω, ήρεμος και κόκκινος σαν μωρό φαλακρό ακόμη και στη συνέχεια πήγε να καθίσει πλάι στις κυρίες Πιντόρ. «Ωραίο παλικάρι ο ανιψιός σας, ντόνα Ρουθ

Και άμα εις τον κόσμο εβγήκε το μωρό, εφώναξα απάνω εις την συγκίνησίν μου: Κι' εγώ λοιπόν, ω Πλάστα, να πλάσω ειμπορώ ανθρώπους κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσίν μου; Σαν να μη φθάνη τόση Ελλήνων πλησμονή, ιδού! και άλλος Έλλην γεννάται από 'μένα... καλέ αυτός ο κόσμος τι έχει να γενή, εάν καρπούς ο έρως παράγη ολοένα;

Ούτε λέξιν πλέον. Ακούς, μητέρα. Δεν επιτρέπω. Είμαι άντρας και έκαμα ό,τι ήθελα. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Κι' επρόκοψες. Άντρας! Ακούς εκεί. Κ ώ σ τ α ς. Για όσα έκανα ως τώρα, εύρισκες ότι ήμουν άντρας κι' οι άντρες κάνουν ό,τι θέλουν. Αυτή δεν είναι η αρχή σου; Και δεν μ' ενανάριζες μωρό και μ' εμεγάλωσες νέο με το τραγούδι αυτό. Πόσες φορές μου είπες : Γλέντιζε, παιδί μου, είσαι άνδρας!

Τους κοίταζε ο κυρ Μαυρουδής από την πεζούλα κ' έλεγε του νωνού. — Να ζευγάρι για προξενειά! Ένα λόγο από τη μάννα του, και με πιάνεις. — Μα δε βλέπεις, κυρ Μαυρουδή, τι μωρό που είνε ακόμ' αυτός; Κ' είτανε σταλήθεια μωρό ακόμα ο Παυλής, κι ας είτανε και δεκάξη.

Αυτός ήτον ο αμαξάς εκείνης της καρρότσας, που είχα ιδεί να στέκη απ' έξω εκεί. Κατάλαβα τι έτρεχε. Είχαν σκοπό να φύγουν όλοι τους μαζί, για κανένα περιβόλι, κ' είχαν έτοιμο και τον αμαξά με την καρρότσα, κι' ο άνδρας μου, που έκανε και το νουνό, θα πήγαινε, καθώς φαίνεται, μαζί τους. Πριν φύγουν, ηθέλησαν σαν καλοί χριστιανοί, να βαφτίσουν το μωρό τους.

Θηλυκό ήταν το παιδί τούτο· και κείτοντας κοντά του σπάργανα και σημάδια, φασκιά ολόχρυση, ποδήματα χρυσοκέντητα και βρακάκια χρυσοΰφαντα. Κ' επειδή ενόμισε σαν κάτι θεοτικό το ηύρεμα κ' έπαιρνε παράδειγμα από την προβατίνα να λυπηθή το παιδί και να τ' αγαπάη, παίρνη το μωρό στην αγκαλιά του, ρίχνει τα σημάδια στο ταγάρι του και παρακαλεί τις Νύμφες καλότυχη να αναθρέψη την ικέτιδά τους.

Ημπορείτε δε να πληροφορηθήτε ότι αυτά όπου λέγω είναι αληθινά και ότι οι Λακεδαιμόνιοι είναι κάλλιστα πεπαιδευμένοι εις την φιλοσοφίαν και την ρητορικήν με τον ακόλουθον τρόπον· εάν θέλη κανείς να συζητήση με τον αμαθέστατον από τους Λακεδαιμονίους, κατ' αρχάς μεν θα του φαίνεται ότι είναι κανένας κουτός, έπειτα εκείνος εις την σειράν της ομιλίας, όπου εύρη ευκολίαν, ρίπτει μίαν σύντομον ομιλίαν αξιόλογον και στριφογυριστήν ωσάν κανένας έξοχος ακοντιστής, ώστε να φανή εκείνος που ομιλεί μαζί του, ότι δεν είναι διόλου καλύτερος από μωρό παιδί.

Το ζήτησε από τους γονείς του να το κάνη παιδί του, να το πάρη στην Αγγλία, γιατ' είνε άκληρος, τους είπε. — Και θέλησε το κορίτσι, θέλησαν οι γονείς του; ρώτησε κάποιος από μας. — Ακούτε θέλησαν! Πώς δε ζουρλάθηκαν ούλοι τους. Κιό, το κορίτσι είνε να πετάξη απ' τη χαρά του. Είδες τι αέρα που σου πήρε, αυτό το μωρό που βόσκαε ως τα χτες τα γίδια του πατέρα του.