United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έρχονται κ' οι πατριώτες και μας λένε ένας το μακρύ του κι' άλλος το κοντό του. Άλλος μας λέει πως πέθανε κι' άλλος πως παντρεύτηκε κι' άλλος μας λέει πως τον είδε με τα μάτια του και πως μπαρκάρησε για την πατρίδα.

Ας αφήσουν τον Κόντο κι ας κοιτάξουν τη ζωή. Δε με βλέπεις εμένα; Εσύ, φίλε μου, ξέρεις τι είδα και τι έπαθα. Κι ωςτόσο τίποτις δε λυπούμαι. Οι ώρες εκείνες είταν οι μόνες ώρες της ζωής μου. Μήπως δεν είμουν και γω μια φορά σαν και σένα; Με γνώρισες παιδί και με θυμάσαι.

Αμά θανάσιμος οχτρός και χάρος μου είναι η Γάτα, Που την ανταίνω αδιάκοπα παντού σε πάσα στράτα 120 Που μέρα νύχτα ακοίμητη οχ το κοντό με παίρει, Ως να μπορέση η άνομη σ' εμέ ν' απλόση χέρι. Δεν τρώγω λαχανόφυλλα, σου λέγω την αλήθια. Δεν τρώγω ρεπανόπρασα, παζιά, και κολοκύθια. Αυτά είναι όλα για τ' εσάς τραπέζια πεναιμένα, 125 Που ζιήτε μέσα στα νερά, δεν είναι για τ' εμένα.

Έρχεται, πάλε η Κυριακή στο χωριό. Νωρίς γεμίζει η εκκλησιά από κορίτσια, γυναίκες, παιδιά, και άντρες, και γέροντες. Ο δάσκαλος ψέλνει στα δεξιά, και δυο τρία σκολιταρούδια του κρατούν το ίσο. Στ' αριστερά είναι ένας χωριανός και ψέλνει με τη μύτη κι αυτός. Ο παπάς, με το κοντό το ράσο, λειτουργά και θυμιάζει. Οι γέροι, έχουν τα στασίδια τους και κάθονται.

Ο κόσμος έλεγε το κοντό και το μακρύ του, αλλ' οι νεόνυμφοι διήρχοντο εν ερωτική αγάπη τας ωραίας μετά τον γάμον ημέρας, την Κυριακήν και τας άλλας εορτάς μεταβαίνοντες το βράδυ εις το πλησίον εκείνο κτήμα, την αρχήν του έρωτος και του γάμου. Πόσον ωραία εφόρει την νυμφικήν εσθήτα η λυγηρά νεόνυμφος Κυρατσούλα.

Θυμομένος ως το άκρο, Κι' αναμμένος απ' οργή, Και σχεδόν απελπισμένος Για μια κάπιαν αλλαγή, Που γελάστηκε κι' επήρε Παλιοφόρεμα κοντό, Κι' έδωκε το εδικό του Πλιο καινούργιο και σωστό. Αποφάσισε με γνώμη Τέλια ξεδικιτική, Και συγγράφει ολονένα Κι' αναιρεί τη Λογική. Γ ι α τ ρ ι κ ή

Φείδι πια τώρα ωριόπλουμο και μυριολύγιστο το κορμί της, τίγρη το μάτι της, μάγισσα το πονηρό της χαμόγελο, νυχτονεράιδα το σύνολό της, καθώς ροβόλαγε πίσω κατά το χωριό. Βρέθηκε στη γειτονιά της ό,τι σκοτείνιαζε. Όλες γυρισμένες και μαζωμένες στις θύρες τους νακούσουνε τα μαντάτα, να πουν το κοντό τους και το μακρύ τους απάνω σε καθετίς, ως και για τα μελλούμενα του νησιού.

Άφοβα να μεθάτε με τα ρήματά τους ο Χριστός ορίζει, γιατί στον αμπελώνα τον καλόν η πράξεις των ωρίμασαν. Ε σεις που είσαστε στα σανίδια κει ανεβασμένοι, τραβάτε την αυλαία και ο κόσμος κάτω περιμένει. Φυλακή με της συνηθισμένες ρωμαϊκές στοές από χονδρά τούβλα. Από το δεξί μέρος και αψηλά κοντό και στενά άνοιγμα στον τοίχο, χρησιμεύοντας για παραθύρι. Άχυρα σε μια γωνιά κι' ένα κανάτι.

Γιατί κι' ο μέγας Σαλομών, ανήρ και νου και ρώμης, πολλάς Ρεβέκκας έτρεφε υπείκων εις τον Πλάστην, ο δε Ηλιογάβαλος της περικλύτου Ρώμης και από μίαν άλλαζε Ρωμαίαν καθ' εκάστην; Γιατί ποτέ δεν έχομεν δι' όλα γνώμην μίαν κι' όπως εγώ δεν σκέπτεται κι' ο νους του Οττεντότου, και την τιμήν μου θεωρεί εκείνος ατιμίαν, κι' ο ένας λέγει το μακρύ κι' ο άλλος το κοντό του;

Να, ωρέ Μάρω, πάρε το δικό μου και σε θέλω να μου φέρης κεφάλια Αρβανίτικα! Κι' αμέσως δίνειτην Κλανομάρω τον κοντό του σισανέ, τον ασημόδετον και φλωροκαπνισμένον. Τότε η Κλανομάρω, αφού έπιασετα χέρια το φοβερό όπλο του Καραϊσκάκη, έγινε αλλοιώτικη. Χύθηκε απόκοντατους Αρβανίτες και σε κάμποση ώρα γύρισε φέρνοντας θριαμβευτικά δυο ματωμένα, ολόζεστα Αρβανίτικα κεφάλια.