United States or United Arab Emirates ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ακόμη ένα βαλάντιον ως αυτό και θα δυνηθώ να αφήσω την βακτηρίαν μου την επαιτικήν και να αγοράσω ένα δούλον . . . Ε! Αλλά τι θα έλεγες, Χίλων, εάν σε εσυμβούλευα να αγοράσης όχι δούλον, αλλά δούλην; Σε γνωρίζω ότι δεν θα έλεγες όχι! Εάν ηδύνατο να είνε τόσον ευειδής, όσον η Ευνίκη, επί παραδείγματι, θα ανενεούσο πλησίον της και μάλιστα θα είχες αυτήν ως πηγήν κέρδους έντιμον και ακίνδυνον.

Αν είχες κουράγιο να τρέξης και να μας ξερριζώσης μερικά γαδουράγκαθα, θα μας έδειχνες όχι μόνο πως ζης, μα και πως ζώντας νοιάζεσαι και τη ζωή της πατρίδας σου. Δουλειά, φίλε μου, και πάλι δουλειά. Ο κόσμος να χαλνάη, πάλι να δουλεύουμε πρέπει. Άλλον τρόπο δεν έχει.

Ειπέ μοι, σε παρακαλώ, πόθεν αυτή σου η παραφορά και οι πλήρεις οργής φλογοβόλοι οφθαλμοί σου; Ποίος σε αδικεί ; Τι ζητείς; θέλεις να έχης ωραίαν γυναίκα; Δεν δύναμαι να σοι την δώσω, αφού, όταν την είχες, κακώς την εφύλαξας.

Όταν την έσπασες εις δύο την βασιλικήν σου κορώνα κ' εχάρισες τα δύο κομμάτια, εφόρτωσες τον γάδαρον εις την ράχην σου να τον περάσης επάνω από ταις βρώμαις. Πού τα είχες τα μυαλά σου, όταν την εχάριζες την χρυσήν σου κορώνα; Αν σου ειπή κανείς, ότι ο τρελλός σου λέγει τρέλλαις, δος του ξύλο.

Δεν θέλεις είσαι πλέον χωρισμένος από την Δηλαράν· θέλεις ζήσει με αυτήν εις την αυλήν μου και θέλεις έχει τον τόπον που είχες εις την Καρακοράν σιμά εις τον βασιλέα Μουργάν.

Ιππίας. Και βεβαίως, ποίος ημπορεί να αντιλέξη εις αυτό, καλέ Σωκράτη; Σωκράτης. Εάν λοιπόν παραδεχθώμεν αυτά, θα γελάση και θα μας ερωτήση· Κύριε Σωκράτη, ενθυμείσαι λοιπόν, τι είχες ερωτηθή; Μάλιστα, θα του ειπώ, δηλαδή ερωτήθην τι πράγμα είναι το καθαυτό ωραίον.

Κι' η Ήρα τον είδε κι' ένιωσε βουλές πως σκάρωσε μαζί του η Θέτη, του θαλασσινού η θυγατέρα γέρου, κι' εφτύς με λόγια αγγιχτικά να του μιλάει αρχίζει «Με πιόν, μαργιόλε, απ' τους θεούς είχες κουβέντες πάλι; 540 Πάντα αγαπάς, σα βρίσκουμαι μακριά, ν' αποφασίζεις κρυφά από μένα, και ποτές δε βάσταξε η ψυχή σου νάρθεις μονάχος να μου πεις μια λέξη απ' τις δουλιές σου

Εκεί όπου είχες ρίψει την Αϊμάν, εις τον καταρράκτην. Ο Πλήθων ανεσκίρτησε. — Λοιπόν συ την έσωσες τότε; — Εγώ ο ίδιος. Ο Πλήθων συγκινηθείς έδωκε γενναίον χρηματικόν βοήθημα εις τον γέροντα Βράγγην, όστις μετά τον θάνατον του διασήμου και ημιγύμνου πολεμάρχου Γάρμπου, δεν εστρατολογείτο πλέον και εις ουδέν ηδύνατο να χρησιμεύση του λοιπού επί της γης. . .

Καλά, πονηρέ! — Μα είντά 'θελες; να μη μανίσω ύστερ' από τα όσα μούπ' αδερφός σου; ανεφώνησεν ο Μανώλης με αιφνιδίαν έξαψιν. — Όι, εγώ δεν είπα πως δεν είχες δίκιο. Μα το φταίξιμό 'τονε ταδερφού μου, δεν ήτονε δικό μου· κείντα μπορώ να 'πω 'γώ πούν' αδερφός μου; — Κ' εγώ είντα θες να κάνω σα μου λέει να μη ξαναρθώ στο σπίτι σας και να μη σου ξαναμιλήσω;

Όλο και ευγένεια. Τριάντα σόλδια για ένα κλύσμα! Το παρακάνεις, σου το είπα και άλλοτε. Σε άλλους λογαριασμούς μου το είχες βάλει μόνον είκοσι σόλδια· και είκοσι σόλδια, στη γλώσσα των φαρμακοποιών, σημαίνουν δέκα σόλδια. Ο κύριος Πυργγόν δεν σε διέταξε να γράψης τέσσερα φράγκα. Βάλε, βάλε τρία φράγκα, παρακαλώ. Είκοσι και τριάντα σόλδια. Χαίρω διότι είσαι λογικός.