Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Είταν ανιψιός ενός Ηγουμένου ο Παναγής. Και σ' αυτόν τον Ηγούμενο χρωστά τη μεγαλήτερή του την παραξενιά, που στάθηκε, καθώς θα δούμε κατόπι, κ' η μεγαλήτερη αρετή του. Η παραξενιά του είταν που ένα πράμα είχε παντού και πάντα στο νου του, κι άλλο δεν έλεγε παρ' αυτό: «Θα μας ξαναφυτρώση πάλι ο Κωσταντίνος» ώσπου κατάντησε να τονε βλέπη ο κόσμος, και να του φωνάζη, «θα μας φυτρώση ο Κωσταντίνος».
Ο Τζατσίντο όχι μόνο δεν εντυπωσιάστηκε αλλά έβαλε να πιεί και είπε σκεφτικός: «Ναι, και σ’ εμάς η τοκογλυφία έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις….. Ο ανιψιός του καρδινάλιου Ραμπόλα έτσι καταστράφηκε!....» Μετά το δείπνο θέλησε να βγει. Ρώτησε πού ήταν το ταχυδρομείο και η Νοέμι τον οδήγησε μέχρι τον δρόμο και του έδειξε την μικρή πλατεία στο βάθος προς το σπίτι του Μιλέζου.
Έπειτα φρόντισε και τα θρησκευτικά, καθώς μάθαμε στάλλο κεφάλαιο. Απαγόρεψε δωροδοκίες, χάρισε φόρους, αφήκε και γεμάτο το δημόσιο ταμείο σαν απέθανε στα 457, τρία χρόνια ύστερ' από την Πουλχερία. Σαν απέθανε η Πουλχερία καθώς κι ο ανιψιός και διάδοχος του Ονωρίου ο τρίτος Βαλεντιανός, Θεοδοσιανή πια γενεά δεν απόμεινε. Αυτό δε σήμαινε και πολύ στη Δύση.
Για να πω την αλήθεια, εγώ δεν ήθελα, επειδή το παλικάρι, ο ανιψιός της εξοχότητάς σας, της το απαγόρεψε και αν το μάθει θα παρεξηγηθεί∙ η Γκριζέντα μου όμως κάνει πάντα του κεφαλιού της.» «Τι, σας έγραψε ο Τζατσίντο;» «Σε ποιόν να γράψει; Δεν έγραψε ποτέ. Δεν ξέρουμε τίποτε γι’ αυτόν, αλλά σίγουρα πρέπει να γυρίσει γιατί το έταξε.» «Βέβαια, και οι νεκροί γυρίζουν, όπως λέτε κι εσείς!»
Ζήτησε τότες ο στρατηγός ο Υπάτιος, ανιψιός του Αναστασίου, να πέση στη θάλασσα και να γλυτώση κατά το Σλαβικό τρόπο, βουτώντας δηλαδή κάτω από τα νερά κι αναπνέοντας με ψιλό μασούρι. Δεν καλογνώριζε όμως την τέχνη, και πιάστηκε αιχμάλωτος. Μάζεψε μεγάλα πλούτη σ' αυτούς τους πολέμους ο Βιταλιανός, και κατάντησε είδος αυτοκράτορας της Μοισίας και της Σκυθίας.
Ο ανιψιός του βασιλέως της Μπάσρας Αλής ονόματι, την αγαπούσε κατά πολλά· ο οποίος έμελλεν εις ολίγον καιρόν να την στεφανωθή, επειδή της είχε δώσει τον λόγον.
Η πρώτη ήταν εκείνη του Έφις επάνω σ’ ένα άλογο φορτωμένο με δισάκια και μαξιλάρια και η άλλη ήταν ενός ξένου επάνω σε ένα ποδήλατο που άστραφτε κόκκινο διασχίζοντας σαν βέλος την αυλή. Η Γκριζέντα πετάχτηκε όρθια ακουμπώντας στον τοίχο, τόσο πολύ είχε ταραχτεί. Και το ακορντεόν σταμάτησε να παίζει. «Ντόνα Έστερ μου! Ο ανιψιός σας.»
Είναι και ζήτημα αν ο Άγιος Πέτρος σου φέρνει την ανατριχίλα, το θρησκευτικό ενθουσιασμό, τη θεοφοβωσύνη που σε κυριεύει στη Αγιά Σοφιά μέσα. Μερικά χρόνια κατόπι ο περήφανος εκείνος θόλος γκρεμήστηκε, καθώς ξέρουμε, από σεισμό, κ' ένα του μέρος θρουβάλιασε τον άμπωνα καθώς και τη σολέα. Είταν τότες αποθαμμένοι κι ο Ανθέμιος κι ο Ισίδωρος. Ζούσε όμως ο ανιψιός του Ισιδώρου, Ισίδωρος κι αυτός.
Λέτε πράγματα χωρίς να σκέφτεστε, ντόνα Νοέμι! Ο ανιψιός σας δεν έχει χρήματα για να μπορέσει να με πληρώσει, αλλά και αν ακόμη είχε, δε θα του έφταναν!», είπε ωστόσο, τρέμοντας από μνησικακία, και η Νοέμι ξανακάθισε ακουμπώντας τα χέρια επάνω στα γόνατα για να κρύψει το τρέμουλο. «Όσο για λεφτά, έχει! Όχι δικά του, αλλά έχει.» «Και ποιος του τα δίνει;» Έξι μάτια τον κοίταζαν έκπληκτα.
Και ο παπάς ακόμη βγήκε από την καλύβα του, κοίταξε τριγύρω, ήρεμος και κόκκινος σαν μωρό φαλακρό ακόμη και στη συνέχεια πήγε να καθίσει πλάι στις κυρίες Πιντόρ. «Ωραίο παλικάρι ο ανιψιός σας, ντόνα Ρουθ!»
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν