United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν δε κανείς ξένος νεοφερμένος επιθυμήση να φάγη οπωρικά, όταν περνά από τον δρόμον, τα μεν γενναία ας τα δρέπη, εάν θέλη, ο ίδιος και είς υπηρέτης του χωρίς πληρωμήν απολαμβάνων φιλοξενίαν, από τα άωρα όμως και τα παρόμοια ας εμποδίζη ο νόμος τους ξένους να δρέπουν.

ΜΕΝ. Ησύχασε, Τάνταλε, διότι ούτε συ, ούτε άλλος εκ των νεκρών θα πίη ποτέ• είνε αδύνατον• μολονότι δεν είνε όλοι όπως συ καταδικασμένοι να επιθυμούν το νερόν και αυτό να τους αποφεύγη. 18. &Μενίππου και Ερμού.& ΜΕΝ. Δεν μου λες πού είνε οι ωραίοι νέοι και η εύμορφες γυναίκες, Ερμή; Οδήγησε με διότι είμαι νεοφερμένος.

Ο νεοφερμένος από την ξενιτείαν είχεν αισθήματα, εξέφερε γενικάς σκέψεις περί των πολιτικών πραγμάτων, «ξύλα, κούτσουρα, δαυλειά καμμένα». Δεν ωμοίαζε με τον Αλικιάδην, όστις επολιτεύετο χάριν των δημοσίων έργων, ούτε με τον Γεροντιάδην, όστις εξελέγετο βουλευτής διά το καλόν της πατρίδος του. Ήτον αφελής τους τρόπους, και έτι αφελέστερος τας ιδέας. Ήθελε να πολιτευθή «για δόξα». Ευκαιρία λαμπρά.

Του λόγου σου που είσαι νεοφερμένος και δεν ξέρεις τον τόπο μας, να τα μάθης να τα θυμάσαι. Πάει ο τόπος μας, χάθηκε! Δεν τον γνώρισες στα καλά τα χρόνια. Η θάλασσα δε μας δίνει πια ψωμί. Κρεμαστήκαμε, βλέπεις, από τα γένεια του Γερο-Τρακοσάρη. Να μας δώση ο Γερο-Τρακοσάρης να φάμε... Αυτού καταντήσαμε...

Μόνο λέγανε πάλι μια με την άλλη: «Πού να βρίσκεται ο καϋμένοςΚαλοκαίρι κι’ άνοιξη οι γυναικούλες, γυρίζοντας απ' τα χωράφια, μιλούσανε για τον τρελλό, που χάθηκε και κανένας δεν ξέρει πού να πήγε. .... Ένας χωρικός γύρισε με χρόνια από μακρυνή και πλούσια πολιτεία. Ο νεοφερμένος ιστορούσε στους συντοπίτες του μια παράξενη ιστορία. Την ιστορία ενός Προφήτη.

Άλλως όμως το να αποδεικνύη την ταυτότητα με κάποιον τρόπον ως ετερότητα, και την ετερότητα ως ταυτότητα, και το μέγα ως μικρόν, και το όμοιον ως ανόμοιον, και αλαζονικώς να παρουσιάζη πάντοτε τα αντίθετα εις τας συζητήσεις, αυτό δεν είναι αληθινός έλεγχος, και εξ άλλου προδίδεται ως νεοφερμένος από εκείνους, οι οποίοι πρώτην φοράν γνωρίζουν τα πράγματα χειροπιαστά. Θεαίτητος. Είμαι συμφωνότατος.

Ο έφορος, ξένος άνθρωπος, νεοφερμένος στον τόπο, δεν καταλάβαινε καλά-καλά τι ήθελε να πη ο Μπαρμπα-Νικόλας. Στην αρχή μάλιστα, σαν έμπηξε τις φωνές και χτυπούσε τα χέρια του στο τραπέζι και γούρλωνε τα μάτια του, τον πήρε για τρελλό. Γύρισε μια και κύτταξε ολοτρόγυρα τους άλλους.

Και κάθε φορά που τύχαινε κάποιος ξένος, νεοφερμένος, που δεν ήξερε τον τόπο, εύρισκε αφορμή να βγάλη το άχτι του, ξαναλέγοντας τα βάσανά του. — Έτσι που λες, κύριε έφορα. Κρεμαστήκαμε μαθές από τα γένεια του Τρακοσάρη.