United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θα σε κάνω εγώ να κτυπάς όπως πρέπει! Αι! αι! τι αταξίες είν' αυτές· βλέπω πως δε με γνώρισες ακόμη. Ποιος είν' ο γιατρός σας; ΑΡΓΓΑΝ Ο κύριος Πυργγόν. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αυτόν δεν τον έχω γράψει στο σημειωματάριό μου μαζί με τους μεγάλους γιατρούς. Από τι σας λέει πως υποφέρετε; ΑΡΓΓΑΝ Λέει πως υποφέρω από το ήπαρ· άλλοι όμως λένε πως πάσχω από τη σπλήνα. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Είνε αμαθέστατοι.

Όσο για τα κατόπι τα χρόνια, μπορείς και να τα μαντέψης ως ένα βαθμό. Το παιδί θα σου δείξη τον άντρα. Δε γνώρισα, και πιστεύω μήτε του λόγου σου δε γνώρισες άνθρωπο που του άλλαξε τα καύκαλα ο καιρός. Γεννήθηκα στο σπίτι της Μάννας Μου, σε νησί της Τουρκίας. Είταν αυγή, πρώτο λάλημα πετεινού. Το δικό μου είταν το δεύτερο λάλημα την αυγή εκείνη.

Του λόγου σου που είσαι νεοφερμένος και δεν ξέρεις τον τόπο μας, να τα μάθης να τα θυμάσαι. Πάει ο τόπος μας, χάθηκε! Δεν τον γνώρισες στα καλά τα χρόνια. Η θάλασσα δε μας δίνει πια ψωμί. Κρεμαστήκαμε, βλέπεις, από τα γένεια του Γερο-Τρακοσάρη. Να μας δώση ο Γερο-Τρακοσάρης να φάμε... Αυτού καταντήσαμε...

Αυτά 'πε• χαμογέλασεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη, με το χέρι τον χάιδευσε, καιτην μορφήν εφάνη γυνή μεγάλη και καλή, 'ς έργα λαμπρά τεχνίτρα, κ' εκείνον επροσφώνησε με λόγια πτερωμένα• 290 «Πανούργος και παμπόνηρος θα' ν' όποιος σε περάση, 'ς τα μύρια τεχνάσματα, θεός και αν τύχη εκείνος• σκληρέ, 'ς τον νου πολύμορφε, ακούραστε εις τους δόλους, ουδέτην γην σου εν ώ πατείς τα ψεύδη θ' αθετήσης, και όλα τα λόγια τα πλαστά, 'που απ' το βυζί σ' αρέσουν• 295 αλλά τούτ' ας τ' αφήσουμεν• σοφ' είμασθε και οι δύο• συ πρώτος είσαι των θνητώντην σκέψι καιτους λόγους, και πάλι εγώ μες τους θεούςτον νου καιτην σοφία φημίζομαι• δεν γνώρισες συ την Παλλάδ' Αθήνη την θυγατέρα τον Διός, 'που εις όλα σου τα πάθη 300 σου παραστέκω πάντοτε και σε περιφυλάγω, κ' έφερα εγώ τους Φαίακαις να σ' αγαπήσουν όλοι• και τώρα πάλιν ήλθα εδώ, να βουλευθούμε αντάμα, να κρύψω και τους θησαυρούς, 'που, ως είχε ο νους μου ορίσει, οι Φαίακες σου χάρισαν να φέρηςτην πατρίδα, 305 και πόσα πάθη σπίτι σου σώχει φυλάξ' η μοίρα, να σου προειπώ• κάμε καρδιά να τα υπομείνης όλα• μηδ' εις κανένα εξηγηθής, είτε γυναίκα είτ' άνδρα, ότι απ' τα ξένα εγύρισες• και απ' τους αυθάδεις άνδραις όσα και αν πάθης, σώπαινε, και υπόφερε τον πόνο». 310

Ήσουν τόσο εύθυμη πάντα. ΛΕΛΑ — Η ευθυμία δεν δείχνει πάντα την ευτυχία. Κάποτε συμβαίνει το αντίθετο. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΓνώρισες τους άνδρες. Έπρεπε να το περιμένης ΛΕΛΑΚάθε φορά που αγαπά κανείς αρχίζει από το άλφα. Η πείρα δε χρησιμεύει σε τίποτε στην αγάπη. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΠροσπάθησε να τον ξεχάσης .. . ΛΕΛΑΘα τον ξεχάσω. Αλήθεια. Πρέπει να τον ξεχάσω. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΜπράβο. Γίνου εύθυμη.

Η Νοέμι τον κοίταξε έκπληκτη κρατώντας την κουβέρτα στην αγκαλιά. «Για ποιο πράγμα;» «Που θα έρθει ο ντον Τζατσιντίνο. Θα δείτε, είναι καλό παιδί.» «Εσύ πού τον γνώρισες;» «Φαίνεται από το γράψιμο. Μπορεί να κάνει πολλά. Πρέπει όμως να του αγοράσουμε ένα άλογο…..» «Και σπιρούνια τότε!» «…. Σημασία έχει να συμφωνήσουν οι εξοχότητές σας. Αυτό είναι το σημαντικό

ΖΗΝ. Συ δε, Καλλιδημίδη, πώς απέθανες; Εγώ ήμουν παράσιτος του Δεινίου και επνίγηκα διότι έφαγα πάρα πολύ• τα ξέρεις, διότι ήσουν εκεί όταν απέθανα. ΚΑΛ. Ναι, Ζηνόφαντε. Ο δικός μου θάνατος συνέβη κατά τρόπον παράδοξον. Μήπως και συ έτυχε να γνώρισες τον γέροντα Πτοιόδωρον; ΖΗΝ. Τον άκληρον και πλούσιον, με τον οποίον είχες πολλάς σχέσεις.

Ας αφήσουν τον Κόντο κι ας κοιτάξουν τη ζωή. Δε με βλέπεις εμένα; Εσύ, φίλε μου, ξέρεις τι είδα και τι έπαθα. Κι ωςτόσο τίποτις δε λυπούμαι. Οι ώρες εκείνες είταν οι μόνες ώρες της ζωής μου. Μήπως δεν είμουν και γω μια φορά σαν και σένα; Με γνώρισες παιδί και με θυμάσαι.

Είταν όμως πικρά τα λόγια σου, κ' έχυσαν άδικη χολή σε καρδιές που δεν τις γνώρισες σαν και μένα, που είμαι γυναίκα και καθεμέρα τις βλέπω και τις ακούγω. Μέσα στα φτωχικά τα καλύβια λάμπουν κάποτες περλάντια, χίλιες φορές πιο ατίμητα από το διαμάντι αυτό που φορείς. Πετράδια που δεν τα πιάνει ανθρώπου λόγος, γιατ' είνε ουράνια στολίδια και τα διαφεντεύει ο Θεός.

Α π ο φ υ γ ή Μου είπε γνώριμος, απαριθμόντας Για τον Κοκρόγλωσσο, κακά πολλά. Του αποκρίθηκα χαμογελόντας, Λες δικαιότατα, μιλείς καλά. Μον τι πειράζεσαι στο φέρσιμό του Μη δεν τον γνώρισες καμμιά φορά; Αν του εδόθηκε για φυσικό του Να κρίνη άτζαλα, και βρομερά. Μ' οχτρούς και φίλους του να ωμιλήση, Ή μ' όπιον έλαχε να πρωτοϊδή, Κακά ενάντια τους θα τζαμπουνίσει, Σα να τον ξύλιζαν με το ραβδί.