United States or Laos ? Vote for the TOP Country of the Week !


Με τι άλλο πλοίο μπορούσα να μπαίνω στην Πόλη, για να νοιώσω τελειότερα το ταπείνωμά μου; Στην πρώρη είναι ο δικέφαλος αητός, ο ρωσικός· το πλοίο είναι φορτωμένο Ρώσους στρατιώτες και πεζοναύτες Ρώσους που γυρίζουν, φαίνεται, από την Ιαπωνία στην Οδέσσα. Τα χώματα αυτά και τα δέντρα της Θράκης θέλουν να τα βιάσουν σλαυικοί τράγοι, και τα λερώνουν οι αβάσταχτοι πόθοι τους.

Φρύγανα από το βουνό φέρνουν τα παιδιά. Τις αγελάδες του χωριού και τ' άλογα τα παίρνουνε δυο τρία παλληκάρια πρωί πρωί και τα βόσκουν. Πλανιώνται όλη μέρα τα ζώα στα λιβάδια, κι ακούς τα κουδουνίσματα τους στη σιγαλιά. Το βράδι τα γυρίζουν στο χωριό οι αγελαραίοι, κοπαδιαστά. Βοσκοί στο βουνό βόσκουν τα γιδοπρόβατα.

Κύτταξε λοιπόν, Κέβη, είπεν ο Σωκράτης, ότι άδικα δεν έχομεν παραδεχθή αυτά, καθώς μου φαίνεται, διότι, εάν τα πρώτα μέλη από τα ζευγάρια δεν ανταποδίδωνται πάντοτε εις τα δεύτερα γινόμενα, ωσάν να γυρίζουν εις ένα κύκλον, αλλ' η γέννησις είναι μία ευθεία προχώρησις μόνον από το έν εις το αντικρυνόν εναντίον του και δεν επιστρέφη πάλιν προς το άλλο μέρος, μήτε κάμνη γύρον, ήξευρε ότι όλα εις το τέλος θα ελάμβαναν το ίδιον σχήμα και θα επάθαινον το ίδιον πάθημα και θα έπαυον από του να γίνωνται.

Πάρε με στον ευτυχισμένο τόπο για τον οποίο μου μιλούσες άλλοτε. Στον τόπο από τον οποίο δε γυρίζουν, όπου λαμπροί μουσικοί τραγουδούν ρυθμούς χωρίς τέλος. Πάρε με! — Ναι, θα σε πάρω στον ευτυχισμένο τόπο των ζωντανών. Πλησιάζει ο καιρός. Μήπως μένουν πεια κι' άλλες πίκρες να πιούμε; κι' άλλες χαρές; Πλησιάζει ο καιρός. Όταν έρθη το πλήρωμα του χρόνου, αν σε καλέσω Ιζόλδη, θάρθης;

Συρτός, ολόστρωτος και σιγαληνότατος χορός, παρόμοιος με πλεούμενην αρμάδα βαρκούλες, οπού οι ναύτες με τα κουπιά τρεις τες σπρώχνουν μπροστά και μια τες γυρίζουν πίσω. Μικρά ξυπόλυτα και ξεσκούφωτα παιδαρέλια, πηδώντας στη μέση τ' ανοιχτού χορού σύμφωνα με του τραγουδιού το σκοπό και την αρμονία, έτρεφαν βολές βολές με τα δαυλιά την πύρα του μασαλά. Πολύ λίγοι έκλεισαν εδώ μάτι τη νύχτα κείνη.

Ο Ηρώδης θέλει το παιδί κ' οι άνθρωποί του γυρίζουν στη χώρα. Γλήγορα να φύγουμε!... Εκείνη άρπαξεν αμέσως το βρέφος, το έσφιξε στους κόρφους της κ' επήραν τον δρόμο για την Αίγυπτο. Η νύχτα έκρυψε τα βήματά τους από το άγρυπνο μάτι των κατασκόπων. Αλλά τα αίματα των παιδιών και η φωνή των μανάδων ανέβαιναν από τα σπίτια της Γαλιλαίας πρωτόλουβη θυσία στον αναμορφωτή του κόσμου.

Και όμως τον εκλέξατε• γιατίαυτή την πόλι ανόητ' είσθε όλοι• και μολαταύτα οι θεοί, σαν κάνετε κάτι τρελλό, σας το γυρίζουν σε καλό. Και η εγχώρια θεά, που την αιγίδα κυβερνά, η πολιούχος Αθηνά. Για τούτο κ' οι θεοί τη φοβερίζουνε σαν χάνουν ένα δείπνο, και γυρίζουνε πάλι στην κατοικία τους χωρίς γιορτή, όπως το νέο γιορτολόγι απαιτεί.

Είμαι για πολλές μέρες ήσυχη, όταν πηγαίνω σε κείνον. Έπειτα φεύγει πάλι και μ' αφίνει μόνον. Κι όταν ύστερ' από λίγες ώρες σηκώνουμαι από την εργασία μου και πηγαίνω να τη βρω, είναι μπροστά στο μικρό κομμό του Σβεν κ' έχει στα χέρια της τα πράματα που μια φορά είτανε δικά του. Έτσι γυρίζουν πάντα οι στοχασμοί της σε κείνον που είναι νεκρός και δεν υπάρχει τίποτε που μπορεί να την εμποδίση.

Κι' εγώ αποκρίθη το Νερό Έχω τον τόπο φανερό· Όπου χλωρό λιβάδι, Δικό μου είναι σημάδι. Γυρίζουν λεν και της τιμής· Σου φανερόσαμαν εμείς Του καθενού μας τόπο, Πες μας κι' εσύ τον τρόπο. Λέγει η Τιμή, εγώ σ' αυτό Σας συμβουλεύω, οχ το κοντό Ποτέ μη γελαστήτε Να μου ξεχωριστήτε. Γιατί αν γλιστρήσω μια φορά, Και δε με πιάστε σταθερά, Όσο να με γυρέψτε, Τον κόπο θα ξοδέψτε.

Αφτά παντού ακολουθούνε, και το ξέρει όλος ο κόσμος πως αλλάζουνε οι γλώσσες· κρυφό δεν είναι, δεν είναι δω κανένας μάγος, μαγική καμιά δε θέλει, να τα μάθη ο καθένας. Όπως η αστρονομία θα ξετάση πώς τρέχουν και γυρίζουν ταστέρια, έτσι κ' η γλωσσολογία κοιτάζει πώς αλλάζουνε, πώς μορφώνουνται οι γλώσσες.